Ο Θανάσης Σαράντος στο ελculture
(28/12/10)
Ο Θανάσης Σαράντος στο elculture
«Ο Παπαδιαμάντης με ταρακούνησε»
Κείμενο: Αγγελική Καρυστινού
http://elc.artnsports.gr/elcblog/article/thanasis-sarantos-40455
Γιατί επέλεξες σήμερα να ανεβάσεις τον «Αμερικάνο» του Παπαδιαμάντη;
Καταρχάς, πρέπει να πω ότι ο Παπαδιαμάντης με ταρακούνησε. Ο «Αμερικάνος» είναι ένα κείμενο του 1891. Ο Παπαδιαμάντης ήταν δημοσιογράφος και δημοσίευε στην εφημερίδα «Το Άστυ» ανήμερα των Χριστουγέννων χριστουγεννιάτικα διηγήματα- ένα από αυτά ήταν και ο «Αμερικάνος». Είχε τόση επιτυχία που αναδημοσιεύτηκε και την επόμενη μέρα. Η ιστορία έχει να κάνει με έναν Έλληνα μετανάστη στην Αμερική, που έχει χάσει κάθε επαφή με τον τόπο του, τη Σκιάθο,και την επιστροφή στην πατρίδα για να βρει το μεγάλο του έρωτα... Είναι ένας φόρος τιμής στους Έλληνες μετανάστες. Ο συγκεκριμένος ήρωας δούλευε ως επιστάτης σε φυτείες, οι Έλληνες τότε έκαναν τη δουλειά σκλάβων, πολλοί χάθηκαν κιόλας στην Αμερική. Αυτός βέβαια είχε βγάλει χρήματα. Η έννοια της μετανάστευσης με κέντρισε, γιατί κι εγώ με έναν τρόπο ήμουν μετανάστης 4 χρόνια στην Αμερική και στο Βερολίνο όπου σπούδαζα. Εκείνα τα χρόνια αισθάνθηκα τι σημαίνει νόστος. Το άλλο θέμα του κειμένου, είναι ο ιδανικός έρωτας. Αυτός αγαπούσε μια γυναίκα και γύρισε για να τη βρει, χωρίς να ξέρει αν αυτή τον περιμένει. Τελικά έχει happy end η ιστορία… Ο ήρωας είναι λίγο σαν Οδυσσέας: περιπλανήθηκε, ταξίδεψε και γυρνάει πίσω στην Πηνελόπη του. Φυσικά η γλαφυρή και απαστράπτουσα γλώσσα του κειμένου με μάγεψε. Είναι ένα διήγημα που έχει εισχωρήσει σε μεγάλος βάθος. Δεν θα ήταν υπερβολικό αν έλεγα ότι ο Παπαδιαμαντής είναι ο δικός μας Ντοστογιέφσκι. Ο ίδιος μάλιστα διάβαζε και μετέφραζε Ντοστογιέφσκι. Το παραγνωρίζουμε αυτό. Ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης αδιαφορούσε για τη δόξα και όλα αυτά, ήταν πολύ λιτός. Δεν ήθελε, δεν επιζητούσε τη δημοσιότητα, δεν ήθελε καν να τον φωτογραφίζουν. Αυτός είναι ένας ακόμα λόγος που ασχολήθηκα με το έργο του. Ο Παπαδιαμάντης είναι τόσο κόντρα με τη δική μας εποχή του φαίνεσθαι, που το διάβασμα και μόνο του έργου του μου έφερε μια ηρεμία μέσα μου. Δεν ξεκίνησα για να κάνω παράσταση, ξεκίνησα μελετώντας αυτό τον σπουδαίο συγγραφέα, μετά ήρθαν όλα τα υπόλοιπα.
Τι είναι τελικά αυτό που λέμε πατρίδα;
Για μένα πατρίδα είναι η γλώσσα μου. Ο ήρωας νοσταλγεί τη γλώσσα του. Ένας άνθρωπος που ζει μακριά από τη χώρα του τη νοσταλγεί. Γιατί είναι δύσκολο να εκφραστείς σε μια άλλη γλώσσα. Βέβαια, όπου γης και πατρίς. Τώρα, σε αυτή την εποχή που το χρήμα δημιουργεί πατρίδες, μπορεί κάποιος να νιώσει πολίτης του κόσμου. Και ειδικά σε αυτή την κατάσταση που έχουν ονομάσει κρίση και δεν ξέρω σε τι κρίση θα μας οδηγήσει, νιώθω την ανάγκη να υπάρξει ο δικός μας πολιτισμός. Είναι η πρώτη φορά που δουλεύω με ένα τέτοιο κείμενο. Τα ελληνικά κείμενα είναι πολύ σημαντικά για το θέατρο, είναι μια εικόνα της δικής μας κοινωνίας, του τι σκεφτόμαστε. Και υπάρχουν και σύγχρονοι συγγραφείς που το αναδεικνύουν αυτό, και πιάνουν τον παλμό, όπως ο Δήμου, οι αδερφοί Κούφαλη, ο Σερέφας, ο Κατσικονούρης.. Εμένα η ανάγκη μου είναι να βρω τέτοια κείμενα. Και έχει φανεί ότι ελληνικά κείμενα μπορούν να γίνουν και εμπορικές επιτυχίες. "Το δείπνο της Ιοκάστης",ας πούμε, έπιασε τον παλμό της εποχής, πέρα από το γεγονός ότι έπαιζε μια σπουδαία ηθοποιός, η Σοφία Φιλιππίδου.
Μου είπες ότι ο ήρωας ψάχνει τον ιδανικό του έρωτα. Πιστεύεις ότι μπορεί να υπάρξει αυτό το ιδανικό που περιγράφει η τέχνη;
Νομίζω ότι το ιδανικό συμπυκνώνεται σε μια στιγμή που έχει ζήσει ο καθένας μας και θα την κουβαλάει μέχρι την τελευταία του πνοή. Βέβαια, στην τέχνη που μεγεθύνει τη ζωή μπορεί να υπάρξει ιδανικός έρωτας. Πιστεύω όμως ότι μπορεί να υπάρξουν ζευγάρια που ζουν τον ιδανικό έρωτα κάποια στιγμή, αλλά δεν ξέρω αν αυτό διαρκεί. Μακάρι να υπάρχουν τέτοια ζευγάρια… Δεν ξέρω…
Πώς ξεπερνάς την αφηγηματικότητα του κειμένου και του προσδίδεις θεατρική διάσταση;
Ο Παπαδιαμάντης χρησιμοποιεί τη γλώσσα της εποχής του, αλλά έχει απίστευτη θεατρικότητα, έχει ακτινογραφήσει την ψυχοσύνθεση των ηρώων του. Εγώ παίζω όλα τα πρόσωπα με πολύ απλά μέσα: με ένα κασκόλ που γίνεται και μαντήλι, για παράδειγμα. Παίζω τα πρόσωπα, αλλά δεν ταυτίζομαι με τους ήρωες, μέσα από την αφήγηση ζωντανεύουν επί σκηνής όλα τα πρόσωπα του κειμένου. Σε αυτό βοηθάει και η μουσική του Λάμπρου του Πηγούνη που παίζει ζωντανά πιάνο. Το πιάνο επίσης γίνεται πολλά πράγματα. Κάποια στιγμή, ο Λάμπρος παίζει και ηλεκτρονική μουσική από ένα λάπτοπ και έτσι αναπλάθουμε την ιστορία: ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος, γιατί ήρθε, ποια είναι τα χαλάσματα του σπιτιού του…
Σε δυσκόλεψε η γλώσσα του Παπαδιαμάντη;
Ναι, η εκμάθηση της γλώσσας ήταν από τα πιο δύσκολα στάδια. Δε σε παίρνει να ξεφύγεις από το κείμενο, είναι σαν παρτιτούρα. Δεν μπορείς να αφαιρέσεις τίποτα, είναι τόσο μουσικό αυτό το κείμενο. Μέσα από αυτό ο Παπαδιαμάντης περνάει όλο του το είναι, ακόμα και την πολιτική του άποψη. Με μια λέξη μόνο μιλάει για την εποχή του. Η Ελλάδα τότε ήταν σε ορισμένες περιοχές υπό την κατοχή των Τούρκων και ο Παπαδιαμάντης γίνεται και χρονογράφος της εποχής του. Έπρεπε να καταλάβω τι συνέβαινε τότε, αλλά κυρίως ήθελα να βρω τι είναι σημερινό: και σημερινό είναι οι σχέσεις των ανθρώπων.
Σκηνοθετείς παίζεις και έχεις και μάλιστα ένα μονόλογο… Τρεις δυσκολίες σε μια παράσταση...
Ναι, ακριβώς… Εγώ βασικά ασχολούμαι με το λόγο. Και για μενα αυτό είναι το σημαντικό στο θέατρο: οι ηθοποιοί και οι σκηνοθέτες είναι δίαυλοι για να περάσει το κείμενο στο θεατή. Και όταν λέω λόγο, εννοώ τη σκέψη που υπάρχει πίσω από τις λέξεις, όχι μόνο αυτό που ακούγεται. Ο λόγος είναι σαν ένα παγόβουνο και πίσω του κρύβονται πολλά πράγματα. Θα ήθελα βέβαια να βλέπω τον εαυτό μου την ώρα που παίζω, αλλά νομίζω ότι ο κάθε ηθοποιός έχει ένα τρίτο μάτι. Η δική μου οπτική πάνω στο κείμενο ήταν ότι δεν ήθελα να κρυφτώ από το κοινό. Γι’ αυτό και πολλές φορές του απευθύνομαι. Ως πρόθεση έχω να περάσω το κείμενο, χωρίς να το κάνω νια-νια. Θεωρώ ότι οι θεατές είναι συμπαίκτες μου με έναν τρόπο.
Έχεις ένα κινηματογραφικό παρελθόν. Χρησιμοποιείς τεχνικές του σινεμά στην παράσταση;
Όχι καθόλου. Μπήκα στον πειρασμό αρχικά, αλλά όχι. Τρεις φωτογραφίες μόνο υπάρχουν. Στο Άλεκτον που πρωτοπαίξαμε είχαμε slides. Σαν ένα φόρο τιμής στις απαρχές του κινηματογράφου. Και με την ευκαιρία θέλω να πω ότι και το ίδρυμα Κακογιάννης είναι ένας χώρος που στηρίζει τον πειραματισμό και τους νέους δημιουργούς. Και μάλιστα είναι ένας χώρος πολύ ωραίος, γιατί συνήθως το πειραματικό συνδέεται με βρώμικα μέρη και παρακμή. Είναι σημαντικό που ένα τόσο ωραίο ίδρυμα δίνει βήμα σε νέους δημιουργούς και μακάρι να συνεχίσει έτσι.
Τώρα για τον κινηματογράφο, είναι επικίνδυνη κουβέντα που σε επικίνδυνους δρόμους θα μας οδηγήσει. Εμένα όμως μου αρέσουν περισσότερο τα στενά δρομάκια από τις λεωφόρους, γιατί στα στενά δρομάκια μπορείς να ανταλλάξεις και ένα βλέμμα με τον περαστικό απέναντι, στη λεωφόρο με ποιον να ανταλλάξεις; Με την νταλίκα; (γέλια) Ναι, τα τελευταία χρόνια, ο ελληνικος κινηματογράφος γνωρίζει μια τρομερή άνθηση. Η ταινία του Λάνθιμου, ας πούμε, ήταν εξαιρετική, γιατί αποτύπωσε την πραγματικότητά μας με αυτή την παραβολή της ψευτοχλιδής που αποδεικνύεται τελικά απόλυτα φασιστική. Αυτό, αν το σκεφτείς, ζούσαμε τόσα χρόνια. Δεν είναι παρήγορο που κάποιος τολμάει και σου δείχνει ποιος είσαι; Επιτελούς κάποιοι αναγνωρίζουν την πραγματικότητα... Αυτές οι ταινίες έχουν μια διάθεση να δείξουν ποιοι είμαστε πραγματικά, γι’ αυτό και ο κόσμος θέλει να τις δει. Μέχρι στιγμής ζούσαμε μια ψεύτικη πραγματικότητα: των Ολυμπιακών αγώνων, του ψευτοσόου και του αντιγραμμένου. Λέει ο Θόδωρος Τερζόπουλος όμως: «Άλλο το Αρμάνι από το Μιλάνο, άλλο το Αρμάνι από το Αιγάλεω» (γέλια). Δεν είναι κακό να βγάλεις το ζιβάγκο για το Αρμάνι, αλλά πρέπει να ξέρεις να το φοράς. Βέβαια, εμείς ακόμα δεν έχουμε ξεπεράσει το μετεμφυλιακό σύνδρομο, να είμαστε δηλαδή όλοι μαζί.
Αν έπρεπε οπωσδήποτε να διαλέξεις ανάμεσα στην υποκριτική και τη σκηνοθεσία, τι θα διάλεγες;
Νομίζω ότι θα με ενδιέφερε να παίζω περισσότερο. Άλλωστε ως ηθοποιός ξεκίνησα, ίσως βέβαια κατάλαβα αργά πόσο πιο πολύ μου αρέσει να παίζω.
Γιατί λες αργά;
Έμπαινα στη διαδικασία να φτιάξω κάτι δικό μου, έναν δικό μου κόσμο και να έχω την ευθύνη του. Αλλά ανακάλυψα ότι πάντα μπορείς να έχεις τον κόσμο σου, ακόμα και παίζοντας. Πρέπει όμως εσύ να προσφέρεσαι και να υπάρχεις εκατό τοις εκατό σε αυτό που κάνεις. Πέρσι στο «Γάλα» , με την Άννα τη Βαγενά, επίσης είχα την ευκαιρία να πάω περιοδεία σε πολλά μέρη στην Ελλάδα. Και κατάλαβα πόσο αθώο και γνήσιο είναι το κοινό της επαρχίας και πόσο καθαρά αντιδρούσε σε αυτό που έβλεπε. Ίσως το κοινό της Αθήνας να είναι και κάπως…
Καθοδηγούμενο;
Ευχαριστώ που βοηθάς. Ναι, αλλά νομίζω ότι ο κόσμος έχει ευθύνη, πρέπει να ελέγχει τι του σερβίρουν. Πόσα συμφέροντα και πόσες εξυπηρετήσεις μπορούν να υπάρξουν για να γίνει κάποιος ταμπλόιντ...
Σε αγχώνει η κρίση; Πιστεύεις ότι θα επηρεάσει το θέατρο;
Νομίζω ότι η κρίση είναι κάπως πλασματική, απλώς κάποιοι πλούσιοι αποφάσισαν να γίνουν πλουσιότεροι. Το σύστημα δεν αντέχει άλλο, πρέπει να το αντικαταστήσουμε πριν μας αντικαστήσουν. Νομίζω ότι το θέατρο η κρίση το επηρεάζει θετικά. Στην περίοδο του Μεσοπολέμου, για παράδειγμα, άνθισαν είδη, διασκεδαστικά μεν με πολιτικό χρώμα όμως, όπως το βαριετέ ή το καμπαρέ. Νομίζω ότι ο κόσμος θέλει να δει μέσα από την τέχνη πού είναι το πρόβλημα. Η τέχνη δε δίνει λύσεις, θέτει όμως ερωτήματα. Εγώ προσωπικά πάντα σε κακές συνθήκες ζούσα: ποτέ δεν πήρα επιχορήγηση παρά μια φορά, ποτέ δεν ήμουν στα κρατικά και στα φεστιβάλ- μια παράσταση έχω κάνει μόνο στο Εθνικό- αλλά το ηθικόν ακμαιότατο. Δε σβήνει αυτή η μικρή φλόγα που έχω μέσα μου και να σου πω: ένας καλλίτεχνης δεν μπορεί να είναι τροφαντός. Θα ήθελα βέβαια να πηγαίνω ταξίδια, αλλά προσπαθώ να ταξιδέψω μέσα από το κείμενα ..
Μετάνιωσες ποτέ που πήρες αυτό το δρόμο;
Όχι, δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο. Δοκίμασα, αλλά δεν…
Ένα μεγάλο σου όνειρο;
Να είμαστε όλοι καλά. Με ενδιαφέρει περισσότερο το παρόν… Θα ήθελα βέβαια ένα παιδί ίσως… Και για να μην πάω μακριά: θα ήθελα να έρθει κόσμος να δει την παράσταση και να πάω και μια περιοδεία στην Ελλάδα… Και αφού κλείσει αυτός ο κύκλος να αρχίσει κάτι άλλο...
Σε ευχαριστώ.
Κι εγώ.
Ο Θανάσης Σαράντος στο elculture
«Ο Παπαδιαμάντης με ταρακούνησε»
Κείμενο: Αγγελική Καρυστινού
http://elc.artnsports.gr/elcblog/article/thanasis-sarantos-40455
Γιατί επέλεξες σήμερα να ανεβάσεις τον «Αμερικάνο» του Παπαδιαμάντη;
Καταρχάς, πρέπει να πω ότι ο Παπαδιαμάντης με ταρακούνησε. Ο «Αμερικάνος» είναι ένα κείμενο του 1891. Ο Παπαδιαμάντης ήταν δημοσιογράφος και δημοσίευε στην εφημερίδα «Το Άστυ» ανήμερα των Χριστουγέννων χριστουγεννιάτικα διηγήματα- ένα από αυτά ήταν και ο «Αμερικάνος». Είχε τόση επιτυχία που αναδημοσιεύτηκε και την επόμενη μέρα. Η ιστορία έχει να κάνει με έναν Έλληνα μετανάστη στην Αμερική, που έχει χάσει κάθε επαφή με τον τόπο του, τη Σκιάθο,και την επιστροφή στην πατρίδα για να βρει το μεγάλο του έρωτα... Είναι ένας φόρος τιμής στους Έλληνες μετανάστες. Ο συγκεκριμένος ήρωας δούλευε ως επιστάτης σε φυτείες, οι Έλληνες τότε έκαναν τη δουλειά σκλάβων, πολλοί χάθηκαν κιόλας στην Αμερική. Αυτός βέβαια είχε βγάλει χρήματα. Η έννοια της μετανάστευσης με κέντρισε, γιατί κι εγώ με έναν τρόπο ήμουν μετανάστης 4 χρόνια στην Αμερική και στο Βερολίνο όπου σπούδαζα. Εκείνα τα χρόνια αισθάνθηκα τι σημαίνει νόστος. Το άλλο θέμα του κειμένου, είναι ο ιδανικός έρωτας. Αυτός αγαπούσε μια γυναίκα και γύρισε για να τη βρει, χωρίς να ξέρει αν αυτή τον περιμένει. Τελικά έχει happy end η ιστορία… Ο ήρωας είναι λίγο σαν Οδυσσέας: περιπλανήθηκε, ταξίδεψε και γυρνάει πίσω στην Πηνελόπη του. Φυσικά η γλαφυρή και απαστράπτουσα γλώσσα του κειμένου με μάγεψε. Είναι ένα διήγημα που έχει εισχωρήσει σε μεγάλος βάθος. Δεν θα ήταν υπερβολικό αν έλεγα ότι ο Παπαδιαμαντής είναι ο δικός μας Ντοστογιέφσκι. Ο ίδιος μάλιστα διάβαζε και μετέφραζε Ντοστογιέφσκι. Το παραγνωρίζουμε αυτό. Ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης αδιαφορούσε για τη δόξα και όλα αυτά, ήταν πολύ λιτός. Δεν ήθελε, δεν επιζητούσε τη δημοσιότητα, δεν ήθελε καν να τον φωτογραφίζουν. Αυτός είναι ένας ακόμα λόγος που ασχολήθηκα με το έργο του. Ο Παπαδιαμάντης είναι τόσο κόντρα με τη δική μας εποχή του φαίνεσθαι, που το διάβασμα και μόνο του έργου του μου έφερε μια ηρεμία μέσα μου. Δεν ξεκίνησα για να κάνω παράσταση, ξεκίνησα μελετώντας αυτό τον σπουδαίο συγγραφέα, μετά ήρθαν όλα τα υπόλοιπα.
Τι είναι τελικά αυτό που λέμε πατρίδα;
Για μένα πατρίδα είναι η γλώσσα μου. Ο ήρωας νοσταλγεί τη γλώσσα του. Ένας άνθρωπος που ζει μακριά από τη χώρα του τη νοσταλγεί. Γιατί είναι δύσκολο να εκφραστείς σε μια άλλη γλώσσα. Βέβαια, όπου γης και πατρίς. Τώρα, σε αυτή την εποχή που το χρήμα δημιουργεί πατρίδες, μπορεί κάποιος να νιώσει πολίτης του κόσμου. Και ειδικά σε αυτή την κατάσταση που έχουν ονομάσει κρίση και δεν ξέρω σε τι κρίση θα μας οδηγήσει, νιώθω την ανάγκη να υπάρξει ο δικός μας πολιτισμός. Είναι η πρώτη φορά που δουλεύω με ένα τέτοιο κείμενο. Τα ελληνικά κείμενα είναι πολύ σημαντικά για το θέατρο, είναι μια εικόνα της δικής μας κοινωνίας, του τι σκεφτόμαστε. Και υπάρχουν και σύγχρονοι συγγραφείς που το αναδεικνύουν αυτό, και πιάνουν τον παλμό, όπως ο Δήμου, οι αδερφοί Κούφαλη, ο Σερέφας, ο Κατσικονούρης.. Εμένα η ανάγκη μου είναι να βρω τέτοια κείμενα. Και έχει φανεί ότι ελληνικά κείμενα μπορούν να γίνουν και εμπορικές επιτυχίες. "Το δείπνο της Ιοκάστης",ας πούμε, έπιασε τον παλμό της εποχής, πέρα από το γεγονός ότι έπαιζε μια σπουδαία ηθοποιός, η Σοφία Φιλιππίδου.
Μου είπες ότι ο ήρωας ψάχνει τον ιδανικό του έρωτα. Πιστεύεις ότι μπορεί να υπάρξει αυτό το ιδανικό που περιγράφει η τέχνη;
Νομίζω ότι το ιδανικό συμπυκνώνεται σε μια στιγμή που έχει ζήσει ο καθένας μας και θα την κουβαλάει μέχρι την τελευταία του πνοή. Βέβαια, στην τέχνη που μεγεθύνει τη ζωή μπορεί να υπάρξει ιδανικός έρωτας. Πιστεύω όμως ότι μπορεί να υπάρξουν ζευγάρια που ζουν τον ιδανικό έρωτα κάποια στιγμή, αλλά δεν ξέρω αν αυτό διαρκεί. Μακάρι να υπάρχουν τέτοια ζευγάρια… Δεν ξέρω…
Πώς ξεπερνάς την αφηγηματικότητα του κειμένου και του προσδίδεις θεατρική διάσταση;
Ο Παπαδιαμάντης χρησιμοποιεί τη γλώσσα της εποχής του, αλλά έχει απίστευτη θεατρικότητα, έχει ακτινογραφήσει την ψυχοσύνθεση των ηρώων του. Εγώ παίζω όλα τα πρόσωπα με πολύ απλά μέσα: με ένα κασκόλ που γίνεται και μαντήλι, για παράδειγμα. Παίζω τα πρόσωπα, αλλά δεν ταυτίζομαι με τους ήρωες, μέσα από την αφήγηση ζωντανεύουν επί σκηνής όλα τα πρόσωπα του κειμένου. Σε αυτό βοηθάει και η μουσική του Λάμπρου του Πηγούνη που παίζει ζωντανά πιάνο. Το πιάνο επίσης γίνεται πολλά πράγματα. Κάποια στιγμή, ο Λάμπρος παίζει και ηλεκτρονική μουσική από ένα λάπτοπ και έτσι αναπλάθουμε την ιστορία: ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος, γιατί ήρθε, ποια είναι τα χαλάσματα του σπιτιού του…
Σε δυσκόλεψε η γλώσσα του Παπαδιαμάντη;
Ναι, η εκμάθηση της γλώσσας ήταν από τα πιο δύσκολα στάδια. Δε σε παίρνει να ξεφύγεις από το κείμενο, είναι σαν παρτιτούρα. Δεν μπορείς να αφαιρέσεις τίποτα, είναι τόσο μουσικό αυτό το κείμενο. Μέσα από αυτό ο Παπαδιαμάντης περνάει όλο του το είναι, ακόμα και την πολιτική του άποψη. Με μια λέξη μόνο μιλάει για την εποχή του. Η Ελλάδα τότε ήταν σε ορισμένες περιοχές υπό την κατοχή των Τούρκων και ο Παπαδιαμάντης γίνεται και χρονογράφος της εποχής του. Έπρεπε να καταλάβω τι συνέβαινε τότε, αλλά κυρίως ήθελα να βρω τι είναι σημερινό: και σημερινό είναι οι σχέσεις των ανθρώπων.
Σκηνοθετείς παίζεις και έχεις και μάλιστα ένα μονόλογο… Τρεις δυσκολίες σε μια παράσταση...
Ναι, ακριβώς… Εγώ βασικά ασχολούμαι με το λόγο. Και για μενα αυτό είναι το σημαντικό στο θέατρο: οι ηθοποιοί και οι σκηνοθέτες είναι δίαυλοι για να περάσει το κείμενο στο θεατή. Και όταν λέω λόγο, εννοώ τη σκέψη που υπάρχει πίσω από τις λέξεις, όχι μόνο αυτό που ακούγεται. Ο λόγος είναι σαν ένα παγόβουνο και πίσω του κρύβονται πολλά πράγματα. Θα ήθελα βέβαια να βλέπω τον εαυτό μου την ώρα που παίζω, αλλά νομίζω ότι ο κάθε ηθοποιός έχει ένα τρίτο μάτι. Η δική μου οπτική πάνω στο κείμενο ήταν ότι δεν ήθελα να κρυφτώ από το κοινό. Γι’ αυτό και πολλές φορές του απευθύνομαι. Ως πρόθεση έχω να περάσω το κείμενο, χωρίς να το κάνω νια-νια. Θεωρώ ότι οι θεατές είναι συμπαίκτες μου με έναν τρόπο.
Έχεις ένα κινηματογραφικό παρελθόν. Χρησιμοποιείς τεχνικές του σινεμά στην παράσταση;
Όχι καθόλου. Μπήκα στον πειρασμό αρχικά, αλλά όχι. Τρεις φωτογραφίες μόνο υπάρχουν. Στο Άλεκτον που πρωτοπαίξαμε είχαμε slides. Σαν ένα φόρο τιμής στις απαρχές του κινηματογράφου. Και με την ευκαιρία θέλω να πω ότι και το ίδρυμα Κακογιάννης είναι ένας χώρος που στηρίζει τον πειραματισμό και τους νέους δημιουργούς. Και μάλιστα είναι ένας χώρος πολύ ωραίος, γιατί συνήθως το πειραματικό συνδέεται με βρώμικα μέρη και παρακμή. Είναι σημαντικό που ένα τόσο ωραίο ίδρυμα δίνει βήμα σε νέους δημιουργούς και μακάρι να συνεχίσει έτσι.
Τώρα για τον κινηματογράφο, είναι επικίνδυνη κουβέντα που σε επικίνδυνους δρόμους θα μας οδηγήσει. Εμένα όμως μου αρέσουν περισσότερο τα στενά δρομάκια από τις λεωφόρους, γιατί στα στενά δρομάκια μπορείς να ανταλλάξεις και ένα βλέμμα με τον περαστικό απέναντι, στη λεωφόρο με ποιον να ανταλλάξεις; Με την νταλίκα; (γέλια) Ναι, τα τελευταία χρόνια, ο ελληνικος κινηματογράφος γνωρίζει μια τρομερή άνθηση. Η ταινία του Λάνθιμου, ας πούμε, ήταν εξαιρετική, γιατί αποτύπωσε την πραγματικότητά μας με αυτή την παραβολή της ψευτοχλιδής που αποδεικνύεται τελικά απόλυτα φασιστική. Αυτό, αν το σκεφτείς, ζούσαμε τόσα χρόνια. Δεν είναι παρήγορο που κάποιος τολμάει και σου δείχνει ποιος είσαι; Επιτελούς κάποιοι αναγνωρίζουν την πραγματικότητα... Αυτές οι ταινίες έχουν μια διάθεση να δείξουν ποιοι είμαστε πραγματικά, γι’ αυτό και ο κόσμος θέλει να τις δει. Μέχρι στιγμής ζούσαμε μια ψεύτικη πραγματικότητα: των Ολυμπιακών αγώνων, του ψευτοσόου και του αντιγραμμένου. Λέει ο Θόδωρος Τερζόπουλος όμως: «Άλλο το Αρμάνι από το Μιλάνο, άλλο το Αρμάνι από το Αιγάλεω» (γέλια). Δεν είναι κακό να βγάλεις το ζιβάγκο για το Αρμάνι, αλλά πρέπει να ξέρεις να το φοράς. Βέβαια, εμείς ακόμα δεν έχουμε ξεπεράσει το μετεμφυλιακό σύνδρομο, να είμαστε δηλαδή όλοι μαζί.
Αν έπρεπε οπωσδήποτε να διαλέξεις ανάμεσα στην υποκριτική και τη σκηνοθεσία, τι θα διάλεγες;
Νομίζω ότι θα με ενδιέφερε να παίζω περισσότερο. Άλλωστε ως ηθοποιός ξεκίνησα, ίσως βέβαια κατάλαβα αργά πόσο πιο πολύ μου αρέσει να παίζω.
Γιατί λες αργά;
Έμπαινα στη διαδικασία να φτιάξω κάτι δικό μου, έναν δικό μου κόσμο και να έχω την ευθύνη του. Αλλά ανακάλυψα ότι πάντα μπορείς να έχεις τον κόσμο σου, ακόμα και παίζοντας. Πρέπει όμως εσύ να προσφέρεσαι και να υπάρχεις εκατό τοις εκατό σε αυτό που κάνεις. Πέρσι στο «Γάλα» , με την Άννα τη Βαγενά, επίσης είχα την ευκαιρία να πάω περιοδεία σε πολλά μέρη στην Ελλάδα. Και κατάλαβα πόσο αθώο και γνήσιο είναι το κοινό της επαρχίας και πόσο καθαρά αντιδρούσε σε αυτό που έβλεπε. Ίσως το κοινό της Αθήνας να είναι και κάπως…
Καθοδηγούμενο;
Ευχαριστώ που βοηθάς. Ναι, αλλά νομίζω ότι ο κόσμος έχει ευθύνη, πρέπει να ελέγχει τι του σερβίρουν. Πόσα συμφέροντα και πόσες εξυπηρετήσεις μπορούν να υπάρξουν για να γίνει κάποιος ταμπλόιντ...
Σε αγχώνει η κρίση; Πιστεύεις ότι θα επηρεάσει το θέατρο;
Νομίζω ότι η κρίση είναι κάπως πλασματική, απλώς κάποιοι πλούσιοι αποφάσισαν να γίνουν πλουσιότεροι. Το σύστημα δεν αντέχει άλλο, πρέπει να το αντικαταστήσουμε πριν μας αντικαστήσουν. Νομίζω ότι το θέατρο η κρίση το επηρεάζει θετικά. Στην περίοδο του Μεσοπολέμου, για παράδειγμα, άνθισαν είδη, διασκεδαστικά μεν με πολιτικό χρώμα όμως, όπως το βαριετέ ή το καμπαρέ. Νομίζω ότι ο κόσμος θέλει να δει μέσα από την τέχνη πού είναι το πρόβλημα. Η τέχνη δε δίνει λύσεις, θέτει όμως ερωτήματα. Εγώ προσωπικά πάντα σε κακές συνθήκες ζούσα: ποτέ δεν πήρα επιχορήγηση παρά μια φορά, ποτέ δεν ήμουν στα κρατικά και στα φεστιβάλ- μια παράσταση έχω κάνει μόνο στο Εθνικό- αλλά το ηθικόν ακμαιότατο. Δε σβήνει αυτή η μικρή φλόγα που έχω μέσα μου και να σου πω: ένας καλλίτεχνης δεν μπορεί να είναι τροφαντός. Θα ήθελα βέβαια να πηγαίνω ταξίδια, αλλά προσπαθώ να ταξιδέψω μέσα από το κείμενα ..
Μετάνιωσες ποτέ που πήρες αυτό το δρόμο;
Όχι, δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο. Δοκίμασα, αλλά δεν…
Ένα μεγάλο σου όνειρο;
Να είμαστε όλοι καλά. Με ενδιαφέρει περισσότερο το παρόν… Θα ήθελα βέβαια ένα παιδί ίσως… Και για να μην πάω μακριά: θα ήθελα να έρθει κόσμος να δει την παράσταση και να πάω και μια περιοδεία στην Ελλάδα… Και αφού κλείσει αυτός ο κύκλος να αρχίσει κάτι άλλο...
Σε ευχαριστώ.
Κι εγώ.
Τύπος ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (15/11/11)- Η αγάπη νικά όλες τις ταλαιπωρίες του ανθρώπου
Τρίτη, 15 Νοέμβριου 2011
Τύπος ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Θανάσης Σαράντος: «Η αγάπη νικά όλες τις ταλαιπωρίες του ανθρώπου»
Συνέντευξη στη ΛΕΜΟΝΙΑ ΒΑΣΒΑΝΗ
Μια κρύα νύχτα Χριστουγέννων ένας άνδρας περιπλανιέται στενά σοκάκια της Σκιάθου. Έχει επιστρέψει στον τόπο του από την Αμερική όπου βρισκόταν τα τελευταία 25 χρόνια. Μόνο που πλέον νιώθει ξένος.
Αυτά συμβαίνουν στον «Αμερικάνο» που θα ανεβεί από αύριο και μέχρι τις 20/11 στο Θέατρο Σοφούλη (Τραπεζούντος 5& Θεμ.Σοφούλη, τηλ. 2310423925 ) σε σκηνοθεσία – ερμηνεία Θανάση Σαράντου και με αφορμή την συμπλήρωση 100 χρόνων από τον θάνατο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
«Συχνά νιώθουμε ξένοι στον τόπο μας με αυτά που συμβαίνουν και δεν αισθανόμαστε ότι αυτή η πατρίδα μας ανήκει. Γι’ αυτό μιλάει ο Παπαδιαμάντης, αλλά και για τους μετανάστες που νιώθουν ξένοι σε έναν τόπο που τους φιλοξενεί. Μην ξεχνάτε ότι οι Έλληνες αναγκάστηκαν πολλές φορές να μεταναστεύσουν, ενώ τα τελευταία χρόνια πολλοί είναι οι μετανάστες που έχουν έρθει στη χώρα μας από άλλα κράτη.
“Ο Αμερικάνος” είναι η ιστορία ενός Οδυσσέα της εποχής του Παπαδιαμάντη. Και λέω Οδυσσέα γιατί ταξιδεύει και γιατί τον περιμένει μια Πηνελόπη, η αρραβωνιαστικιά του, παρά τα χρόνια που έχουν περάσει, και ενώ έχουν χάσει επαφή», δήλωσε ο κ. Σαράντος στον «Τ.Θ.».
Ο ίδιος πρωτοανέβασε τη θεατρική διασκευή αυτού του διηγήματος πριν τρία χρόνια σε ένα μικρό θέατρο στην Αθήνα σε πειραματική σχεδόν μορφή. Στην πορεία κατάλαβε ότι ο λόγος του είναι πολύ θεατρικός, οι καταστάσεις εναλλάσσονται πολύ γρήγορα. «Και η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Παπαδιαμάντης (σημ. καθαρεύουσα) είναι απίστευτα ζωντανή. Ενώ στα 2-3 πρώτα λεπτά ο κόσμος αναλογίζεται αν θα καταλάβει το κείμενο, υπογείως το μήνυμα του έργου περνάει τόσο εύκολα», μας είπε.
Και ποιο είναι το μήνυμα του έργου; «’Ότι η αγάπη νικά όλες τις ταλαιπωρίες του ανθρώπου, είναι πάνω από πολέμους, μετανάστευση, φτώχεια και οικονομικές κρίσεις».
Οι εναλλαγές των χαρακτήρων γίνονται με λιτό τρόπο. Για παράδειγμα ένα κασκόλ γίνεται το μαντήλι για να υποδυθεί την μητέρα της αρραβωνιαστικιάς του κοκ. Σημαντικό ρόλο παίζει και η μουσική του Λάμπρου Πηγούνη. «Η χρήση πιάνου είναι μη συμβατική. Μεταμορφώνεται σε σαντούρι και οι χορδές του δίνουν ελληνικούς ήχους της εποχής του Παπαδιαμάντη», σημείωσε ο κ. Σαράντος.
Αλλά και το κείμενο αποτελεί μια χαρτογράφηση της εποχής του Σκιαθίτη συγγραφέα. «Και τότε υπήρχαν τα ίδια προβλήματα. Και τότε υπήρχε χρεοκοπία, δάνεια, αλλά και η ευθύνη των πολιτικών που δεν ενδιαφερόντουσαν για τις ζωές των ανθρώπων. Ο Παπαδιαμάντης δεν είχε πρόβλημα να έχει πολιτικό λόγο», εξήγησε ο σκηνοθέτης.
Παράλληλα σημείωσε ότι «Ο Αμερικάνος» είναι ένα από τα λίγα διηγήματα του Παπαδιαμάντη με αισιόδοξο τέλος.
Τύπος ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Θανάσης Σαράντος: «Η αγάπη νικά όλες τις ταλαιπωρίες του ανθρώπου»
Συνέντευξη στη ΛΕΜΟΝΙΑ ΒΑΣΒΑΝΗ
Μια κρύα νύχτα Χριστουγέννων ένας άνδρας περιπλανιέται στενά σοκάκια της Σκιάθου. Έχει επιστρέψει στον τόπο του από την Αμερική όπου βρισκόταν τα τελευταία 25 χρόνια. Μόνο που πλέον νιώθει ξένος.
Αυτά συμβαίνουν στον «Αμερικάνο» που θα ανεβεί από αύριο και μέχρι τις 20/11 στο Θέατρο Σοφούλη (Τραπεζούντος 5& Θεμ.Σοφούλη, τηλ. 2310423925 ) σε σκηνοθεσία – ερμηνεία Θανάση Σαράντου και με αφορμή την συμπλήρωση 100 χρόνων από τον θάνατο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
«Συχνά νιώθουμε ξένοι στον τόπο μας με αυτά που συμβαίνουν και δεν αισθανόμαστε ότι αυτή η πατρίδα μας ανήκει. Γι’ αυτό μιλάει ο Παπαδιαμάντης, αλλά και για τους μετανάστες που νιώθουν ξένοι σε έναν τόπο που τους φιλοξενεί. Μην ξεχνάτε ότι οι Έλληνες αναγκάστηκαν πολλές φορές να μεταναστεύσουν, ενώ τα τελευταία χρόνια πολλοί είναι οι μετανάστες που έχουν έρθει στη χώρα μας από άλλα κράτη.
“Ο Αμερικάνος” είναι η ιστορία ενός Οδυσσέα της εποχής του Παπαδιαμάντη. Και λέω Οδυσσέα γιατί ταξιδεύει και γιατί τον περιμένει μια Πηνελόπη, η αρραβωνιαστικιά του, παρά τα χρόνια που έχουν περάσει, και ενώ έχουν χάσει επαφή», δήλωσε ο κ. Σαράντος στον «Τ.Θ.».
Ο ίδιος πρωτοανέβασε τη θεατρική διασκευή αυτού του διηγήματος πριν τρία χρόνια σε ένα μικρό θέατρο στην Αθήνα σε πειραματική σχεδόν μορφή. Στην πορεία κατάλαβε ότι ο λόγος του είναι πολύ θεατρικός, οι καταστάσεις εναλλάσσονται πολύ γρήγορα. «Και η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Παπαδιαμάντης (σημ. καθαρεύουσα) είναι απίστευτα ζωντανή. Ενώ στα 2-3 πρώτα λεπτά ο κόσμος αναλογίζεται αν θα καταλάβει το κείμενο, υπογείως το μήνυμα του έργου περνάει τόσο εύκολα», μας είπε.
Και ποιο είναι το μήνυμα του έργου; «’Ότι η αγάπη νικά όλες τις ταλαιπωρίες του ανθρώπου, είναι πάνω από πολέμους, μετανάστευση, φτώχεια και οικονομικές κρίσεις».
Οι εναλλαγές των χαρακτήρων γίνονται με λιτό τρόπο. Για παράδειγμα ένα κασκόλ γίνεται το μαντήλι για να υποδυθεί την μητέρα της αρραβωνιαστικιάς του κοκ. Σημαντικό ρόλο παίζει και η μουσική του Λάμπρου Πηγούνη. «Η χρήση πιάνου είναι μη συμβατική. Μεταμορφώνεται σε σαντούρι και οι χορδές του δίνουν ελληνικούς ήχους της εποχής του Παπαδιαμάντη», σημείωσε ο κ. Σαράντος.
Αλλά και το κείμενο αποτελεί μια χαρτογράφηση της εποχής του Σκιαθίτη συγγραφέα. «Και τότε υπήρχαν τα ίδια προβλήματα. Και τότε υπήρχε χρεοκοπία, δάνεια, αλλά και η ευθύνη των πολιτικών που δεν ενδιαφερόντουσαν για τις ζωές των ανθρώπων. Ο Παπαδιαμάντης δεν είχε πρόβλημα να έχει πολιτικό λόγο», εξήγησε ο σκηνοθέτης.
Παράλληλα σημείωσε ότι «Ο Αμερικάνος» είναι ένα από τα λίγα διηγήματα του Παπαδιαμάντη με αισιόδοξο τέλος.
Ε.Αϊβαλιώτου-Θ.Σαράντος, του ονείρου ταξιδευτής
Κυριακή, 23 Ιανουαρίου 2011
Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου
Ήτο τη 24 Δεκεμβρίου… Άμα αποβιβασθείς εις την ξηράν άνθρωπος υψηλός, καλοφορεμένος, ως σαρανταπέντε ετών, ανοιχτοπρόσωπος… Εβάδιζε με βήμα αβέβαιον εις την παραθαλάσσιον αγοράν ως να μη εγνώριζε πού ευρίσκετο… Ποίας φυλής, ποίου κλίματος ήτο, δυσκόλως ηδύνατο να εικάση τις... Μη βιάζεστε. Όχι, δεν έχουμε μεταφερθεί στη Σκιάθο του 1878, παραμονάς Χριστουγέννων… Εις τον λιμένα της ωραίας νήσου του «αγίου της λογοτεχνίας μας», Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Δεν μας ταξιδεύει η μηχανή του χρόνου. Παράσταση παρακολουθούμε και μάλιστα μία από τις παραστατικότερες μεταφορές λογοτεχνικού έργου στο θέατρο. Ηθικός και φυσικός αυτουργός ο Θανάσης Σαράντος. Ο οποίος διδάσκει και ζωντανεύει το κλασικό διήγημα «Ο Αμερικάνος». Στην αχλύ και στο μισοσκόταδο της σκηνής φωτίζεται ένα μεγάλο μυστικό, αυτό της αειζωίας, του βάθους και της αλήθειας του Παπαδιαμάντη, ΄Εργο δύσκολο αλλά και ερωτεύσιμο. Αξιαγάπητο. Ο Θανάσης Σαράντος αποδεικνύει με την εταιρεία Ηθικόν Ακμαιότατον πως για να αρέσεις, για να κερδίσεις τη θέρμη του κοινού δεν χρειάζονται παχιά λόγια, πολυδάπανα λούσα, διαφήμιση. Χρειάζονται θυσίες βέβαια και κόπος και περίσσευμα ψυχής και μελέτη. Κεφάλαια δηλαδή δυσεύρετα, σπάνια. Τον είχα ξαναδεί στο «΄Ενας αριθμός» της Κάριλ Τσέρτσιλ και στο «Γάλα» του Βασίλη Κατσικονούρη. Και στα δύο ήταν εξαίρετος. Στον «Αμερικάνο» όμως διαπρέπει με απέρριτα μέσα ως σκηνοθέτης, ως ηθοποιός αλλά και ως καλλιτέχνης. Η αυθεντικά άψογη καθαρεύουσα τον θέλγει και την υπηρετεί με πιστότητα, μόχθο και αφοσίωση. Η ποίηση, ο σαρκασμός, η ακτινοβολία του πεζού λόγου του Παπαδιαμάντη τον γοητεύουν αφάνταστα γι’ αυτό και τα μεταφέρει με δεινότητα στο θεατή. Κατάγεται από τη Μεσσηνία και θυμάται εικόνες τρυφερές, όπως το ξημέρωμα στους εύφορους κάμπους, ένα γέρικο λευκό άλογο, έναν προστατευτικό παππού, το βρεγμένο χώμα. Εικόνες δραματουργικές που θυμίζουν Βυζηινό. Το φλουρί που κέρδισε σε μια βασιλόπιτα όταν ήταν μικρός στάθηκε η αιτία να γνωριστεί με τον κυρ-Αλέξανδρο. Τον «κοσμοκαλόγερο», όπως τον λένε κι αλλιώς. Μια Ρωσίδα δασκάλα στη Νέα Υόρκη όπου σπούδαζε τον προκάλεσε να δοκιμάσει τις υποκριτικές του δυνάμεις. Τα πρώτα του θεατρικά βήματα τα έκανε με τον αγγελιαφόρο των θεών, τον Ερμή, στις αριστοφανικές Νεφέλες. Τα χρόνια των σπουδών του στην Αμερική και στη Γερμανία προσέγγισε την πικρή νοσταλγία που νιώθει ο ξένος, ο έπηλυς, ο μετανάστης. Η ρητορεία, η πόζα, ο θόρυβος, η επιτήδευση, που αποτελούν τα κυριότερα γνωρίσματα της κακής τέχνης σήμερα, λείπουν ολότελα από τη δουλειά του. Για να διηγηθείς μια ιστορία χρειάζονται πρωτίστως οι αγνές προθέσεις και η ευωδιά της χαράς ενός παιδιού. Τότε ανακαλύπτεις το νήμα για να παίξεις τον άνδρα με το μαύρο παλτό και τη βαριά παλαιική βαλίτσα που γυρνά στον τόπο του ύστερα από είκοσι πέντε χρόνια και αναζητεί την ανθρωπιά του. Τότε αντιλαμβάνεσαι τι συμβολίζει η πράξη του Αμερικάνου που προσφέρει με ευγνωμοσύνη την αγγλική λίρα "ως να ήταν ο λαμβάνων και όχι ο δίδων".
Διαβάστε τη συνέντευξη που ακολουθεί.
Πού γεννήθηκες, από πού κατάγεσαι και κάποιες παιδικές αναμνήσεις που δεν ξεθωριάζουν.
* Γεννήθηκα στην Αθήνα αλλά κατάγομαι από τη Μεσσηνία και μικρός στις διακοπές ταξίδευα με την οικογένειά μου στα χωριά των γονιών μου, τότε που ακόμα υπήρχε η Ελλάδα της φύσης και της αγνότητας των ανθρώπων της που σήμερα χάθηκε -ίσως και για πάντα. Θυμάμαι όταν ήμουν μικρός, 4 χρονών, τον παππού μου να με παίρνει με το άσπρο γέρικο άλογό του ξημερώματα ενός καλοκαιριάτικου πρωινού για να ποτίσουμε τα χωράφια που ήταν βρεγμένα λες από την πρωινή πάχνη, μια μνήμη τρυφερή, εικόνα βγαλμένη σχεδόν από κάποιο διήγημα του Βυζηινού.
Πότε ένιωσες ότι θα ασχοληθείς με την τέχνη της υποκριτικής;
* Στα 19 μου σπούδαζα στη Νέα Υόρκη αγγλική φιλολογία και παρακολούθησα τυχαία ένα μάθημα υποκριτικής στο HB Studio, ένα καλό τότε εργαστήριο θεάτρου. Παρακολουθούσα απλώς ως ακροατής εκεί. Δίδασκε μια σπουδαία Ρωσίδα δασκάλα τη μέθοδο Stanislavsky και κάποια στιγμή με κάλεσε να συμμετάσχω. Όταν βρέθηκα μπροστά στο κοινό των συμμαθητών μου ένιωσα παραδόξως πολύ καλά. Ένιωσα πραγματικά ελεύθερος σαν να επικοινωνώ πραγματικά με κάποιον φίλο. Όταν γύρισα στην Ελλάδα είδα στην Επίδαυρο την Ηλέκτρα του Ευριπίδη με τη Λυδία Κονιόρδου και με αναστάτωσε η ερμηνεία της. Την πλησίασα δειλά και την παρακάλεσα να με βοηθήσει να δώσω εξετάσεις σε μια σχολή θεάτρου. Εκείνη δέχτηκε. Κάναμε κάποια μαθήματα και πέρασα στη Σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Απέτυχα στις εξετάσεις του Εθνικού Θεάτρου φυσικά.
Ποιοι σε ενθάρρυναν σ' αυτό;
* Στην ουσία κανείς δεν με ενθάρρυνε με ιδιαίτερη ζέση να ασχοληθώ με το θέατρο. Οι δικοί μου μάλλον πίστευαν ότι θα είναι μια χαμένη υπόθεση αλλά εγώ το ήθελα πολύ.
Υπήρξαν δάσκαλοι που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη ζωή σου και ποιοι ήταν αυτοί;
Δεν ξεχνώ τις πρώτες μου καθηγήτριεςφιλολόγους στο Λύκειο, που ευτυχώς τους ενδιάφερε το θέατρο. Από εκεί άκουσα πρώτη φορά τα ονόματα του Κουν, του Μινωτή και της Παξινού. Αργότερα στο Αμερικάνικο Κολέγιο όπου συνέχιζα την αγγλική φιλολογία όταν επέστρεψα από τη Νέα Υόρκη μια καθηγήτριά μου, η Αναστασία Λογοθέτη, με γνώρισε αρκετά καλά με τον... κ. Γουίλιαμ Σαίξπηρ. Την ευγνωμονώ γι’ αυτά τα μαθήματα. Σιγά σιγά κατάφερα να διαβάζω τον αγαπημένο μου συγγραφέα από τα αγγλικά και ολόκληροι κόσμοι γεννήθηκαν ξαφνικά μπροστά στα μάτια μου.
Ποιος ήταν ο πρώτος ρόλος που υποδύθηκες;
* Ο πρώτος ρόλος μου ήταν βουβός. Ήταν ο Ερμής από τις αριστοφανικές Νεφέλες τότε που έπαιζα με το Θέατρο Τέχνης. Θυμάμαι έπαιζα μισόγυμνος με ένα λευκό σλιπάκι και στους Φιλίππους όπου περιόδευε το Θέατρο Τέχνης είχε τρομερό αέρα και επικρατούσαν γενικώς αντίξοες συνθήκες, συγκεκριμένα καίγονταν τα δάση της Καβάλας. Εγώ θυμάμαι έκανα το άγαλμα του Ερμή και κρατούσα μια αναμμένη δάδα την οποία έδινα στο θείο Λαζάνη που έπαιζε τον Στρεψιάδη. Τουρτούριζα από τον κρύο αέρα. Προσπαθούσα να παραμείνω ακίνητος αλλά την κρίσιμη στιγμή η δάδα μου έσβησε! Ευτυχώς ο ετοιμόλογος Λαζάνης είπε: "Δεν πειράζει Ερμουδάκη μου, θα ανάψω τη δάδα από την Ελλάδα που καίγεται"... Παραδόξως πόσο αληθινό ήταν το αστείο του για έναν καλλιτέχνη σήμερα σε μια Ελλάδα που καταρρέει χωρίς θεσμούς, με οικογενειοκρατία και πλήρη αναξιοκρατία σε όλα τα επίπεδα!
Πώς άρχισες να μελετάς τον «άγιο της λογοτεχνίας» μας, τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη;
Υπήρξα τυχερός και γνώρισα τον κυρ-Αλέξανδρο στο δημοτικό όταν κέρδισα για πρώτη φορά το φλουρί στην κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας. Το αντάλλαγμα στο φλουρί ήταν τα χριστουγεννιάτικα διηγήματα του Παπαδιαμάντη αλλά στη νεοελληνική γλώσσα. Στη συλλογή αυτή πρωτοδιάβασα και τον "Αμερικάνο". Αργότερα εκτίμησα απόλυτα τη δύναμη του λόγου του στην αυθεντική μορφή της καθαρεύουσας του Σκιαθίτη συγγραφέα.
Πού έγκειται η διαχρονικότητα του Παπαδιαμάντη;
* Ο Παπαδιαμάντης παραμένει επίκαιρος γιατί δεν ήταν γραφικός. Διατηρεί την οξεία πολιτική του ματιά για τον κόσμο της εποχής του που δεν φαίνεται να έχει αλλάξει και πολύ από τότε. Ειδικά τα οργισμένα πολιτικά του κείμενα είναι σημερινά. Έγραφε το 1896, έτος των πρώτων αναβιωμένων Ολυμπιακών της Αθήνας. "Τα ερείπια τα έπλασαν οι ανίκανοι κυβερνήται της Ελλάδος". Είχε το θάρρος και την εσωτερική δύναμη να στηλιτεύει τους Έλληνες πολιτικούς για κομπίνες, λοβιτούρες, εξυπηρέτηση "δικών" τους, για επιδιωκόμενες εργολαβίες μεγάλων έργων. Δεν ξεχνάει να επικρίνει τα αιώνια ελαττώματα του Έλληνα, όπως ο ξενισμός και ο πιθηκισμός του. Στο μυθιστόρημα "Οι έμποροι των εθνών" αναφέρει μεταξύ άλλων: ..."H όρεξις εγέννησε την αυθαιρεσίαν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν. Ιδού η αυθεντική καταγωγή του τέρατος τούτου... Πάντοτε αμετάβλητοι οι σχοινοβάται ούτοι, οι Αθίγγανοι, οι γελωτοποιοί ούτοι πίθηκοι (καλώ δε ούτω τους λεγομένους πολιτικούς). Μαύροι χαλκείς κατασκευάζοντες δεσμά δια τους λαούς εν τη βαθυζόφω σκοτία του αιωνίου εργαστηρίου των...".
Στο διήγημα του Παπαδιαμάντη «Ο Αμερικάνος», το οποίο και παρουσιάζεις στη σκηνή σε δική σου σκηνοθεσία, ενυπάρχουν η πίστη σε μια υπόσχεση, η υπομονή, η ανθρωπιά, η απέραντη αγάπη για την ιδιαίτερη πατρίδα και τους ανθρώπους. Αυτές οι αξίες έχουν θέση στη ζωή μας σήμερα;
Όλα τα παραπάνω είναι συστατικά μιας εσωτερικής δύναμηςπου οφείλουμε να διατηρούμε μέσα μας ως κόρην οφθαλμού, ειδικά σήμερα που ζούμε σε έναν προδομένο τόπο που ξεπουλά ό,τι είχε απομείνει, την ανθρωπιά του. Επιτέλους να την προστατεύσουμε αφού καταντήσαμε σιγά σιγά πιστοί οπαδοί των κάλπικων αξιών του χρήματος και της φιλοδοξίας. Η αγγλική λίρα που δίνει ο Αμερικάνος στο τέλος του διηγήματος "ως να ήταν ο λαμβάνων και όχι ο δίδων" συμβολίζει την απαξίωση του ψευτοχρήματος αφού ξανανταμώνει επιτέλους με τον ιδανικό του έρωτα έπειτα από είκοσι πέντε χρόνια ως σύγχρονος Οδυσσέας. Η κίνησή του αυτή είναι και το καλύτερο παράδειγμα για μια αληθινή ζωή μέσα στον κόσμο των ναυαγίων όπου "ζούμε" σήμερα. (Στη φωτογραφία ο Θανάσης Σαράντος με τον μουσικό και συνθέτη Λάμπρο Πηγούνη, του οποίου η παρουσία και η συνδρομή στην παράσταση είναι καθοριστικές).
Το κοινό πώς αντιδρά; Συγκινείται με τη δραματικότητα του Παπαδιαμάντη και την ένταση των αισθημάτων του ήρωα; Νιώθεις τη συμμετοχή του κατά τη διάρκεια της παράστασης;
* Η αυθεντικότητα του διηγήματος και η αλήθεια του καθηλώνει το κοινό, παρόλο που παίζεται μόνον από έναν ηθοποιό και από ένα μουσικό. Τελικά δεν χρειάζονται και πολλά όταν υπάρχουν πραγματικά αγνές προθέσεις να διηγηθείς μια ιστορία. Νιώθω ότι ειδικά στο φινάλε υπάρχει κάθαρση με την αριστοτελική έννοια του όρου, όσο και αν αυτό ακούγεται τραβηγμένο. Με μεγάλη μου έκπληξη και χαρά αντικρίζω ανθρώπους να συγκινούνται, να γελούν με το απίστευτο χιούμορ του συγγραφέα, να συμπάσχουν με ένταση και ενδιαφέρον για την τύχη του κεντρικού ήρωα.
Πιστεύεις ότι υπάρχει ψυχρό κοινό;
Το κοινό στην Ελλάδα, όσο και αν κάποιες φορές από ευκολία μπορεί να γίνει καθοδηγούμενο στις επιλογές του από μεγαλοσυμφέροντα, όμως εμείς δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να το υποτιμούμε. Όσο ψυχρό και αν μερικές φορές μπορεί να φαίνεται, εμείς έχουμε την υποχρέωση να το θερμάνουμε. Πιστεύω ότι όλοι οι θεατές ξεκινούν από το σπίτι τους με τις καλύτερες προθέσεις, έρχονται να δουν μια ιστορία που μπορεί και να τους μάθει κάτι για την ύπαρξή τους. Το θέατρο δεν είναι τηλεόραση όσο και αν κάποιους τους συμφέρει να το δουν έτσι. Το κοινό για εμένα είναι ο συμπαίχτης μου στη διαμόρφωση του μύθου και του μοναδικού και εφήμερου κόσμου του θεάτρου, έτσι λοιπόν επιθυμώ να έχω την απόλυτη ερωτική σχέση με τον κόσμο που έρχεται να με βλέπει. Παίζω για όλους από την πρώτη έως την τελευταία σειρά και για τον καθένα ξεχωριστά.
Ο «Αμερικάνος» θα μπορούσε να είναι η ιστορία και ενός σημερινού οικονομικού μετανάστη;
Βρίσκεις πως έχει κοινά στοιχεία με μετανάστες του Τρίτου Κόσμου που διαβιούν στη χώρα μας;
* Υπήρξα και εγώ μετανάστης -έστω για 4 χρόνια. Νιώθω πολλές φορές ακόμα ξένος στον ίδιο μου τον τόπο. Ένιωσα στην Αμερική και στη Γερμανία την πικρή νοσταλγία για την πατρίδα μου, για τη γλώσσα μου που την υπεραγαπώ. Θυμάμαι ήμουν 20 χρονών και η μητέρα μου έστειλε με ένα συγγενή ένα πακέτο με ελιές και μέλι. Με έπιασε ξαφνικά κλάμα σ' ένα χιονισμένο δρόμο κάπου στο Βrooklyn της Νέας Υόρκης. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι -οι υπεράριθμοι ίσως- που βρίσκονται στην πατρίδα μας είναι εδώ ίσως χωρίς τη δική τους επιλογή και από ανάγκη. Οφείλουμε να τους κατανοήσουμε όσο μπορούμε, να αντέξουμε και τον δικό τους πόνο για τη χαμένη πατρίδα τους.
Εσύ για να διδάξεις τον χαρακτήρα στο κοινό άντλησες από προσωπικά σου βιώματα;
* Πάντα αντλώ από προσωπικά μου βιώματα. Όσο πιο προσωπική είναι η ιστορία τόσο πιο πολύ αφορά το κοινό.
Ως ηθοποιός διατηρείς την εσωτερική σου ελευθερία ή ταυτίζεσαι με το ρόλο;
* Αντιμετωπίζω κάθε ρόλο σοβαρά αλλά ως παιχνίδι. Μόνο με τη χαρά ενός παιδιού το όποιο παίζει ελεύθερο μπορώ να γευτώ το θέατρο. Επομένως δεν θα έλεγα ότι ταυτίζομαι αυστηρά με ένα ρόλο γιατί η απόλυτη ταύτιση μπορεί να είναι και μια φυλακή. Διατηρώ λοιπόν όσο μπορώ τον εαυτό μου και την προσωπική μου ματιά στον κόσμο. Νομίζω ότι ο εαυτός μας είναι μια άβυσσος με άγνωστα ίσως κομμάτια μας και βγαίνουν στην επιφάνεια με αφορμή ένα ρόλο με τον οποίο ασχολούμαστε. Να γιατί το θέατρο είναι ίσως σημαντικό για εμένα. Μαθαίνω για εμένα πρώτα από όλα και μέσα από το θέατρο. Κάποιες φορές βέβαια γίνεται αρκετά βασανιστικό. Για να μάθεις θέατρο πρέπει πρώτα να μάθεις να βλέπεις τον εαυτό σου. Συχνά λοιπόν, ακόμα και σε απίστευτα προσωπικές στιγμές μου, λέω μέσα μου: "Α μάλιστα, τώρα καταλαβαίνω ότι κάπως έτσι πρέπει να νιώθει εκείνος ή ο δείνα θεατρικός ήρωας...". Είναι λίγο εφιαλτικό κάποιες φορές γιατί η ίδια σου η ζωή γίνεται καύσιμο για τη σκηνή. Νομίζω όμως ότι δεν έχω επιλογή παρά να συνεχίζω να το κάνω και όσο περνούν τα χρόνια το κάνω με μεγαλύτερη εμμονή.
Ο ηθοποιός μιας θεατρικής παράστασης υπάρχει μόνο στη μνήμη αυτών που τον παρακολούθησαν, εν αντιθέσει με τον κινηματογραφικό ρόλο. Εσύ έχεις παίξει στον κινηματογράφο; Γνωρίζω ότι έχεις σκηνοθετήσει ο ίδιος. Υπάρχει κάποιος λόγος που να σε κάνει να προτιμάς ένα από τα δύο είδη;
Δυστυχώς δεν είχα ακόμη τη χαρά να παίξω στον κινηματογράφο τον οποίον αγαπώ εξίσου με το θέατρο. Είχα την τύχη να σκηνοθετήσω τρεις ταινίες μικρού μήκους και η δουλειά μου ως ηθοποιός ελπίζω να βοήθησε τους συναδέλφους μου να οδηγηθούν καλά σε αυτές τις ταινίες. Το θέατρο μπορεί να χαρακτηριστεί όντως ως εφήμερη τέχνη εφόσον όταν σβήσουν τα φώτα μένουν μόνο κάποια αισθήματα στους θεατές. Η ενασχόλησή μου με τον κινηματογράφο με βοηθά πολύ ως σκηνοθέτη στο θέατρο αφού μια εικόνα είναι και χίλιες λέξεις. Ο Παπαδιαμάντης για παράδειγμα μου φαίνεται αρκετά κινηματογραφικός επειδή με απόλυτη ακρίβεια σε κάθε λέξη του σχηματίζεται έντονα μια συγκεκριμένη εικόνα, π.χ. στον Αμερικάνο δεν μπορούμε να συναισθανθούμε την απόλυτη μοναξιά του κεντρικού ήρωα αν δεν ακούσουμε τα βήματά του στην έρημη προβλήτα του λιμανιού της Σκιάθου, αν δεν δούμε τη σιλουέτα ενός άνδρα με μαύρο παλτό και μια βαλίτσα να περιπλανάται ανάμεσα στην ομίχλη μια κρύα βραδιά Δεκέμβρη, μια παραμονή Χριστουγέννων.
Η εταιρεία θεάτρου «Ηθικόν Ακμαιότατον» βαδίζει στα δέκα χρόνια ζωής. Πώς δημιουργήθηκε, από ποιους και γιατί;
* Η εταιρεία "Ηθικόν Ακμαιότατον"δημιουργήθηκε το 1999 από εμένα και τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη με αφορμή το έργο του Αλμπέρ Καμί "Ο Καλιγούλας". Αντιμετωπίζαμε πολλές δυσκολίες τότε στην παραγωγή της παράστασης και στην ουσία ο Κωνσταντίνος βάπτισε την ομάδα προσπαθώντας να παροτρύνει τους συνεργάτες με "ηθικόν ακμαιότατον". Επανίδρυσα την ομάδα το 2001 όταν χωρίσανε οι δρόμοι μας. Από τότε πραγματοποιήθηκαν με απίστευτο κόπο και θυσίες τουλάχιστον δέκα θεατρικές και κινηματογραφικές παραγωγές, παρόλο που η ομάδα ήταν και συνεχίζει να είναι άστεγη και μη επιχορηγούμενη από ΥΠΠΟΤ, Φεστιβάλ Αθηνών και κάθε δημόσιο φορέα. Εύχομαι να συνεχίσουμε να υπάρχουμε και στα επόμενα δέκα χρόνια.
Η καθημερινότητά μας έχει ποιότητα;
* Όχι την ποιότητα που θα ήθελα εγώ τουλάχιστον για την προσωπική μου ζωή. Και για να εξηγούμαι: Δεν είναι ένα δικό μου σπίτι ή υλικά αγαθά που στερούμαι αν και δεν τα έχω αλλά ζηλεύω όσους έχουν τη δυνατότητα να κάνουν ταξίδια γιατί με τα ταξίδια μαθαίνω για μένα και για τους άλλους. Πιστεύω λοιπόν ότι η ποιότητα ισοδυναμεί με παιδεία και την εννοώ με τον αρχαίο όρο της λέξης. Αρκούμαι όμως σ' ένα καλό βιβλίο ή μια ωραία έκθεση σε ένα από τα τόσα μουσεία που διατηρούμε ευτυχώς ακόμα. Εκεί μπορώ ακόμα και έτσι να ταξιδεύω νοερώς. Ευτυχώς!
Ποια είναι η σχέση σου με τα ζώα; Έχεις κατοικίδιο;
* Τα ζώα τα λατρεύω. Αγαπώ πολύ τις γάτες αλλά δεν νιώθω ικανός -τουλάχιστον ακόμα- να φροντίσω σωστά ένα κατοικίδιο. Έτσι προτιμώ να μην έχω.
monopoli
(25/12/11)
Θανάσης Σαράντος: «Αψβούργος πρίγκιψ σε γυάλινο πύργο ο Υπουργός Πολιτισμού»!
Επί τρία χρόνια μεταμορφώνεται στον ξενιτεμένο Έλληνα που επιστρέφει μετά από χρόνια στην πατρίδα του. Μεταμορφώνεται και στην μνηστή του, που τον περίμενε στωικά. Και στην ηλικιωμένη μητέρα της, στους βιοπαλαιστές συντοπίτες του, στα πιτσιρίκια της Σκιάθου. Ο Θανάσης Σαράντος είναι επί σκηνής ο άνθρωπος-«ορχήστρα», με τους πολλαπλούς ρόλους που ερμηνεύει στην παράσταση «Ο Αμερικάνος», μια θεατρική μεταφορά του ομότιτλου διηγήματος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
Στα τρία χρόνια επιτυχίας της, Έλληνες του εξωτερικού σπεύδουν να την παρακολουθήσουν θέλοντας ν’ ακούσουν την παπαδιαμαντική γλώσσα, σχολεία επισκέπτονται το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης για να γνωρίσουν οι μαθητές το έργο του «αγίου των γραμμάτων», αλλά και «απλό» κοινό σε διάφορα μέρη της Ελλάδας γοητεύεται από τη σκηνική μεταφορά του «κλασικού» αυτού ελληνικού έργου. Συναντήσαμε τον πρωταγωνιστή και σκηνοθέτη της παράστασης σε μια «χριστουγεννιάτικη» βραδιά και μιλήσαμε για το πώς έχει ζήσει αυτή την συμπόρευση με τον Παπαδιαμάντη, αλλά και για το πόσο επίκαιρος φαντάζει «Ο Αμερικάνος» στην εποχή που ζούμε.
Συνέντευξη στην Αργυρώ Σταυρίδη
- Εκτός από «χριστουγεννιάτικο», λόγω χρονικής τοποθέτησης της υπόθεσης, τι άλλους χαρακτηρισμούς θα δίνατε στο διήγημα «Ο Αμερικάνος»;
Μια ιστορία αγάπης και ξενιτιάς. Και κατ’ επέκταση, αποξένωσης και μοναξιάς. Όλα αυτά -ο ξενιτεμός, η σταδιακή αποξένωση και τελικά η απέραντη μοναξιά- είναι τα κυριότερα στάδια της φυγής και του αποχωρισμού από κάτι αγαπημένο. Με μοναδική μαεστρία, καθώς χτίζει σιγά-σιγά την περσόνα του Αμερικάνου, ο Παπαδιαμάντης αποκαλύπτει σταδιακά τον ήρωα. Και στο σημείο ακριβώς όπου έχει κορυφωθεί η απελπισία και η αγωνία του ξένου, δίνει την πολυπόθητη αντιστροφή της εξέλιξης: η λύση του δράματος δίνεται στο πρόσωπο της μαρτυρικής Μελαχρώς, που είναι ακόμα εκεί και τον περιμένει. Το ότι η ιστορία αυτή τοποθετείται χρονικά στη συγκεκριμένη εποχή του χρόνου, έχει ίσως την αιτία του στο ότι, ανέκαθεν, οι μέρες των Χριστουγέννων σήμαιναν αγάπη και επανασύνδεση. Αλλά και αντίστροφα: η αγάπη που επισφραγίζεται με την επανασύνδεση, αυτή είναι που λαμπρύνει ακόμα περισσότερο τις γιορτινές μέρες.
- Ο ξενιτεμένος Έλληνας που επιστρέφει, φαίνεται στους ντόπιους σαν «Αμερικάνος». Πώς βιώνει ο ήρωας αυτή την «κρίση ταυτότητας» και την επιφυλακτικότητα που συναντά;
Τίποτα στον λόγο του Παπαδιαμάντη δεν είναι τυχαίο: πάντοτε, εξυπηρετώντας ένα συγκεκριμένο σκοπό, μεταχειρίζεται άλλοτε την ιδιάζουσα «λόγια» γλώσσα, άλλοτε την εκκλησιαστική υμνογραφία, την Παλαιά και Καινή Διαθήκη, αλλά και την κοινή καθομιλουμένη. Δεν είναι καθόλου τυχαίο λοιπόν που ο τίτλος του διηγήματος-που είναι ταυτόχρονα και το μόνιμο «παρατσούκλι» που αποκτά ο ξένος με το που πατά το πόδι του στο νησί, είναι κι αυτό στη ντοπιολαλιά του τόπου: όχι το ουδέτερο «ο Αμερικανός», αλλά το πιο λαϊκό-και αδιόρατα ειρωνικό- «ο Αμερικάνος». Ο τόνος επίτηδες βαλμένος στην παραλήγουσα τονίζει αυτήν ακριβώς την κοροϊδία του κοσμάκη προς αυτόν, τον ουρανοκατέβατο επισκέπτη της παραμονής των Χριστουγέννων που δεν τους μοιάζει σε τίποτα. Δεν παύει ωστόσο να τους προξενεί και κάποιο φόβο το μυστήριο που τον περικλείει. Περισσότερο φόβο προκαλεί και ότι το χρήμα φαίνεται να μην έχει καμιά αξία για τον Αμερικάνο.
- Πόση βαρύτητα έχει για το μήνυμα του έργου ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει ο ήρωας το χρήμα;
Εδώ βλέπουμε πόσο επίκαιρος είναι ο συγγραφέας ειδικά στην δύσκολη οικονομική συγκυρία της εποχής μας. Ο Αμερικάνος απαξιώνει το χρήμα, το σκορπά, δεν το υπολογίζει. Αυτό που τον καίει, είναι ο έρωτας που άφησε για μια καλύτερη τύχη μακριά από τη πατρίδα του. Τον απασχολεί να κάνει «κουβέντα» στη γλώσσα που έχει ξεχάσει. Φαίνεται να καταλαβαίνει τα πάντα από όσα λέγονται γύρω του, όμως αδυνατεί σχεδόν να «κοινωνήσει» τις σκέψεις του: η γλώσσα φαίνεται γι’ αυτόν ένας μηχανισμός χρόνια αχρησιμοποίητος, που τώρα μόλις ξανάρχισε να λειτουργεί. Διπλά ξένος λοιπόν, τόσο ως προς την όψη όσο και ως προς τη γλώσσα. Κι αυτό ίσως είναι και το τραγικότερο σύμπτωμα της σταδιακής αποξένωσης, που προκάλεσε ο μακροχρόνιος αποχωρισμός από την πατρίδα και τους «δικούς» ανθρώπους.
- Η γλώσσα του Παπαδιαμάντη, αν και πολύ προσιτή, είναι «καθαρεύουσα». Κάποια στιγμή ακόμα και οι μεγαλύτεροι συγγραφείς «εκλαϊκεύονται» γλωσσικά για να είναι εύληπτοι. Θα δικαιολογούνταν λοιπόν ποτέ μια γλωσσική «εκλαΐκευσή» του;
Όποιος έχει ασχοληθεί ουσιαστικά με το παπαδιαμαντικό έργο, χωρίς να είναι απαραίτητα ειδικός, όσο περισσότερο διαβάζει και ανακαλύπτει νέους θησαυρούς νοημάτων και αισθημάτων σ’ αυτό το απύθμενο πέλαγος που λέγεται Παπαδιαμάντης, καταλήγει πάντα στο ίδιο στερεότυπο συμπέρασμα: η γλώσσα του κυρ-Αλέξανδρου είναι αδύνατο να ενταχθεί σε καθιερωμένα καλούπια, να περιγραφεί μονολεκτικά. Είναι τρομακτικά ελλιπής, άδικος σχεδόν ο χαρακτηρισμός «καθαρεύουσα». Η γλώσσα του Παπαδιαμάντη δεν είναι καθαρεύουσα - πιο σωστά, δεν είναι μόνο καθαρεύουσα. Είναι ταυτόχρονα καθαρεύουσα, είναι λόγια, λαϊκή, εξειδικευμένη, επιστημονική, τεχνική, θεολογική. Αλλά και υπέροχα «πεζή» όταν χρειάζεται. Έξυπνη, εύστροφη, «περιπαθής» -για να χρησιμοποιήσουμε και μια από τις υπέροχες, περιγραφικότατες εκφράσεις του- αγαπητική, ερωτική. Αν πρέπει να χρησιμοποιήσουμε οπωσδήποτε μία και μόνη λέξη για να την περιγράψουμε, η μόνη που θα μας επιτρεπόταν ίσως, θα ήταν «ποιητική». Ο Παπαδιαμάντης δεν επιδέχεται καμιά απολύτως επέμβαση, καμιά «εκλαΐκευση». Είναι από μόνος του όσο ακριβώς «λαϊκός» χρειάζεται.
- Στην σύγχρονη εποχή, όπου «καταναλώνουμε» και υιοθετούμε πιο εύκολα ξενόφερτα στοιχεία, σε τι βαθμό πιστεύετε ότι μπορούν να υπάρχουν ακόμα «εθνικές ταυτότητες»; Τι περιεχόμενο και χρησιμότητα δίνετε εσείς σε έναν τέτοιο όρο;
Αν δει κανείς πόση σημασία δίνει ο σύγχρονος Έλληνας στη σπουδαιότητα της δικής του εθνικής ταυτότητας, θα συνειδητοποιήσει πόσο διορατικός ήταν και ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης ως κοινωνικός σχολιαστής: ο Νεοέλληνας είναι καταδικασμένος να «πιθηκίζει», να μιμείται συμπεριφορές και εκδηλώσεις εν μέρει ή και ολότελα ξένες προς την αληθινή ουσία της ύπαρξής του. Έχει πλέον απαρνηθεί όλα όσα τον χαρακτήριζαν, του προσέδιδαν μοναδικότητα και ιδιαιτερότητα. Διέγραψε τον τεράστιο πλούτο της μουσικής του, της παράδοσής του, της γλώσσας του και της ιστορικής του μνήμης, υποκύπτοντας στον ασύγκριτα φτωχότερο δυτικό συγκερασμό. Αλυσοδεθήκαμε στο άρμα της νέας τάξης πραγμάτων και της ασύδοτης ελεύθερης αγοράς και να που καταντήσαμε. Αν νιώθεις κάτι ιδιαίτερο για την πατρίδα σου, μπορεί να σε «αφορίσουν», αλλά προσωπικά δεν με νοιάζει. Δεν θέλω να γίνω ομογενοποιημένος, θέλω να έχω τη δική μου σκέψη, τη δική μου «ταυτότητα». Μπορεί να είναι μια πολύ βαριά κληρονομιά το ερείπιο της Ακρόπολης, αλλά σκέφτομαι ότι θα ήταν ωραίο να κάναμε κι εμείς σήμερα μια αντίστοιχη Ακρόπολη. Είναι τυχαίο που έβαλαν εμάς στο στόχαστρο; Μήπως η ανατροπή θα έπρεπε να ξεκινήσει από εδώ…;
- Στην παρούσα συγκυρία όμως, πολλοί Έλληνες επιθυμούν να μεταναστεύσουν ή έχουν ήδη φύγει, και δεν εκφράζουν την επιθυμία να επιστρέψουν. Ο Αμερικάνος επιστρέφει μετά από χρόνια στον τόπο του για να ξαναβρεί τον έρωτά του και η ιστορία έχει happy end. Αναφορικά με τον πολιτισμό αλλά και γενικότερα, πιστεύετε ότι οι καταστάσεις είναι χειρότερες από το παρελθόν; Δικαιολογούν τόση απαισιοδοξία;
Ο πολιτισμός έχει απαξιωθεί εντελώς στις μέρες μας. Με αφορμή την οικονομική κρίση και το ότι πρέπει να καλύψουμε μόνο τις βασικές ανάγκες, ο πολιτισμός δεν συγκαταλέγεται σε αυτές. Για μένα ο πολιτισμός είναι η απόλυτη βασική ανάγκη. Γιατί να θεωρείται αυτή τη στιγμή ένα είδος πολυτελείας; Δηλαδή έχουμε έρθει σε αυτή τη ζωή για να τρώμε μόνο, να κάνουμε σεξ και να βλέπουμε χαζοσήριαλ; Δεν είναι για να σκεφτούμε, να αισθανθούμε, να έχουμε μια ψυχική ανάταση; Πολύ σωστά έλεγε η Μερκούρη ότι ο πολιτισμός είναι η μόνη μας βιομηχανία, γιατί δεν έχουμε τίποτ’ άλλο να παραγάγουμε. Δεν δίνονται κίνητρα για να γίνει ο εγχώριος πολιτισμός εξαγώγιμο είδος, ενώ έχουμε πολύ ταλαντούχους ανθρώπους. Γιατί να περιμένω εγώ τον Λιθουανό να έρθει να σκηνοθετήσει στο Εθνικό Θέατρο; Εγώ θα μιλήσω και από τη δική μας την πλευρά, των καλλιτεχνών, για έναν Υπουργό Πολιτισμού, έναν «Αψβούργο», έναν «πρίγκιπα σε γυάλινο πύργο που έχει ήδη θρυμματιστεί», ο οποίος απαξιώνει εντελώς οτιδήποτε έχει να κάνει με τον πολιτισμό, γιατί γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο πολιτισμός μπορεί να φέρει μια αντίσταση, να βάλει τα μυαλά να σκεφτούν. Θα τα κλείσουν όλα, ό,τι παράγει πολιτισμό. Το θεωρώ πρόκληση να έχει μετοχές ένας υπουργός πολιτισμού, κάποιος δηλαδή που διαχειρίζεται πολιτισμό, να έχει ταυτόχρονα τον ελεύθερο χρόνο να τζογάρει!
- Δεν εντοπίζετε δηλαδή καμία διάθεση ανατροπής αυτής της κατάστασης, αν όχι από την πολιτεία, τουλάχιστον από το μέρος του κοινού που δεν έχει αποχαυνωθεί;
Αυτό το νέο ανέβασμα του «Αμερικάνου» μου έδωσε μια αισιοδοξία από την άποψη ότι βρήκε απήχηση σε αυτή τη δύσκολη οικονομική συγκυρία. Η επιλογή να ανεβάσω Παπαδιαμάντη, που είναι και βαθιά πολιτικός, ήταν για μένα και μια μορφή αντίστασης μέσα στον καταπιόνα που ζούμε. Φταίμε βέβαια κυρίως κι εμείς οι ίδιοι για την κατάντια μας, μ’ αυτούς που έχουμε εκλέξει και επιλέξει. Έχουμε υποστεί τόσες προσβολές ως λαός και απορώ γιατί δεν αντιδρούμε ακόμα και τώρα. Προσωπικά ήθελα να ασχοληθώ με κάτι ελληνικό. Ο κόσμος ενδιαφέρεται για ειλικρινή και ελληνικό λόγο. Την τρέχουσα σαιζόν μάλιστα παίζονται πέντε παραστάσεις Παπαδιαμάντη. Το ότι ασχολούμαστε πλέον αρκετά με τη χαμένη ελληνικότητα του θεάτρου, την οποία οφείλουμε να ξαναβρούμε, είναι και ένας τρόπος άμυνας. Εγώ δεν θεωρώ ακριβό το θέατρο στην Ελλάδα. Ως Ηθικόν Ακμαιότατον, ανέκαθεν είχαμε προνομιακές τιμές για όλες τις «ειδικές» κατηγορίες θεατών, κάτι που εφαρμόζεται πια ευρύτερα. Και δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι το θέατρο δεν είναι το ίδιο με το να δεις σινεμά και τηλεόραση. Το θέατρο έχει το ζωντανό στοιχείο, ο ηθοποιός ιδρώνει δίπλα σου, σε κοιτάζει στα μάτια, σου μιλάει, προσπαθεί ν’ αφουγκραστεί την κάθε κίνηση και έκφρασή σου. Το κοινό είναι «συμπαίκτης», μαζί κάνουμε αυτή τη δουλειά.
Η παράσταση «Ο Αμερικάνος» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη σε ερμηνεία Θανάση Σαράντου, είναι διαθέσιμη και ως audiobook στο Apple iTunes Store, από την Pathos Publishing GmbH, σε συνεργασία με την εταιρία θεάτρου Ηθικόν Ακμαιότατον, τιμώντας την επέτειο των 100 χρόνων από τον θάνατο του «αγίου των ελληνικών γραμμάτων».
Θανάσης Σαράντος: «Αψβούργος πρίγκιψ σε γυάλινο πύργο ο Υπουργός Πολιτισμού»!
Επί τρία χρόνια μεταμορφώνεται στον ξενιτεμένο Έλληνα που επιστρέφει μετά από χρόνια στην πατρίδα του. Μεταμορφώνεται και στην μνηστή του, που τον περίμενε στωικά. Και στην ηλικιωμένη μητέρα της, στους βιοπαλαιστές συντοπίτες του, στα πιτσιρίκια της Σκιάθου. Ο Θανάσης Σαράντος είναι επί σκηνής ο άνθρωπος-«ορχήστρα», με τους πολλαπλούς ρόλους που ερμηνεύει στην παράσταση «Ο Αμερικάνος», μια θεατρική μεταφορά του ομότιτλου διηγήματος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
Στα τρία χρόνια επιτυχίας της, Έλληνες του εξωτερικού σπεύδουν να την παρακολουθήσουν θέλοντας ν’ ακούσουν την παπαδιαμαντική γλώσσα, σχολεία επισκέπτονται το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης για να γνωρίσουν οι μαθητές το έργο του «αγίου των γραμμάτων», αλλά και «απλό» κοινό σε διάφορα μέρη της Ελλάδας γοητεύεται από τη σκηνική μεταφορά του «κλασικού» αυτού ελληνικού έργου. Συναντήσαμε τον πρωταγωνιστή και σκηνοθέτη της παράστασης σε μια «χριστουγεννιάτικη» βραδιά και μιλήσαμε για το πώς έχει ζήσει αυτή την συμπόρευση με τον Παπαδιαμάντη, αλλά και για το πόσο επίκαιρος φαντάζει «Ο Αμερικάνος» στην εποχή που ζούμε.
Συνέντευξη στην Αργυρώ Σταυρίδη
- Εκτός από «χριστουγεννιάτικο», λόγω χρονικής τοποθέτησης της υπόθεσης, τι άλλους χαρακτηρισμούς θα δίνατε στο διήγημα «Ο Αμερικάνος»;
Μια ιστορία αγάπης και ξενιτιάς. Και κατ’ επέκταση, αποξένωσης και μοναξιάς. Όλα αυτά -ο ξενιτεμός, η σταδιακή αποξένωση και τελικά η απέραντη μοναξιά- είναι τα κυριότερα στάδια της φυγής και του αποχωρισμού από κάτι αγαπημένο. Με μοναδική μαεστρία, καθώς χτίζει σιγά-σιγά την περσόνα του Αμερικάνου, ο Παπαδιαμάντης αποκαλύπτει σταδιακά τον ήρωα. Και στο σημείο ακριβώς όπου έχει κορυφωθεί η απελπισία και η αγωνία του ξένου, δίνει την πολυπόθητη αντιστροφή της εξέλιξης: η λύση του δράματος δίνεται στο πρόσωπο της μαρτυρικής Μελαχρώς, που είναι ακόμα εκεί και τον περιμένει. Το ότι η ιστορία αυτή τοποθετείται χρονικά στη συγκεκριμένη εποχή του χρόνου, έχει ίσως την αιτία του στο ότι, ανέκαθεν, οι μέρες των Χριστουγέννων σήμαιναν αγάπη και επανασύνδεση. Αλλά και αντίστροφα: η αγάπη που επισφραγίζεται με την επανασύνδεση, αυτή είναι που λαμπρύνει ακόμα περισσότερο τις γιορτινές μέρες.
- Ο ξενιτεμένος Έλληνας που επιστρέφει, φαίνεται στους ντόπιους σαν «Αμερικάνος». Πώς βιώνει ο ήρωας αυτή την «κρίση ταυτότητας» και την επιφυλακτικότητα που συναντά;
Τίποτα στον λόγο του Παπαδιαμάντη δεν είναι τυχαίο: πάντοτε, εξυπηρετώντας ένα συγκεκριμένο σκοπό, μεταχειρίζεται άλλοτε την ιδιάζουσα «λόγια» γλώσσα, άλλοτε την εκκλησιαστική υμνογραφία, την Παλαιά και Καινή Διαθήκη, αλλά και την κοινή καθομιλουμένη. Δεν είναι καθόλου τυχαίο λοιπόν που ο τίτλος του διηγήματος-που είναι ταυτόχρονα και το μόνιμο «παρατσούκλι» που αποκτά ο ξένος με το που πατά το πόδι του στο νησί, είναι κι αυτό στη ντοπιολαλιά του τόπου: όχι το ουδέτερο «ο Αμερικανός», αλλά το πιο λαϊκό-και αδιόρατα ειρωνικό- «ο Αμερικάνος». Ο τόνος επίτηδες βαλμένος στην παραλήγουσα τονίζει αυτήν ακριβώς την κοροϊδία του κοσμάκη προς αυτόν, τον ουρανοκατέβατο επισκέπτη της παραμονής των Χριστουγέννων που δεν τους μοιάζει σε τίποτα. Δεν παύει ωστόσο να τους προξενεί και κάποιο φόβο το μυστήριο που τον περικλείει. Περισσότερο φόβο προκαλεί και ότι το χρήμα φαίνεται να μην έχει καμιά αξία για τον Αμερικάνο.
- Πόση βαρύτητα έχει για το μήνυμα του έργου ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει ο ήρωας το χρήμα;
Εδώ βλέπουμε πόσο επίκαιρος είναι ο συγγραφέας ειδικά στην δύσκολη οικονομική συγκυρία της εποχής μας. Ο Αμερικάνος απαξιώνει το χρήμα, το σκορπά, δεν το υπολογίζει. Αυτό που τον καίει, είναι ο έρωτας που άφησε για μια καλύτερη τύχη μακριά από τη πατρίδα του. Τον απασχολεί να κάνει «κουβέντα» στη γλώσσα που έχει ξεχάσει. Φαίνεται να καταλαβαίνει τα πάντα από όσα λέγονται γύρω του, όμως αδυνατεί σχεδόν να «κοινωνήσει» τις σκέψεις του: η γλώσσα φαίνεται γι’ αυτόν ένας μηχανισμός χρόνια αχρησιμοποίητος, που τώρα μόλις ξανάρχισε να λειτουργεί. Διπλά ξένος λοιπόν, τόσο ως προς την όψη όσο και ως προς τη γλώσσα. Κι αυτό ίσως είναι και το τραγικότερο σύμπτωμα της σταδιακής αποξένωσης, που προκάλεσε ο μακροχρόνιος αποχωρισμός από την πατρίδα και τους «δικούς» ανθρώπους.
- Η γλώσσα του Παπαδιαμάντη, αν και πολύ προσιτή, είναι «καθαρεύουσα». Κάποια στιγμή ακόμα και οι μεγαλύτεροι συγγραφείς «εκλαϊκεύονται» γλωσσικά για να είναι εύληπτοι. Θα δικαιολογούνταν λοιπόν ποτέ μια γλωσσική «εκλαΐκευσή» του;
Όποιος έχει ασχοληθεί ουσιαστικά με το παπαδιαμαντικό έργο, χωρίς να είναι απαραίτητα ειδικός, όσο περισσότερο διαβάζει και ανακαλύπτει νέους θησαυρούς νοημάτων και αισθημάτων σ’ αυτό το απύθμενο πέλαγος που λέγεται Παπαδιαμάντης, καταλήγει πάντα στο ίδιο στερεότυπο συμπέρασμα: η γλώσσα του κυρ-Αλέξανδρου είναι αδύνατο να ενταχθεί σε καθιερωμένα καλούπια, να περιγραφεί μονολεκτικά. Είναι τρομακτικά ελλιπής, άδικος σχεδόν ο χαρακτηρισμός «καθαρεύουσα». Η γλώσσα του Παπαδιαμάντη δεν είναι καθαρεύουσα - πιο σωστά, δεν είναι μόνο καθαρεύουσα. Είναι ταυτόχρονα καθαρεύουσα, είναι λόγια, λαϊκή, εξειδικευμένη, επιστημονική, τεχνική, θεολογική. Αλλά και υπέροχα «πεζή» όταν χρειάζεται. Έξυπνη, εύστροφη, «περιπαθής» -για να χρησιμοποιήσουμε και μια από τις υπέροχες, περιγραφικότατες εκφράσεις του- αγαπητική, ερωτική. Αν πρέπει να χρησιμοποιήσουμε οπωσδήποτε μία και μόνη λέξη για να την περιγράψουμε, η μόνη που θα μας επιτρεπόταν ίσως, θα ήταν «ποιητική». Ο Παπαδιαμάντης δεν επιδέχεται καμιά απολύτως επέμβαση, καμιά «εκλαΐκευση». Είναι από μόνος του όσο ακριβώς «λαϊκός» χρειάζεται.
- Στην σύγχρονη εποχή, όπου «καταναλώνουμε» και υιοθετούμε πιο εύκολα ξενόφερτα στοιχεία, σε τι βαθμό πιστεύετε ότι μπορούν να υπάρχουν ακόμα «εθνικές ταυτότητες»; Τι περιεχόμενο και χρησιμότητα δίνετε εσείς σε έναν τέτοιο όρο;
Αν δει κανείς πόση σημασία δίνει ο σύγχρονος Έλληνας στη σπουδαιότητα της δικής του εθνικής ταυτότητας, θα συνειδητοποιήσει πόσο διορατικός ήταν και ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης ως κοινωνικός σχολιαστής: ο Νεοέλληνας είναι καταδικασμένος να «πιθηκίζει», να μιμείται συμπεριφορές και εκδηλώσεις εν μέρει ή και ολότελα ξένες προς την αληθινή ουσία της ύπαρξής του. Έχει πλέον απαρνηθεί όλα όσα τον χαρακτήριζαν, του προσέδιδαν μοναδικότητα και ιδιαιτερότητα. Διέγραψε τον τεράστιο πλούτο της μουσικής του, της παράδοσής του, της γλώσσας του και της ιστορικής του μνήμης, υποκύπτοντας στον ασύγκριτα φτωχότερο δυτικό συγκερασμό. Αλυσοδεθήκαμε στο άρμα της νέας τάξης πραγμάτων και της ασύδοτης ελεύθερης αγοράς και να που καταντήσαμε. Αν νιώθεις κάτι ιδιαίτερο για την πατρίδα σου, μπορεί να σε «αφορίσουν», αλλά προσωπικά δεν με νοιάζει. Δεν θέλω να γίνω ομογενοποιημένος, θέλω να έχω τη δική μου σκέψη, τη δική μου «ταυτότητα». Μπορεί να είναι μια πολύ βαριά κληρονομιά το ερείπιο της Ακρόπολης, αλλά σκέφτομαι ότι θα ήταν ωραίο να κάναμε κι εμείς σήμερα μια αντίστοιχη Ακρόπολη. Είναι τυχαίο που έβαλαν εμάς στο στόχαστρο; Μήπως η ανατροπή θα έπρεπε να ξεκινήσει από εδώ…;
- Στην παρούσα συγκυρία όμως, πολλοί Έλληνες επιθυμούν να μεταναστεύσουν ή έχουν ήδη φύγει, και δεν εκφράζουν την επιθυμία να επιστρέψουν. Ο Αμερικάνος επιστρέφει μετά από χρόνια στον τόπο του για να ξαναβρεί τον έρωτά του και η ιστορία έχει happy end. Αναφορικά με τον πολιτισμό αλλά και γενικότερα, πιστεύετε ότι οι καταστάσεις είναι χειρότερες από το παρελθόν; Δικαιολογούν τόση απαισιοδοξία;
Ο πολιτισμός έχει απαξιωθεί εντελώς στις μέρες μας. Με αφορμή την οικονομική κρίση και το ότι πρέπει να καλύψουμε μόνο τις βασικές ανάγκες, ο πολιτισμός δεν συγκαταλέγεται σε αυτές. Για μένα ο πολιτισμός είναι η απόλυτη βασική ανάγκη. Γιατί να θεωρείται αυτή τη στιγμή ένα είδος πολυτελείας; Δηλαδή έχουμε έρθει σε αυτή τη ζωή για να τρώμε μόνο, να κάνουμε σεξ και να βλέπουμε χαζοσήριαλ; Δεν είναι για να σκεφτούμε, να αισθανθούμε, να έχουμε μια ψυχική ανάταση; Πολύ σωστά έλεγε η Μερκούρη ότι ο πολιτισμός είναι η μόνη μας βιομηχανία, γιατί δεν έχουμε τίποτ’ άλλο να παραγάγουμε. Δεν δίνονται κίνητρα για να γίνει ο εγχώριος πολιτισμός εξαγώγιμο είδος, ενώ έχουμε πολύ ταλαντούχους ανθρώπους. Γιατί να περιμένω εγώ τον Λιθουανό να έρθει να σκηνοθετήσει στο Εθνικό Θέατρο; Εγώ θα μιλήσω και από τη δική μας την πλευρά, των καλλιτεχνών, για έναν Υπουργό Πολιτισμού, έναν «Αψβούργο», έναν «πρίγκιπα σε γυάλινο πύργο που έχει ήδη θρυμματιστεί», ο οποίος απαξιώνει εντελώς οτιδήποτε έχει να κάνει με τον πολιτισμό, γιατί γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο πολιτισμός μπορεί να φέρει μια αντίσταση, να βάλει τα μυαλά να σκεφτούν. Θα τα κλείσουν όλα, ό,τι παράγει πολιτισμό. Το θεωρώ πρόκληση να έχει μετοχές ένας υπουργός πολιτισμού, κάποιος δηλαδή που διαχειρίζεται πολιτισμό, να έχει ταυτόχρονα τον ελεύθερο χρόνο να τζογάρει!
- Δεν εντοπίζετε δηλαδή καμία διάθεση ανατροπής αυτής της κατάστασης, αν όχι από την πολιτεία, τουλάχιστον από το μέρος του κοινού που δεν έχει αποχαυνωθεί;
Αυτό το νέο ανέβασμα του «Αμερικάνου» μου έδωσε μια αισιοδοξία από την άποψη ότι βρήκε απήχηση σε αυτή τη δύσκολη οικονομική συγκυρία. Η επιλογή να ανεβάσω Παπαδιαμάντη, που είναι και βαθιά πολιτικός, ήταν για μένα και μια μορφή αντίστασης μέσα στον καταπιόνα που ζούμε. Φταίμε βέβαια κυρίως κι εμείς οι ίδιοι για την κατάντια μας, μ’ αυτούς που έχουμε εκλέξει και επιλέξει. Έχουμε υποστεί τόσες προσβολές ως λαός και απορώ γιατί δεν αντιδρούμε ακόμα και τώρα. Προσωπικά ήθελα να ασχοληθώ με κάτι ελληνικό. Ο κόσμος ενδιαφέρεται για ειλικρινή και ελληνικό λόγο. Την τρέχουσα σαιζόν μάλιστα παίζονται πέντε παραστάσεις Παπαδιαμάντη. Το ότι ασχολούμαστε πλέον αρκετά με τη χαμένη ελληνικότητα του θεάτρου, την οποία οφείλουμε να ξαναβρούμε, είναι και ένας τρόπος άμυνας. Εγώ δεν θεωρώ ακριβό το θέατρο στην Ελλάδα. Ως Ηθικόν Ακμαιότατον, ανέκαθεν είχαμε προνομιακές τιμές για όλες τις «ειδικές» κατηγορίες θεατών, κάτι που εφαρμόζεται πια ευρύτερα. Και δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι το θέατρο δεν είναι το ίδιο με το να δεις σινεμά και τηλεόραση. Το θέατρο έχει το ζωντανό στοιχείο, ο ηθοποιός ιδρώνει δίπλα σου, σε κοιτάζει στα μάτια, σου μιλάει, προσπαθεί ν’ αφουγκραστεί την κάθε κίνηση και έκφρασή σου. Το κοινό είναι «συμπαίκτης», μαζί κάνουμε αυτή τη δουλειά.
Η παράσταση «Ο Αμερικάνος» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη σε ερμηνεία Θανάση Σαράντου, είναι διαθέσιμη και ως audiobook στο Apple iTunes Store, από την Pathos Publishing GmbH, σε συνεργασία με την εταιρία θεάτρου Ηθικόν Ακμαιότατον, τιμώντας την επέτειο των 100 χρόνων από τον θάνατο του «αγίου των ελληνικών γραμμάτων».
Απευθείας σύνδεσµος:
newsvoice.gr, συνέντευξη στη Νέλλη Ταμπουρά
(Οκτώβριος 2012)
Συνέντευξη του Θανάση Σαράντου στο newsvoice.gr και στη Νέλλη Ταμπουρά
«Ο αυθεντικός λόγος του Παπαδιαμάντη μένει επίκαιρος ακόμα και σήμερα. Τίποτα, δυστυχώς τίποτα δεν έχει αλλάξει. Τότε, όπως και σήμερα, υπήρχαν πολιτικοί που εκμεταλλεύονταν τη θέληση του λαού, υπήρχαν και τότε σκάνδαλα. Ο Παπαδιαμάντης δε φοβήθηκε να μιλήσει ευθαρσώς για τα τεκταινόμενα της εποχής του. Όπως και τότε, έτσι και σήμερα, υπήρχε φτώχεια και δύσκολες συνθήκες, ο Παπαδιαμάντης κατήγγειλε τα κακώς κείμενα».
Αυτά ήταν από τα πρώτα λόγια που άκουσα μιλώντας με τον σκηνοθέτη και ηθοποιό, Θανάση Σαράντο, για την παράστασή του «Ο Αμερικάνος», ένα έργο του Παπαδιαμάντη, το οποίο ο σκηνοθέτης τόλμησε να ανεβάσει στο θεατρικό σανίδι και κατάφερε να κάνει τον κόσμο να τον αγαπήσει και να τον στηρίξει.
Στην παράσταση ο Θανάσης Σαράντος ως αφηγητής, ερμηνεύει μια περσόνα του Παπαδιαμάντη, κρυφοκοιτάζει τη δράση και "μετατοπίζεται" σε όλα τα πρόσωπα που αφηγείται, με τη συνδρομή της μουσικής και των ήχων από τον συνθέτη Λάμπρο Πηγούνη.
Στη σκηνή οι θεατές παρακολουθούν τη συνομιλία της απαστράπτουσας γλώσσας του Παπαδιαμάντη με ζωντανή μουσική. Το σύμπαν των ατμοσφαιρικών ήχων που παράγονται από μια αλλιώτικη χρήση του πιάνου συνάδει με όλη την ποικιλία, την δύναμη και τον πλούτο της συγκλονιστικής γλώσσας του κλασικού διηγήματος.
Για την παράσταση αυτή, όπως ο ίδιος αναφέρει αρκετά συγκινημένος και υπερήφανος:
«Η παράσταση ήταν ένα μακρύ ταξίδι. Ξεκίνησε από το μικρό θέατρο Άλεκτον, μετά στο Ίδρυμα Κακογιάννη για να καταλήξει σήμερα στο Τριανόν και φυσικά να παιχτεί σε όλη σχεδόν την Ελλάδα.
Ευχαριστώ θερμά το κοινό που στάθηκε στην παράσταση. Ειδικά, το γεγονός ότι ο γενέθλιος τόπος του Παπαδιαμάντη, η Σκιάθος, επέλεξε τη δική μας παράσταση για την επέτειο των 100 χρόνων από το θάνατο του συγγραφέα αποτελεί μεγάλη μας τιμή».
Ο Θανάσης Σαράντος δηλώνει κατηγορηματικά πως δε θα άλλαζε την καθαρεύουσα του Παπαδιαμάντη με την σύγχρονη νεοελληνική γλώσσα: «δεν είναι καθαρεύουσα είναι Παπαδιαμαντική», απαντάει. «Και είναι μια γλώσσα απαστράπτουσα».
Και πράγματι, αν και η γλώσσα δεν είναι σύγχρονη, το κοινό δεν επηρεάστηκε από τη δυσκολία της κατανόησης. Γεγονός που το αποδεικνύει η τεσσάρων χρόνων πορεία της παράστασης.
«Δεν είχα παράπονο από το κοινό ότι δεν κατανοούσε το νόημα ή τον ειρμό των λέξεων. Πάνω από όλα καταλάβαινε το κρυμμένο υποσυνείδητο νόημα που υπήρχε πίσω από τις λέξεις. Ο θεατής ακόμα και αν δεν κατανοεί απόλυτα την κάθε λέξη μπορεί να νοιώσει το εσωτερικό νόημα. Ελπίζω να είμαστε άξιοι ερμηνευτές του. Στην περιφέρεια, μάλιστα, οι θεατές είναι πιο ανοιχτοί και πιο διψασμένοι για νέα πράγματα».
«Έγινα καλύτερος άνθρωπος κατά τη διάρκεια της ενασχόλησής μου με τον Παπαδιαμάντη. Ο λόγος του Παπαδιαμάντη λειτουργεί λυτρωτικά και το κοινό το έχει ανάγκη».
Όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η παράσταση «Corpus Cristi», ο ίδιος απαντά : Τα γεγονότα που έγιναν εκεί και εμποδίστηκε μια παράσταση είναι άκρως απαράδεχτα. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να επιβάλει την αντίθετη άποψή του με τη βία. Πρέπει όμως να αναρωτηθούμε πώς εκκολάφτηκε επί 30 τουλάχιστον χρόνια το επικίνδυνο αυγό του φασισμού. Να αναρωτηθούμε για τις πραγματικές αιτίες που υπάρχουν τώρα αυτά τα φαινόμενα και τι πραγματικό ρόλο παίζουν. Για μένα πιο επικίνδυνος είναι ο φασισμός που κρύβεται σε καλογυαλισμένα κοστούμια της διαπλοκής που πλασάρουν ένα δήθεν αριστερό προσωπείο χωρίς να σημαίνει ότι ο τραμπουκισμός δεν θα πρέπει να είναι κατακριτέος. Ζούμε σε επικίνδυνους καιρούς και οι πραγματικοί υπαίτιοι της εθνικής μας κατάπτωσης καιροφυλακτούν για τη μεγάλη τους έξοδο με ό, τι μπορεί να σημαίνει αυτό. Τώρα είναι ο καιρός για πραγματική συμφιλίωση και αλληλεγγύη.
Οφείλουμε να τονίσουμε, ότι η παράσταση ανέβηκε όλο αυτό τον καιρό χωρίς τη ενίσχυση του Υπουργείου Πολιτισμού και ότι η επιτυχία της οφείλεται καθαρά και μόνο στο κόμπο και το μεράκι της ομάδας του Θανάση Σαράντου αλλά και του ίδιου.
«Οι κρατικές επιχορηγήσεις από το ΥΠΠΟ είναι ένα παιχνίδι συμφερόντων. Ό, τι πάει να ξεχωρίσει, ό, τι πάει να προσφέρει ουσία χτυπιέται από το «ιερατείο» που τόσα χρόνια επιθυμούσε ένα «πολιτισμό» ελληνικής τηλεόρασης που, το λιγότερο, αποχαυνώνει τον κόσμο. Αλλά σάπισε τόσο πολύ που ευτυχώς πια δεν ακούγονται οι βουλές του», δηλώνει χαρακτηριστικά.
Η παράσταση του «Αμερικάνου» στο Τριανόν κατεβάζει την αυλαία της, την Κυριακή 4 Νοεμβρίου.
Μετά θα ξαναταξιδέψει σε ελληνικές πόλεις με πρώτη στάση τα Χανιά 1-2 Δεκεμβρίου, στο Βενιζέλειο Ωδείο.
Παράλληλα, σε συνεργασία με την εταιρεία παραγωγής Pathos Publishing, ο Θανάσης Σαράντος προσπαθεί να μεταφέρει την παράσταση στο Βερολίνο. Σκοπός είναι ομογενείς μας να αφουγκραστούν το μήνυμα του Παπαδιαμάντη, και στο εξωτερικό. Ταυτόχρονα, κυκλοφορεί και το audiobook της παράστασης(………)
Επόμενη παράσταση του Θανάση Σαράντου θα είναι ένα διήγημα του Εμμανουήλ Ροΐδη. Λεπτομέρειες σχετικά με την παράσταση θα ανακοινωθούν σύντομα.
Συνέντευξη του Θανάση Σαράντου στο newsvoice.gr και στη Νέλλη Ταμπουρά
«Ο αυθεντικός λόγος του Παπαδιαμάντη μένει επίκαιρος ακόμα και σήμερα. Τίποτα, δυστυχώς τίποτα δεν έχει αλλάξει. Τότε, όπως και σήμερα, υπήρχαν πολιτικοί που εκμεταλλεύονταν τη θέληση του λαού, υπήρχαν και τότε σκάνδαλα. Ο Παπαδιαμάντης δε φοβήθηκε να μιλήσει ευθαρσώς για τα τεκταινόμενα της εποχής του. Όπως και τότε, έτσι και σήμερα, υπήρχε φτώχεια και δύσκολες συνθήκες, ο Παπαδιαμάντης κατήγγειλε τα κακώς κείμενα».
Αυτά ήταν από τα πρώτα λόγια που άκουσα μιλώντας με τον σκηνοθέτη και ηθοποιό, Θανάση Σαράντο, για την παράστασή του «Ο Αμερικάνος», ένα έργο του Παπαδιαμάντη, το οποίο ο σκηνοθέτης τόλμησε να ανεβάσει στο θεατρικό σανίδι και κατάφερε να κάνει τον κόσμο να τον αγαπήσει και να τον στηρίξει.
Στην παράσταση ο Θανάσης Σαράντος ως αφηγητής, ερμηνεύει μια περσόνα του Παπαδιαμάντη, κρυφοκοιτάζει τη δράση και "μετατοπίζεται" σε όλα τα πρόσωπα που αφηγείται, με τη συνδρομή της μουσικής και των ήχων από τον συνθέτη Λάμπρο Πηγούνη.
Στη σκηνή οι θεατές παρακολουθούν τη συνομιλία της απαστράπτουσας γλώσσας του Παπαδιαμάντη με ζωντανή μουσική. Το σύμπαν των ατμοσφαιρικών ήχων που παράγονται από μια αλλιώτικη χρήση του πιάνου συνάδει με όλη την ποικιλία, την δύναμη και τον πλούτο της συγκλονιστικής γλώσσας του κλασικού διηγήματος.
Για την παράσταση αυτή, όπως ο ίδιος αναφέρει αρκετά συγκινημένος και υπερήφανος:
«Η παράσταση ήταν ένα μακρύ ταξίδι. Ξεκίνησε από το μικρό θέατρο Άλεκτον, μετά στο Ίδρυμα Κακογιάννη για να καταλήξει σήμερα στο Τριανόν και φυσικά να παιχτεί σε όλη σχεδόν την Ελλάδα.
Ευχαριστώ θερμά το κοινό που στάθηκε στην παράσταση. Ειδικά, το γεγονός ότι ο γενέθλιος τόπος του Παπαδιαμάντη, η Σκιάθος, επέλεξε τη δική μας παράσταση για την επέτειο των 100 χρόνων από το θάνατο του συγγραφέα αποτελεί μεγάλη μας τιμή».
Ο Θανάσης Σαράντος δηλώνει κατηγορηματικά πως δε θα άλλαζε την καθαρεύουσα του Παπαδιαμάντη με την σύγχρονη νεοελληνική γλώσσα: «δεν είναι καθαρεύουσα είναι Παπαδιαμαντική», απαντάει. «Και είναι μια γλώσσα απαστράπτουσα».
Και πράγματι, αν και η γλώσσα δεν είναι σύγχρονη, το κοινό δεν επηρεάστηκε από τη δυσκολία της κατανόησης. Γεγονός που το αποδεικνύει η τεσσάρων χρόνων πορεία της παράστασης.
«Δεν είχα παράπονο από το κοινό ότι δεν κατανοούσε το νόημα ή τον ειρμό των λέξεων. Πάνω από όλα καταλάβαινε το κρυμμένο υποσυνείδητο νόημα που υπήρχε πίσω από τις λέξεις. Ο θεατής ακόμα και αν δεν κατανοεί απόλυτα την κάθε λέξη μπορεί να νοιώσει το εσωτερικό νόημα. Ελπίζω να είμαστε άξιοι ερμηνευτές του. Στην περιφέρεια, μάλιστα, οι θεατές είναι πιο ανοιχτοί και πιο διψασμένοι για νέα πράγματα».
«Έγινα καλύτερος άνθρωπος κατά τη διάρκεια της ενασχόλησής μου με τον Παπαδιαμάντη. Ο λόγος του Παπαδιαμάντη λειτουργεί λυτρωτικά και το κοινό το έχει ανάγκη».
Όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η παράσταση «Corpus Cristi», ο ίδιος απαντά : Τα γεγονότα που έγιναν εκεί και εμποδίστηκε μια παράσταση είναι άκρως απαράδεχτα. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να επιβάλει την αντίθετη άποψή του με τη βία. Πρέπει όμως να αναρωτηθούμε πώς εκκολάφτηκε επί 30 τουλάχιστον χρόνια το επικίνδυνο αυγό του φασισμού. Να αναρωτηθούμε για τις πραγματικές αιτίες που υπάρχουν τώρα αυτά τα φαινόμενα και τι πραγματικό ρόλο παίζουν. Για μένα πιο επικίνδυνος είναι ο φασισμός που κρύβεται σε καλογυαλισμένα κοστούμια της διαπλοκής που πλασάρουν ένα δήθεν αριστερό προσωπείο χωρίς να σημαίνει ότι ο τραμπουκισμός δεν θα πρέπει να είναι κατακριτέος. Ζούμε σε επικίνδυνους καιρούς και οι πραγματικοί υπαίτιοι της εθνικής μας κατάπτωσης καιροφυλακτούν για τη μεγάλη τους έξοδο με ό, τι μπορεί να σημαίνει αυτό. Τώρα είναι ο καιρός για πραγματική συμφιλίωση και αλληλεγγύη.
Οφείλουμε να τονίσουμε, ότι η παράσταση ανέβηκε όλο αυτό τον καιρό χωρίς τη ενίσχυση του Υπουργείου Πολιτισμού και ότι η επιτυχία της οφείλεται καθαρά και μόνο στο κόμπο και το μεράκι της ομάδας του Θανάση Σαράντου αλλά και του ίδιου.
«Οι κρατικές επιχορηγήσεις από το ΥΠΠΟ είναι ένα παιχνίδι συμφερόντων. Ό, τι πάει να ξεχωρίσει, ό, τι πάει να προσφέρει ουσία χτυπιέται από το «ιερατείο» που τόσα χρόνια επιθυμούσε ένα «πολιτισμό» ελληνικής τηλεόρασης που, το λιγότερο, αποχαυνώνει τον κόσμο. Αλλά σάπισε τόσο πολύ που ευτυχώς πια δεν ακούγονται οι βουλές του», δηλώνει χαρακτηριστικά.
Η παράσταση του «Αμερικάνου» στο Τριανόν κατεβάζει την αυλαία της, την Κυριακή 4 Νοεμβρίου.
Μετά θα ξαναταξιδέψει σε ελληνικές πόλεις με πρώτη στάση τα Χανιά 1-2 Δεκεμβρίου, στο Βενιζέλειο Ωδείο.
Παράλληλα, σε συνεργασία με την εταιρεία παραγωγής Pathos Publishing, ο Θανάσης Σαράντος προσπαθεί να μεταφέρει την παράσταση στο Βερολίνο. Σκοπός είναι ομογενείς μας να αφουγκραστούν το μήνυμα του Παπαδιαμάντη, και στο εξωτερικό. Ταυτόχρονα, κυκλοφορεί και το audiobook της παράστασης(………)
Επόμενη παράσταση του Θανάση Σαράντου θα είναι ένα διήγημα του Εμμανουήλ Ροΐδη. Λεπτομέρειες σχετικά με την παράσταση θα ανακοινωθούν σύντομα.
arive.gr
(7/3/13)
Ο Θανάσης Σαράντος στο arive.gr με αφορμή την παράσταση «Ο Αμερικάνος», ένα έργο του Παπαδιαμάντη…
1. Ένα ταξίδι εδώ και τέσσερα χρόνια, σε όλη την Ελλάδα.. Μια τεράστια επιτυχία.. λίγα λόγια για την παράσταση που παρουσιάζεις στη σκηνή σε δική σου σκηνοθεσία και που θα παρακολουθήσουμε την Κυριακή 10 Μαρτίου στην Αντωνιάδειο Στέγη Γραμμάτων και τεχνών στη Βέροια.
Το ταξίδι του "Αμερικάνου" ξεκίνησε το 2009 σε ένα θεατράκι στην καρδιά της Αθήνας, στο Μεταξουργείο, με μόνο συμπαίκτη τον συνθέτη της μουσικής μας Λάμπρο Πηγούνη. Επί τέσσερις μήνες χωρίς καμμία βοήθεια (ηθική ή οικονομική), υπό τις πλέον αντίξοες συνθήκες, μέσα στο κρύο προσπαθούσαμε να δώσουμε ζωή στους ήρωες του Σκιαθίτη συγγραφέα. Αποτελεί μεγάλη δικαίωση που σιγά-σιγά, από στόμα σε στόμα η παράσταση γινόταν γνωστή και που το κοινό μας μεγάλωνε. Πολλές φορές διακόπταμε τις παραστάσεις γιατί είτε υπήρχε κάποια άλλη υποχρέωσή μας είτε δεν υπήρχε χώρος να μας φιλοξενήσει. Όμως η παράσταση ανέβαινε ξανά. Γνωρίζαμε ότι θα ήθελαν να την παρακολουθήσουν και άλλοι θεατές. Και αποδείχτηκε -σχεδόν πάντα- ότι οι θεατές μας περίμεναν. Στην αρχή η παράσταση λόγω ιδιαιτερότητας της γλώσσας φαινόταν να απευθύνεται σε ανθρώπους κάπως μεγαλύτερης ηλικίας. Το κοινό όμως ανανεώθηκε. Σιγά-σιγά ήρθαν και νεότεροι που ίσως ποτέ να μην είχαν διαβάσει Παπαδιαμάντη και που πραγματικά ένιωσα ότι η γλώσσα του, οι ιδέες του, η ανθρωπιά του κυρ-Αλέξανδρου αγκάλιαζε και αυτούς. Για παράδειγμα στα Χανιά που παίξαμε τον Δεκέμβρη το 70% των θεατών μας εκεί ήταν νέοι άνθρωποι.
2. Που κρύβεται το μυστικό της επιτυχίας αυτής της παράστασης? Διαβάσαμε ότι η παράσταση σας όλο αυτό τον καιρό ανέβηκε χωρίς καμία κρατική ενίσχυση..
Η μόνη πραγματική βοήθεια είναι η φιλοξενία από δημόσιους φορείς, όπως η ΚΕΠΑ Βέροιας και ο Δήμος Βέροιας παραδείγματος χάριν, που μας δίνουν την ευκαιρία να δείξουμε τη δουλειά μας εδώ. Ευτυχώς που υπάρχουν ακόμα κάποια δημοτικά θέατρα και που έστω με τις υπάρχουσες οικονομικές δυσχέρειες μπορούν να μας φιλοξενήσουν για 1-2 παραστάσεις.
Το φαινόμενο της απαξίωσης με τους δημόσιους φορείς όπως το Υπουργείο Πολιτισμού είναι γνωστό. Στην Ελλάδα ένας νέος καλλιτέχνης πραγματικά πρέπει να κάνει τιτάνιο αγώνα για να δείξει τη δουλειά του τις περισσότερες φορές με τίμημα τον πιθανό κίνδυνο προσωπικής χρεωκοπίας. Όμως, πρέπει να επιμείνεις. Με το μουσικό μου, τον Παναγιώτη Κραμπή, έχουμε διασχίσει χιλιάδες χιλιόμετρα, από πόλη σε πόλη και σχεδόν σε κάθε άκρη της Ελλάδας, με πείσμα και αγωνία για να προσφέρουμε στο κοινό απλόχερα τον πνευματικό θησαυρό του Παπαδιαμάντη. Για εμάς, στην ομάδα μας «ηθικόν ακμαιότατον» είναι και αυτό μια μορφή αντίστασης σ’ έναν τόπο που’ χει πάψει προ πολλού να σέβεται τη γλώσσα του και την πολιτιστική του κληρονομιά. Σίγουρα υπήρχε ή υπάρχει –δυστυχώς – κάποιο σχέδιο αλλοτρίωσης και μετάλλαξης του Έλληνα σε ομογενοποιημένο καταναλωτή. Νομίζω όμως ότι υποσυνείδητα οι συμπατριώτες μας, έστω και τώρα, αντιστέκονται και μπορούν να ξεχωρίσουν το ψεύτικο από το αληθινό. Επομένως, αν υπάρχει κάποιο μυστικό στην επιτυχία αυτής της παράστασης, είναι η αλήθεια του λόγου του Σκιαθίτη συγγραφέα.
3. Αξίζει να τονιστεί ότι επιλέχτηκε στη Σκιάθο, τη γενέτειρα του Παπαδιαμάντη, η παράστασή σας για την επέτειο των 100 χρόνων από το θάνατο του συγγραφέα..
Υπήρξε μεγάλη τιμή για μας, το 2011, να παρουσιάσουμε την παράσταση στη Σκιάθο με την υποστήριξη του Μουσείου-Σπιτιού Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Ήταν το πιο δύσκολο κοινό γιατί γνώριζαν απολύτως το κείμενο και ο ενθουσιασμός τους στο τέλος της παράστασης η μεγαλύτερη δικαίωση.
4. Ο Παπαδιαμάντης έγινε “της μόδας” τον τελευταίο καιρό.. ποιο είναι εκείνο το στοιχείο που τον κάνει τόσο επίκαιρο και διαχρονικό;
Η αγάπη του για τα πάθη των απλών ανθρώπων. Ο θεατής ταυτίζεται με τους ήρωες του Παπαδιαμάντη, ο λόγος του είναι λυτρωτικός για το σημερινό θεατή, που έχει αηδιάσει με το ψέμα της τηλεόρασης. Εμείς ξεκινήσαμε το 2009 και από τότε ακολούθησαν δεκάδες ομάδες, κι αυτό είναι παρήγορο, το ότι δηλαδή τελικά και κοινό υπάρχει για τον ελληνικό λόγο και διάθεση από μας τους καλλιτέχνες να ασχοληθούν με κάτι πραγματικά γνήσιο. Ελπίζω αυτό το θεατρικό κίνημα να μπορέσει να συνεχίσει με τις ίδιες δυνάμεις.
5. Ποιο είναι εκείνο το στοιχείο που σας κέρδισε στο έργο του Παπαδιαμάντη;
Φυσικά η γλώσσα του, που δημιουργεί χιλιάδες εικόνες στα αυτιά των θεατών: η μουσικότητά της είναι ένα ταξίδι μέσα στο χρόνο. Μπορούμε να νιώσουμε και να κατανοήσουμε βαθιά την ιστορία που έχει ο τόπος μας και την ευθύνη που έχουμε εμείς οι νεότεροι να τη διαφυλάξουμε.
6. Μέσα στο έργο «Ο Αμερικάνος» προωθούνται αξίες όπως η αγάπη, η ανθρωπιά, η πίστη, η πατρίδα, ο άνθρωπος… αξίες που πλέον έχουν χαθεί ή αλλοιωθεί στο πέρασμα του χρόνου. Πόσο σημαντικές είναι αυτές οι αξίες? Χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε αξίες;
Φυσικά χρειάζεται επαναπροσδιορισμός μετά από τόσες δεκαετίες ψέμα. Είχαμε φτάσει σε σημείο να ντρεπόμαστε για τον τόπο καταγωγής μας. Όλοι ήμασταν Αθηναίοι! Λες και το αρβανιτοχώρι του 18ου αιώνα ήταν τόπος καταγωγής όλων των Ελλήνων. Αυτό είναι και το καίριο ζήτημα του έργου. Τελικά, πατρίδα μας είναι η γλώσσα μας. Ο Γιάννης Μοθωνιός, ο αποκαλούμενος και «Αμερικάνος» από τους ντόπιους του νησιού του, της Σκιάθου, ξαναγυρνά ξεριζωμένος μετά 25 χρόνια σκληρής ξενιτιάς και προσπαθεί να βρει αυτό που τον συνδέει με τον τόπο του. Πλέον έχουμε καταντήσει όλοι «Αμερικάνοι», ξένοι στον ίδιο τον τόπο μας. Ίσως αυτή η κρίση, που δεν είναι μόνο οικονομική αλλά περισσότερο ηθική, αφού πλέον δεν υπάρχουν χρήματα για τους πολλούς, να μας κάνει να νιώσουμε ότι το αληθινό νόημα της ζωής τελικά είναι μόνο η αγάπη. Αυτή την αγάπη αναζητά ο ήρωας του έργου. Ήρθε με δολλάρια, αλλά δεν είναι ευτυχισμένος. Το σπίτι του έχει ρημαχτεί, οι γονείς του έχουν πεθάνει. Μόνη του ελπίδα είναι αν η κοπέλα που κάποτε αγάπησε υπάρχει ακόμα γι’ αυτόν.
Νομίζω ότι αυτό είναι και το στοιχείο που με κέρδισε στο συγκεκριμένο διήγημα του Παπαδιαμάντη: παρόλο που γράφτηκε το 1891, η ιστορία του αφορά απόλυτα και στο σημερινό θεατή.
7. Πόσο δύσκολη είναι κατανόηση της παράστασης; Όπως έχετε αναφέρει η γλώσσα του «δεν είναι καθαρεύουσα, είναι Παπαδιαμαντική.. είναι μια γλώσσα απαστράπτουσα».
Ενδεχομένως να ξενίζει στα 3 πρώτα λεπτά το κοινό αυτή η υπέροχη παπαδιαμαντική καθαρεύουσα. Ίσως να υπάρχουν μερικές λέξεις που είναι δυσνόητες. Παρ’ όλα αυτά ακόμα και ένα παιδί μπορεί να νιώσει την ιστορία. Επίσης, δεν υπάρχει μόνο καθαρεύουσα στο διήγημα: υπάρχει η υπέροχη σκιαθίτικη ντοπιολαλιά, η καθημερινή γλώσσα των απλών ανθρώπων, των αχθοφόρων, των παιδιών, της Ελλάδας που έχει χαθεί για πάντα. Δε νομίζω ότι η κατανόηση της παράστασης είναι δύσκολη υπόθεση. Κι αυτό μας το αποδεικνύει κάθε φορά ο ενθουσιασμός στο τέλος της παράστασης και η αγάπη του κοινού, που φαίνεται να μην έχει χορτάσει τον υπέροχο λόγο του Παπαδιαμάντη.
8. Στην επαρχία το κοινό είναι διαφορετικό;
Στην επαρχία το κοινό μου φαίνεται πιο αληθινό, λιγότερο «τηλεόπληκτο». Υπάρχουν ακόμα γείτονες, συγγενείς, φίλοι, έννοιες που έχουν χαθεί στην πρωτεύουσα. Έχω την αίσθηση ότι το κοινό της περιφέρειας είναι λιγότερο αλλοτριωμένο, αν και παντού η κρίση έχει αφήσει βαθιά τα ίχνη της. Νιώθω τη δίψα του κοινού της επαρχίας για κείμενα πιο ουσιαστικά, άλλωστε το χειμώνα σπανίως τους επισκέπτονται οι περιοδεύοντες θίασοι.
9. Σας ανησυχεί, σας επηρεάζει η ανταπόκριση του κοινού;
Η αλήθεια είναι ότι η μεγάλη επιτυχία της παράστασης προέρχεται από την παρουσίασή της στην περιφέρεια. Μακάρι να φτάσουμε σε κάθε γωνιά της Ελλάδας.
10. Πόσο σας έχει βοηθήσει όλη αυτή η ενασχόλησή σας με τον Παπαδιαμάντη;
Μ’ έχει μάθει να μπορώ να στέκομαι στα πόδια μου, να είμαι ανεξάρτητος ως άνθρωπος και ως καλλιτέχνης. Ευχαριστώ το Θεό που μου αποκάλυψε το έργο του και τον κόσμο που αγκάλιασε τη δουλειά μας.
Ο Θανάσης Σαράντος στο arive.gr με αφορμή την παράσταση «Ο Αμερικάνος», ένα έργο του Παπαδιαμάντη…
1. Ένα ταξίδι εδώ και τέσσερα χρόνια, σε όλη την Ελλάδα.. Μια τεράστια επιτυχία.. λίγα λόγια για την παράσταση που παρουσιάζεις στη σκηνή σε δική σου σκηνοθεσία και που θα παρακολουθήσουμε την Κυριακή 10 Μαρτίου στην Αντωνιάδειο Στέγη Γραμμάτων και τεχνών στη Βέροια.
Το ταξίδι του "Αμερικάνου" ξεκίνησε το 2009 σε ένα θεατράκι στην καρδιά της Αθήνας, στο Μεταξουργείο, με μόνο συμπαίκτη τον συνθέτη της μουσικής μας Λάμπρο Πηγούνη. Επί τέσσερις μήνες χωρίς καμμία βοήθεια (ηθική ή οικονομική), υπό τις πλέον αντίξοες συνθήκες, μέσα στο κρύο προσπαθούσαμε να δώσουμε ζωή στους ήρωες του Σκιαθίτη συγγραφέα. Αποτελεί μεγάλη δικαίωση που σιγά-σιγά, από στόμα σε στόμα η παράσταση γινόταν γνωστή και που το κοινό μας μεγάλωνε. Πολλές φορές διακόπταμε τις παραστάσεις γιατί είτε υπήρχε κάποια άλλη υποχρέωσή μας είτε δεν υπήρχε χώρος να μας φιλοξενήσει. Όμως η παράσταση ανέβαινε ξανά. Γνωρίζαμε ότι θα ήθελαν να την παρακολουθήσουν και άλλοι θεατές. Και αποδείχτηκε -σχεδόν πάντα- ότι οι θεατές μας περίμεναν. Στην αρχή η παράσταση λόγω ιδιαιτερότητας της γλώσσας φαινόταν να απευθύνεται σε ανθρώπους κάπως μεγαλύτερης ηλικίας. Το κοινό όμως ανανεώθηκε. Σιγά-σιγά ήρθαν και νεότεροι που ίσως ποτέ να μην είχαν διαβάσει Παπαδιαμάντη και που πραγματικά ένιωσα ότι η γλώσσα του, οι ιδέες του, η ανθρωπιά του κυρ-Αλέξανδρου αγκάλιαζε και αυτούς. Για παράδειγμα στα Χανιά που παίξαμε τον Δεκέμβρη το 70% των θεατών μας εκεί ήταν νέοι άνθρωποι.
2. Που κρύβεται το μυστικό της επιτυχίας αυτής της παράστασης? Διαβάσαμε ότι η παράσταση σας όλο αυτό τον καιρό ανέβηκε χωρίς καμία κρατική ενίσχυση..
Η μόνη πραγματική βοήθεια είναι η φιλοξενία από δημόσιους φορείς, όπως η ΚΕΠΑ Βέροιας και ο Δήμος Βέροιας παραδείγματος χάριν, που μας δίνουν την ευκαιρία να δείξουμε τη δουλειά μας εδώ. Ευτυχώς που υπάρχουν ακόμα κάποια δημοτικά θέατρα και που έστω με τις υπάρχουσες οικονομικές δυσχέρειες μπορούν να μας φιλοξενήσουν για 1-2 παραστάσεις.
Το φαινόμενο της απαξίωσης με τους δημόσιους φορείς όπως το Υπουργείο Πολιτισμού είναι γνωστό. Στην Ελλάδα ένας νέος καλλιτέχνης πραγματικά πρέπει να κάνει τιτάνιο αγώνα για να δείξει τη δουλειά του τις περισσότερες φορές με τίμημα τον πιθανό κίνδυνο προσωπικής χρεωκοπίας. Όμως, πρέπει να επιμείνεις. Με το μουσικό μου, τον Παναγιώτη Κραμπή, έχουμε διασχίσει χιλιάδες χιλιόμετρα, από πόλη σε πόλη και σχεδόν σε κάθε άκρη της Ελλάδας, με πείσμα και αγωνία για να προσφέρουμε στο κοινό απλόχερα τον πνευματικό θησαυρό του Παπαδιαμάντη. Για εμάς, στην ομάδα μας «ηθικόν ακμαιότατον» είναι και αυτό μια μορφή αντίστασης σ’ έναν τόπο που’ χει πάψει προ πολλού να σέβεται τη γλώσσα του και την πολιτιστική του κληρονομιά. Σίγουρα υπήρχε ή υπάρχει –δυστυχώς – κάποιο σχέδιο αλλοτρίωσης και μετάλλαξης του Έλληνα σε ομογενοποιημένο καταναλωτή. Νομίζω όμως ότι υποσυνείδητα οι συμπατριώτες μας, έστω και τώρα, αντιστέκονται και μπορούν να ξεχωρίσουν το ψεύτικο από το αληθινό. Επομένως, αν υπάρχει κάποιο μυστικό στην επιτυχία αυτής της παράστασης, είναι η αλήθεια του λόγου του Σκιαθίτη συγγραφέα.
3. Αξίζει να τονιστεί ότι επιλέχτηκε στη Σκιάθο, τη γενέτειρα του Παπαδιαμάντη, η παράστασή σας για την επέτειο των 100 χρόνων από το θάνατο του συγγραφέα..
Υπήρξε μεγάλη τιμή για μας, το 2011, να παρουσιάσουμε την παράσταση στη Σκιάθο με την υποστήριξη του Μουσείου-Σπιτιού Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Ήταν το πιο δύσκολο κοινό γιατί γνώριζαν απολύτως το κείμενο και ο ενθουσιασμός τους στο τέλος της παράστασης η μεγαλύτερη δικαίωση.
4. Ο Παπαδιαμάντης έγινε “της μόδας” τον τελευταίο καιρό.. ποιο είναι εκείνο το στοιχείο που τον κάνει τόσο επίκαιρο και διαχρονικό;
Η αγάπη του για τα πάθη των απλών ανθρώπων. Ο θεατής ταυτίζεται με τους ήρωες του Παπαδιαμάντη, ο λόγος του είναι λυτρωτικός για το σημερινό θεατή, που έχει αηδιάσει με το ψέμα της τηλεόρασης. Εμείς ξεκινήσαμε το 2009 και από τότε ακολούθησαν δεκάδες ομάδες, κι αυτό είναι παρήγορο, το ότι δηλαδή τελικά και κοινό υπάρχει για τον ελληνικό λόγο και διάθεση από μας τους καλλιτέχνες να ασχοληθούν με κάτι πραγματικά γνήσιο. Ελπίζω αυτό το θεατρικό κίνημα να μπορέσει να συνεχίσει με τις ίδιες δυνάμεις.
5. Ποιο είναι εκείνο το στοιχείο που σας κέρδισε στο έργο του Παπαδιαμάντη;
Φυσικά η γλώσσα του, που δημιουργεί χιλιάδες εικόνες στα αυτιά των θεατών: η μουσικότητά της είναι ένα ταξίδι μέσα στο χρόνο. Μπορούμε να νιώσουμε και να κατανοήσουμε βαθιά την ιστορία που έχει ο τόπος μας και την ευθύνη που έχουμε εμείς οι νεότεροι να τη διαφυλάξουμε.
6. Μέσα στο έργο «Ο Αμερικάνος» προωθούνται αξίες όπως η αγάπη, η ανθρωπιά, η πίστη, η πατρίδα, ο άνθρωπος… αξίες που πλέον έχουν χαθεί ή αλλοιωθεί στο πέρασμα του χρόνου. Πόσο σημαντικές είναι αυτές οι αξίες? Χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε αξίες;
Φυσικά χρειάζεται επαναπροσδιορισμός μετά από τόσες δεκαετίες ψέμα. Είχαμε φτάσει σε σημείο να ντρεπόμαστε για τον τόπο καταγωγής μας. Όλοι ήμασταν Αθηναίοι! Λες και το αρβανιτοχώρι του 18ου αιώνα ήταν τόπος καταγωγής όλων των Ελλήνων. Αυτό είναι και το καίριο ζήτημα του έργου. Τελικά, πατρίδα μας είναι η γλώσσα μας. Ο Γιάννης Μοθωνιός, ο αποκαλούμενος και «Αμερικάνος» από τους ντόπιους του νησιού του, της Σκιάθου, ξαναγυρνά ξεριζωμένος μετά 25 χρόνια σκληρής ξενιτιάς και προσπαθεί να βρει αυτό που τον συνδέει με τον τόπο του. Πλέον έχουμε καταντήσει όλοι «Αμερικάνοι», ξένοι στον ίδιο τον τόπο μας. Ίσως αυτή η κρίση, που δεν είναι μόνο οικονομική αλλά περισσότερο ηθική, αφού πλέον δεν υπάρχουν χρήματα για τους πολλούς, να μας κάνει να νιώσουμε ότι το αληθινό νόημα της ζωής τελικά είναι μόνο η αγάπη. Αυτή την αγάπη αναζητά ο ήρωας του έργου. Ήρθε με δολλάρια, αλλά δεν είναι ευτυχισμένος. Το σπίτι του έχει ρημαχτεί, οι γονείς του έχουν πεθάνει. Μόνη του ελπίδα είναι αν η κοπέλα που κάποτε αγάπησε υπάρχει ακόμα γι’ αυτόν.
Νομίζω ότι αυτό είναι και το στοιχείο που με κέρδισε στο συγκεκριμένο διήγημα του Παπαδιαμάντη: παρόλο που γράφτηκε το 1891, η ιστορία του αφορά απόλυτα και στο σημερινό θεατή.
7. Πόσο δύσκολη είναι κατανόηση της παράστασης; Όπως έχετε αναφέρει η γλώσσα του «δεν είναι καθαρεύουσα, είναι Παπαδιαμαντική.. είναι μια γλώσσα απαστράπτουσα».
Ενδεχομένως να ξενίζει στα 3 πρώτα λεπτά το κοινό αυτή η υπέροχη παπαδιαμαντική καθαρεύουσα. Ίσως να υπάρχουν μερικές λέξεις που είναι δυσνόητες. Παρ’ όλα αυτά ακόμα και ένα παιδί μπορεί να νιώσει την ιστορία. Επίσης, δεν υπάρχει μόνο καθαρεύουσα στο διήγημα: υπάρχει η υπέροχη σκιαθίτικη ντοπιολαλιά, η καθημερινή γλώσσα των απλών ανθρώπων, των αχθοφόρων, των παιδιών, της Ελλάδας που έχει χαθεί για πάντα. Δε νομίζω ότι η κατανόηση της παράστασης είναι δύσκολη υπόθεση. Κι αυτό μας το αποδεικνύει κάθε φορά ο ενθουσιασμός στο τέλος της παράστασης και η αγάπη του κοινού, που φαίνεται να μην έχει χορτάσει τον υπέροχο λόγο του Παπαδιαμάντη.
8. Στην επαρχία το κοινό είναι διαφορετικό;
Στην επαρχία το κοινό μου φαίνεται πιο αληθινό, λιγότερο «τηλεόπληκτο». Υπάρχουν ακόμα γείτονες, συγγενείς, φίλοι, έννοιες που έχουν χαθεί στην πρωτεύουσα. Έχω την αίσθηση ότι το κοινό της περιφέρειας είναι λιγότερο αλλοτριωμένο, αν και παντού η κρίση έχει αφήσει βαθιά τα ίχνη της. Νιώθω τη δίψα του κοινού της επαρχίας για κείμενα πιο ουσιαστικά, άλλωστε το χειμώνα σπανίως τους επισκέπτονται οι περιοδεύοντες θίασοι.
9. Σας ανησυχεί, σας επηρεάζει η ανταπόκριση του κοινού;
Η αλήθεια είναι ότι η μεγάλη επιτυχία της παράστασης προέρχεται από την παρουσίασή της στην περιφέρεια. Μακάρι να φτάσουμε σε κάθε γωνιά της Ελλάδας.
10. Πόσο σας έχει βοηθήσει όλη αυτή η ενασχόλησή σας με τον Παπαδιαμάντη;
Μ’ έχει μάθει να μπορώ να στέκομαι στα πόδια μου, να είμαι ανεξάρτητος ως άνθρωπος και ως καλλιτέχνης. Ευχαριστώ το Θεό που μου αποκάλυψε το έργο του και τον κόσμο που αγκάλιασε τη δουλειά μας.
Ελευθεροτυπία, συνέντευξη στην Ι.Κλεφτόγιαννη
Ελευθεροτυπία, Τρίτη 19 Μαρτίου 2013
Ο Θανάσης Σαράντος περιοδεύει με το κλασικό διήγημα του Αλ. Παπαδιαμάντη
Ο «Αμερικάνος» στην επαρχία
Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ
Είναι τεράστια όχι μόνο κυριολεκτικά αλλά και συμβολικά η απόσταση που χωρίζει το θίασο του Ρόμπερτ Γουίλσον και το Piccolo Teatro απ' την ελληνική επαρχία, την οποία οργώνει με πείσμα και με τον παπαδιαμάντειο λόγο στις αποσκευές ως Αμερικάνος (απ' την ομώνυμη νουβέλα) ο Θανάσης Σαράντος.
«Ακόμα και αυτό που "πουλάνε" στο Εθνικό ως "Οδύσσεια" είναι μια κακογραμμένη γερμανική μεταγραφή», λέει ο ηθοποιός
Μετακινούμενος άοκνα τα τελευταία χρόνια, χωρίς χρηματοδότη, από την Κρήτη μέχρι την Καβάλα, φιλοδοξεί να φτάσει έως τον Έβρο. Πάντως στις 31 του μήνα ο «Αμερικάνος», που συμπληρώνει αισίως τέσσερα χρόνια περιπλάνησης, θα κάνει στάση στο ΔΗΠΕΘΕ Κέρκυρας και στις 7 Απριλίου στον «Απόλλωνα» του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας.
Ο ηθοποιός -«ελεύθερος σκοπευτής» και «μοναχικός καουμπόι», όπως αυτοπροσδιορίζεται- μαθητής του Γουίλσον και συνεργάτης του αείμνηστου Τάσου Μπαντή, γνωρίζει καλά ποιες είναι οι συνθήκες που επικρατούν στη θεατρική πιάτσα. «Κάποιοι εκμεταλλεύονται την κρίση και το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών δεν κάνει τίποτα», λέει. «Δεν είμαι μέλος πια του ΣΕΗ, δεν με εκπροσωπεί. Οταν βρέθηκα σε δύσκολη κατάσταση αναγκάστηκα να βρω την άκρη μόνος, με δικηγόρους. Δεν εκπροσωπεί πια τη μεγάλη μάζα των ηθοποιών. Τόσο καιρό δεν έχει λήξει το θρίλερ των συλλογικών συμβάσεών μας, ο χρόνος κυλά εις βάρος μας, στο τέλος θα γίνει ο μισθός μας 200 ευρώ και θα λέμε κι ευχαριστώ».
«Σκάνδαλο»
Ακόμα και την πολιτιστική πολιτική την έχουν αναλάβει κοσμικογράφοι, υποστηρίζει. «Μην πάμε μακριά. Ακόμα και αυτό που "πουλάνε" στο Εθνικό ως "Οδύσσεια" είναι μια κακογραμμένη γερμανική μεταγραφή. Το λέω εγώ που υπήρξα ηθοποιός του Γουίλσον και έχω σπουδάσει μαζί του. Είναι όμως σκάνδαλο να έχουν ξοδευτεί τόσα λεφτά -κανείς δεν ξέρει πόσα ακριβώς- για μια τέτοια "Οδύσσεια". Αυτός είναι σήμερα ο ρόλος του Εθνικού, που δεν υπάρχουν φάρμακα για τους καρκινοπαθείς, οι γκλαμουρέ παραστάσεις; Το Εθνικό δεν είναι μαγαζί ιδιώτη, αλλά κρατικός θεσμός».
Κάποιος που δεν γνωρίζει το ήθος του Θανάση Σαράντου και τα κίνητρά του ακούγοντάς τον ίσως να τον παρεξηγήσει, να τον θεωρήσει «πικραμένο». «Δηλαδή, πρέπει να μας βάλουνε φίμωτρο επειδή μιλάμε, αυτό δεν είναι χούντα;» επισημαίνει, υποστηρίζοντας ότι εκδιώχθηκε από το Εθνικό Θέατρο μετά τον «Ασχημο» του Μάγενμπουργκ. Ζήτησε ακρόαση από τον Γιάννη Χουβαρδά, αλλά ουδέποτε τον δέχτηκε. Κι όταν αργότερα έκανε πρόταση για το «Τρωίλος και Χρυσηίδα», τελικά είδε να το σκηνοθετεί ο Λιθουανός Κορσουνόβας. «Ηρθε και απήλθε. Δεν ανέβηκε ο Σέξπιρ ποτέ. Μιλάω για τη δική μου πρόταση. Γι' αυτό, τον κατηγορώ δημοσίως».
Ο ίδιος αποδεικνύει με τον «Αμερικάνο» ότι τον αφορά σχεδόν αποκλειστικά -τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια- το ελληνικό έργο κι η ελληνική γλώσσα. «Τον ξεκίνησα χωρίς καμία υποστήριξη, ούτε καν ηθική. Μάλιστα εισέπραξα και την ελαφριά κοροϊδία από τους συναδέλφους μου. Κι όμως. Εχω καταφέρει ολομόναχος να πάω τον Παπαδιαμάντη σε 25 πόλεις στην περιφέρεια».
Σε μια περιφέρεια σε κρίση. Ποια ήταν και είναι η ανταπόκριση; «Επειδή στην επαρχία υπάρχουν ακόμα οικογενειακοί δεσμοί και φιλίες, οι άνθρωποι δεν έχουν διαβρωθεί, το κοινό είναι πιο γνήσιο από την Αθήνα. Ολα αυτά που βγαίνουν από τον Παπαδιαμάντη τους αφορούν άμεσα. Νιώθουν όλοι ότι το διήγημα μιλά για μια Ελλάδα που έχει χαθεί, ελπίζω όχι οριστικά. Μια Ελλάδα με φιλότιμο». Μήνα με το μήνα αλωνίζοντας την Ελλάδα βλέπει την κατάσταση να χειροτερεύει: «Σκέφτονται οι άνθρωποι ακόμα και το πενηνταράκι που θα δώσουν. Εμένα όμως δεν με ενδιαφέρει να βγάλω λεφτά».
Σκληρή δουλειά
Το ότι φτάσαμε εδώ δεν είναι προϊόν της οικονομικής κρίσης αποκλειστικά, τονίζει, αλλά και της ηθικής, η οποία «έχει επωαστεί δεκαετίες με υποσχεσιολογίες ομάδων που δημιουργήθηκαν με άλλοθι ένα αριστερό προσωπείο και μια υποτιθέμενη μεταπολίτευση που ποτέ δεν συντελέστηκε πράγματι και στην Ελλάδα δεν έχουμε ξεπεράσει, όπως οι Ισπανοί, το μετεμφυλιακό σύνδρομο».
Είναι παράξενο αλλά τη θεατρική ζωή του τη μετρά από τον Παπαδιαμάντη κι έπειτα. «Ο κόσμος νομίζει ότι κάνω το ίδιο πράγμα. Ομως αυτό μεταλλάσσεται, προχωράει. Είναι μια πολύ σκληρή δουλειά το θέατρο, με πολλές θυσίες. Πάνω απ' όλα προσωπικές, δεν μπορείς να κάνεις και κοσμική ζωή και θέατρο μαζί».
Δεν έχει την ανάγκη να προχωρήσει σε κάτι νέο; «Ναι, θέλω να δουλέψω τον "Αίαντα" με επτά ηθοποιούς και το "Κουαρτέτο" του Χάινερ Μίλερ». Συζητά και με τη Λεία Βιτάλη για το νέο της θεατρικό έργο.
Βιοπορίζεται από την τέχνη του; «Είμαι ένας άνθρωπος με ελάχιστες ανάγκες, τα τσιγάρα μου και έναν καφέ. Δεν έχουμε ανάγκες μεγάλες. Ζω με τον "Αμερικάνο"».
Ο Θανάσης Σαράντος περιοδεύει με το κλασικό διήγημα του Αλ. Παπαδιαμάντη
Ο «Αμερικάνος» στην επαρχία
Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ
Είναι τεράστια όχι μόνο κυριολεκτικά αλλά και συμβολικά η απόσταση που χωρίζει το θίασο του Ρόμπερτ Γουίλσον και το Piccolo Teatro απ' την ελληνική επαρχία, την οποία οργώνει με πείσμα και με τον παπαδιαμάντειο λόγο στις αποσκευές ως Αμερικάνος (απ' την ομώνυμη νουβέλα) ο Θανάσης Σαράντος.
«Ακόμα και αυτό που "πουλάνε" στο Εθνικό ως "Οδύσσεια" είναι μια κακογραμμένη γερμανική μεταγραφή», λέει ο ηθοποιός
Μετακινούμενος άοκνα τα τελευταία χρόνια, χωρίς χρηματοδότη, από την Κρήτη μέχρι την Καβάλα, φιλοδοξεί να φτάσει έως τον Έβρο. Πάντως στις 31 του μήνα ο «Αμερικάνος», που συμπληρώνει αισίως τέσσερα χρόνια περιπλάνησης, θα κάνει στάση στο ΔΗΠΕΘΕ Κέρκυρας και στις 7 Απριλίου στον «Απόλλωνα» του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας.
Ο ηθοποιός -«ελεύθερος σκοπευτής» και «μοναχικός καουμπόι», όπως αυτοπροσδιορίζεται- μαθητής του Γουίλσον και συνεργάτης του αείμνηστου Τάσου Μπαντή, γνωρίζει καλά ποιες είναι οι συνθήκες που επικρατούν στη θεατρική πιάτσα. «Κάποιοι εκμεταλλεύονται την κρίση και το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών δεν κάνει τίποτα», λέει. «Δεν είμαι μέλος πια του ΣΕΗ, δεν με εκπροσωπεί. Οταν βρέθηκα σε δύσκολη κατάσταση αναγκάστηκα να βρω την άκρη μόνος, με δικηγόρους. Δεν εκπροσωπεί πια τη μεγάλη μάζα των ηθοποιών. Τόσο καιρό δεν έχει λήξει το θρίλερ των συλλογικών συμβάσεών μας, ο χρόνος κυλά εις βάρος μας, στο τέλος θα γίνει ο μισθός μας 200 ευρώ και θα λέμε κι ευχαριστώ».
«Σκάνδαλο»
Ακόμα και την πολιτιστική πολιτική την έχουν αναλάβει κοσμικογράφοι, υποστηρίζει. «Μην πάμε μακριά. Ακόμα και αυτό που "πουλάνε" στο Εθνικό ως "Οδύσσεια" είναι μια κακογραμμένη γερμανική μεταγραφή. Το λέω εγώ που υπήρξα ηθοποιός του Γουίλσον και έχω σπουδάσει μαζί του. Είναι όμως σκάνδαλο να έχουν ξοδευτεί τόσα λεφτά -κανείς δεν ξέρει πόσα ακριβώς- για μια τέτοια "Οδύσσεια". Αυτός είναι σήμερα ο ρόλος του Εθνικού, που δεν υπάρχουν φάρμακα για τους καρκινοπαθείς, οι γκλαμουρέ παραστάσεις; Το Εθνικό δεν είναι μαγαζί ιδιώτη, αλλά κρατικός θεσμός».
Κάποιος που δεν γνωρίζει το ήθος του Θανάση Σαράντου και τα κίνητρά του ακούγοντάς τον ίσως να τον παρεξηγήσει, να τον θεωρήσει «πικραμένο». «Δηλαδή, πρέπει να μας βάλουνε φίμωτρο επειδή μιλάμε, αυτό δεν είναι χούντα;» επισημαίνει, υποστηρίζοντας ότι εκδιώχθηκε από το Εθνικό Θέατρο μετά τον «Ασχημο» του Μάγενμπουργκ. Ζήτησε ακρόαση από τον Γιάννη Χουβαρδά, αλλά ουδέποτε τον δέχτηκε. Κι όταν αργότερα έκανε πρόταση για το «Τρωίλος και Χρυσηίδα», τελικά είδε να το σκηνοθετεί ο Λιθουανός Κορσουνόβας. «Ηρθε και απήλθε. Δεν ανέβηκε ο Σέξπιρ ποτέ. Μιλάω για τη δική μου πρόταση. Γι' αυτό, τον κατηγορώ δημοσίως».
Ο ίδιος αποδεικνύει με τον «Αμερικάνο» ότι τον αφορά σχεδόν αποκλειστικά -τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια- το ελληνικό έργο κι η ελληνική γλώσσα. «Τον ξεκίνησα χωρίς καμία υποστήριξη, ούτε καν ηθική. Μάλιστα εισέπραξα και την ελαφριά κοροϊδία από τους συναδέλφους μου. Κι όμως. Εχω καταφέρει ολομόναχος να πάω τον Παπαδιαμάντη σε 25 πόλεις στην περιφέρεια».
Σε μια περιφέρεια σε κρίση. Ποια ήταν και είναι η ανταπόκριση; «Επειδή στην επαρχία υπάρχουν ακόμα οικογενειακοί δεσμοί και φιλίες, οι άνθρωποι δεν έχουν διαβρωθεί, το κοινό είναι πιο γνήσιο από την Αθήνα. Ολα αυτά που βγαίνουν από τον Παπαδιαμάντη τους αφορούν άμεσα. Νιώθουν όλοι ότι το διήγημα μιλά για μια Ελλάδα που έχει χαθεί, ελπίζω όχι οριστικά. Μια Ελλάδα με φιλότιμο». Μήνα με το μήνα αλωνίζοντας την Ελλάδα βλέπει την κατάσταση να χειροτερεύει: «Σκέφτονται οι άνθρωποι ακόμα και το πενηνταράκι που θα δώσουν. Εμένα όμως δεν με ενδιαφέρει να βγάλω λεφτά».
Σκληρή δουλειά
Το ότι φτάσαμε εδώ δεν είναι προϊόν της οικονομικής κρίσης αποκλειστικά, τονίζει, αλλά και της ηθικής, η οποία «έχει επωαστεί δεκαετίες με υποσχεσιολογίες ομάδων που δημιουργήθηκαν με άλλοθι ένα αριστερό προσωπείο και μια υποτιθέμενη μεταπολίτευση που ποτέ δεν συντελέστηκε πράγματι και στην Ελλάδα δεν έχουμε ξεπεράσει, όπως οι Ισπανοί, το μετεμφυλιακό σύνδρομο».
Είναι παράξενο αλλά τη θεατρική ζωή του τη μετρά από τον Παπαδιαμάντη κι έπειτα. «Ο κόσμος νομίζει ότι κάνω το ίδιο πράγμα. Ομως αυτό μεταλλάσσεται, προχωράει. Είναι μια πολύ σκληρή δουλειά το θέατρο, με πολλές θυσίες. Πάνω απ' όλα προσωπικές, δεν μπορείς να κάνεις και κοσμική ζωή και θέατρο μαζί».
Δεν έχει την ανάγκη να προχωρήσει σε κάτι νέο; «Ναι, θέλω να δουλέψω τον "Αίαντα" με επτά ηθοποιούς και το "Κουαρτέτο" του Χάινερ Μίλερ». Συζητά και με τη Λεία Βιτάλη για το νέο της θεατρικό έργο.
Βιοπορίζεται από την τέχνη του; «Είμαι ένας άνθρωπος με ελάχιστες ανάγκες, τα τσιγάρα μου και έναν καφέ. Δεν έχουμε ανάγκες μεγάλες. Ζω με τον "Αμερικάνο"».
CorfuTime
(20/3/13)
CorfuTime, 20-3-2013
-Πείτε μας κάποια στοιχεία για την παράσταση.
Το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Ο Αμερικάνος» δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1891 στο «Άστυ»-με μεγάλη επιτυχία. Η ιστορία απλή, απέραντα ανθρώπινη και γι’ αυτό ακριβώς τέτοια που πάντα αγγίζει την ανθρώπινη ψυχή. Με μοναδική μαεστρία ο Σκιαθίτης συγγραφέας δεν την αποκαλύπτει εξαρχής – παρά εμφανίζει τον ήρωά του καλυμμένο μ’ ένα πέπλο μυστηρίου, μια ατμόσφαιρα αναμονής πριν από κάτι άδηλο και σπουδαίο: κι όμως η πραγματικότητα είναι συγκλονιστικά απλή. Ο ξένος, ο «Αμερικάνος» (όλα έχουν τη σημασία τους στον κόσμο του Παπαδιαμάντη, ακόμα κι ο τόνος στην παραλήγουσα και όχι, ποτέ στη λήγουσα – πώς αλλιώς να αποδοθεί η αδιόρατη ειρωνία των ντόπιων προς τον ουρανοκατέβατο επισκέπτη;) δεν είναι καθόλου ξένος: είναι Σκιαθίτης. Και η αποκάλυψη θα γίνει με τρόπο θαυμαστό: από τη μια ο ξενιτεμός, η αποξένωση και η διαφορετικότητα – και από την άλλη το αντίδοτο της μοναξιάς, που δεν είναι άλλο από έναν έρωτα που αντέχει στο χρόνο. Η ιστορία του Γιάννη του Μοθωνιού, Σκιαθίτη οικονομικού μετανάστη που αναγκάστηκε να φύγει για να σωθεί από τη φτώχεια. Η ξενιτιά τον αντάμειψε πλουσιοπάροχα, όμως με τίμημα την πιο σκληρή ξενιτιά: σταδιακά κόπηκε κάθε δεσμός με ό,τι αποτελούσε την προηγούμενη ζωή του και με όσα και όσους αγαπούσε. Η περιουσία που έκανε του στοίχισε πατρικό σπίτι, γονείς, φίλους, ακόμα και την ίδια τη γλώσσα της πατρίδας του. Μοναδική εξαίρεση η ελπίδα που κρύβει ακόμα μέσα του και που δεν τολμά ούτε να τη σκεφτεί, με «δεισιδαίμονα φόβον»: ότι δηλαδή η κοπέλα που αγαπούσε βρίσκεται ακόμα εκεί γι’ αυτόν. Τώρα θα βρει την απάντηση, που επιστρέφει στο νησί μετά 25 χρόνια, τη μέρα της παραμονής των Χριστουγέννων. Το μυστήριο της αναμονής λοιπόν γίνεται ένα σιγά σιγά με την αγωνία της ψυχής του…
Στη σκηνική του μεταφορά, το έργο ζωντανεύει με την ίδια συγκλονιστική απλότητα ολόκληρο το σύμπαν του διηγήματος. Οι Σκιαθίτες ναυτικοί, οι θαμώνες των μαγαζιών, οι ταβερνιάρηδες, τα παιδιά που λένε τα κάλαντα, η βασανισμένη γριά, η μαρτυρική Μελαχρώ – και προπάντων ο ήρωας, ο μυστηριώδης ξένος, ο Γιάννης ο Μοθωνιός – ζωντανεύουν και συνομιλούν μεταξύ τους και με το θεατή. Κι όλα αυτά με ένα και μόνο ηθοποιό και με ένα μουσικό.
-Το έργο παίζεται ανελλιπώς τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Που αποδίδετε την επιτυχία του ;
Η παράσταση έχει ταξιδεύσει σε πάνω από 25 ελληνικές πόλεις. Με ελάχιστα μέσα (τη ξύλινη βαλίτσα του ταξιδιώτη, το πανωφόρι του, ένα κασκόλ που μεταμορφώνεται σε γέρικη μαντήλα), με τη σύμπραξη της μουσικής ερμηνείας και τη μαγεία του φωτός, οι παπαδιαμαντικοί ήρωες ζωντανεύουν αυτούσιοι, σε απόσταση αναπνοής από το θεατή, αρχίζουν να συνομιλούν μαζί του. Και μοιραία, τον βάζουν στο σκηνικό παιχνίδι… Ο θεατής, λοιπόν, είναι ουσιαστικά συμπαίκτης. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Η επιτυχία και η αγάπη με την οποία το κοινό αγκάλιασε τον «Αμερικάνο» οφείλεται σε τελική ανάλυση σ’ αυτό ακριβώς που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της παράστασης: την απλότητα και την αμεσότητα. Κι αυτή πηγάζει από το σεβασμό και τη βαθιά αγάπη για τον παπαδιαμαντικό λόγο. Ο θεατής εισπράττει αμέσως αυτή την αγάπη. Ό,τι είναι ο Παπαδιαμάντης είναι κι ο «Αμερικάνος» του: όχι άσκοπες φιοριτούρες και εντυπωσιακά εφφέ, αλλά δωρική απλότητα, αλήθεια ψυχής κι αγάπη για τον άνθρωπο. Ένα αριστουργηματικό ποίημα για την ξενιτιά και την αγάπη. Αυτό είναι το μόνο που βρίσκει και ο επαναπατρισθείς «Αμερικάνος», που όμως φαίνεται ότι είναι τελικά το πιο σπουδαίο: την αγάπη.
-Γιατί θεωρείτε ότι ο κόσμος έρχεται να δει το έργο ; Τι αποκομίζουν κατά τη γνώμη σας ;
Η εποχή μας επιζητά την αλήθεια και ο ειλικρινής λόγος του Σκιαθίτη κοσμοκαλόγερου επιδρά άμεσα στο κάθε θεατή. Η μουσικότητα του κειμένου φτάνει κατευθείαν στην ψυχή. Τόσο κατά τη διάρκεια μίας παράστασης, όσο και από παράσταση σε παράσταση, ο "Αμερικάνος" κερδίζει τον κάθε θεατή, ξεπερνώντας τα καθιερωμένα στεγανά που έχουν να κάνουν με την ηλικία, το κοινωνικό περιβάλλον ή το μορφωτικό επίπεδο του καθενός. Η αμεσότητα του κειμένου αφ' ενός και της σκηνικής παρουσίασής του αφ' ετέρου, κεντρίζουν το ενδιαφέρον του θεατή μπάζοντάς τον σιγά σιγά, χωρίς να το αντιληφθεί, στην ιστορία. Ο ήρωας που αναζητά την αγάπη λίγο λίγο τους κερδίζει, τον συμπαθούν και τον συμπονούν-και ξαφνικά βρίσκονται να συμπάσχουν μαζί του. Και η λυτρωτική κορύφωση του τέλους, ο θρίαμβος της αγάπης -γαληνεύει και παρηγορεί την ψυχή.
-Πώς ανακαλύψατε τον Παπαδιαμάντη ; Σκέφτεστε να ανεβάσετε άλλο έργο του σύντομα ;
Σε δύσκολες στιγμές της ζωής μου διάβαζα και διαβάζω Παπαδιαμάντη και παίρνω θάρρος. Ήταν και είναι κάτι σαν προσευχή για μένα. Τον ανακάλυψα από 10 χρονών παιδί όταν έπεσε αυτό το υπέροχο διήγημα στα χέρια μου. Με συνεπήρε η μυστηριώδης ιστορία του. Με την ομάδα μου την "Ηθικόν Ακμαιότατον" ανεβάσαμε ένα ακόμα διήγημα -ίσως το πλέον εμβληματικό- το "Όνειρο στο Κύμα". Η παράσταση ήταν παραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών και επαναλήφθηκε στο θέατρο Ακροπόλ. Νοιώθω ότι αυτή η εποχή έχει βγάλει πραγματικά διαμάντια λογοτεχνίας. Ίσως ένα έργο του Βυζηινού ή του εθνικού μας ποιητή του Διονύσιου Σολωμού να είναι το επόμενο βήμα μας.
-Διακρίνω μια εμμονή στο ελληνικό έργο στην πορεία σας. Για ποιό λόγο ;
Νοιώθω ότι η απώλεια της εθνικής μας ταυτότητας σημαίνει και απώλεια της γλώσσας μας. Σωστά καταλάβατε. Έχω εμμονή με το ελληνικό έργο. Είναι μια μορφή προσωπικής αντίστασης στον ξεπεσμό που μας ταλανίζει δεκαετίες τώρα. Η γλώσσα μας είναι και η πατρίδα μας. Και είναι ιδιαιτέρως θεατρική και πλούσια, είναι ένας ολόκληρος κόσμος, ένα ταξίδι στο παρελθόν αλλά και στο παρόν μας. Αν ήμουν Άγγλος δεν θα αποτελούσε ίσως παραξενιά να ασχολιόμουν με τον Σαίξπηρ. Ευτυχώς υπάρχει και το αρχαίο δράμα από όπου γεννήθηκε το ίδιο το θέατρο.
- Ποιόν θα χαρακτηρίζατε ''Αμερικάνο'' της εποχής μας ;
Όλοι μας έχουμε καταντήσει ξένοι και μετανάστες στο ίδιο μας τον τόπο, μπλεγμένοι στα οικονομικά παιχνίδια των αδηφάγων τραπεζιτών που εξουσιάζουν κυβερνήσεις και συνειδήσεις. Είμαστε μόνοι, ξενιτεμένοι και απομονωμένοι μέσα στον ίδιο μας τον τόπο. Είμαστε όλοι μας "Αμερικάνοι" που ξεχάσαμε τη γλώσσα μας, που άφησαμε την πατρίδα μας παραδομένη σε Εφιάλτες που την πρόδωσαν και την προδίδουν κάθε μέρα.
Το σήμερα κατάντησε να θυμίζει τραγικά την εποχή του Παπαδιαμάντη. Τα ίδια άμεσα προβλήματα διαβίωσης, οι ίδιες επιτακτικές ανάγκες ταλανίζουν και σήμερα τους νέους όπως και τότε: ο εφιάλτης του ξενιτεμού δυστυχώς πλέον χτυπά και τις δικές μας πόρτες. Το όνειρο της ευμάρειας τέλειωσε πια και μας άφησε άοπλους μέσα σε μια αναπάντεχα ζοφερή πραγματικότητα. Όμως, παρ' όλα αυτά, ο ξενιτεμός του σημερινού ανθρώπου δεν είναι μόνο εξωτερικός και επιφανειακός. Στην ουσία ο καθένας μας ζει μια τραγικότερη, εσωτερική μοναξιά-που ίσως είναι και η σκληρότερη. Σε προσωπικό επίπεδο, ο καθένας για τους δικούς του λόγους-σαν απόρροια ίσως της προηγούμενης επίπλαστης "ευτυχίας", που κάποιοι έφτιαξαν για λογαριασμό μας-αλλά και σε συλλογικό, ακόμα και σε εθνικό επίπεδο, ζούμε την πιο σκληρή μοναξιά. Μακάρι να υπάρξει πραγματική αλληλεγγύη και αγάπη μεταξύ μας για να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε αυτή τη δύσκολη κατάσταση.
CorfuTime, 20-3-2013
-Πείτε μας κάποια στοιχεία για την παράσταση.
Το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Ο Αμερικάνος» δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1891 στο «Άστυ»-με μεγάλη επιτυχία. Η ιστορία απλή, απέραντα ανθρώπινη και γι’ αυτό ακριβώς τέτοια που πάντα αγγίζει την ανθρώπινη ψυχή. Με μοναδική μαεστρία ο Σκιαθίτης συγγραφέας δεν την αποκαλύπτει εξαρχής – παρά εμφανίζει τον ήρωά του καλυμμένο μ’ ένα πέπλο μυστηρίου, μια ατμόσφαιρα αναμονής πριν από κάτι άδηλο και σπουδαίο: κι όμως η πραγματικότητα είναι συγκλονιστικά απλή. Ο ξένος, ο «Αμερικάνος» (όλα έχουν τη σημασία τους στον κόσμο του Παπαδιαμάντη, ακόμα κι ο τόνος στην παραλήγουσα και όχι, ποτέ στη λήγουσα – πώς αλλιώς να αποδοθεί η αδιόρατη ειρωνία των ντόπιων προς τον ουρανοκατέβατο επισκέπτη;) δεν είναι καθόλου ξένος: είναι Σκιαθίτης. Και η αποκάλυψη θα γίνει με τρόπο θαυμαστό: από τη μια ο ξενιτεμός, η αποξένωση και η διαφορετικότητα – και από την άλλη το αντίδοτο της μοναξιάς, που δεν είναι άλλο από έναν έρωτα που αντέχει στο χρόνο. Η ιστορία του Γιάννη του Μοθωνιού, Σκιαθίτη οικονομικού μετανάστη που αναγκάστηκε να φύγει για να σωθεί από τη φτώχεια. Η ξενιτιά τον αντάμειψε πλουσιοπάροχα, όμως με τίμημα την πιο σκληρή ξενιτιά: σταδιακά κόπηκε κάθε δεσμός με ό,τι αποτελούσε την προηγούμενη ζωή του και με όσα και όσους αγαπούσε. Η περιουσία που έκανε του στοίχισε πατρικό σπίτι, γονείς, φίλους, ακόμα και την ίδια τη γλώσσα της πατρίδας του. Μοναδική εξαίρεση η ελπίδα που κρύβει ακόμα μέσα του και που δεν τολμά ούτε να τη σκεφτεί, με «δεισιδαίμονα φόβον»: ότι δηλαδή η κοπέλα που αγαπούσε βρίσκεται ακόμα εκεί γι’ αυτόν. Τώρα θα βρει την απάντηση, που επιστρέφει στο νησί μετά 25 χρόνια, τη μέρα της παραμονής των Χριστουγέννων. Το μυστήριο της αναμονής λοιπόν γίνεται ένα σιγά σιγά με την αγωνία της ψυχής του…
Στη σκηνική του μεταφορά, το έργο ζωντανεύει με την ίδια συγκλονιστική απλότητα ολόκληρο το σύμπαν του διηγήματος. Οι Σκιαθίτες ναυτικοί, οι θαμώνες των μαγαζιών, οι ταβερνιάρηδες, τα παιδιά που λένε τα κάλαντα, η βασανισμένη γριά, η μαρτυρική Μελαχρώ – και προπάντων ο ήρωας, ο μυστηριώδης ξένος, ο Γιάννης ο Μοθωνιός – ζωντανεύουν και συνομιλούν μεταξύ τους και με το θεατή. Κι όλα αυτά με ένα και μόνο ηθοποιό και με ένα μουσικό.
-Το έργο παίζεται ανελλιπώς τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Που αποδίδετε την επιτυχία του ;
Η παράσταση έχει ταξιδεύσει σε πάνω από 25 ελληνικές πόλεις. Με ελάχιστα μέσα (τη ξύλινη βαλίτσα του ταξιδιώτη, το πανωφόρι του, ένα κασκόλ που μεταμορφώνεται σε γέρικη μαντήλα), με τη σύμπραξη της μουσικής ερμηνείας και τη μαγεία του φωτός, οι παπαδιαμαντικοί ήρωες ζωντανεύουν αυτούσιοι, σε απόσταση αναπνοής από το θεατή, αρχίζουν να συνομιλούν μαζί του. Και μοιραία, τον βάζουν στο σκηνικό παιχνίδι… Ο θεατής, λοιπόν, είναι ουσιαστικά συμπαίκτης. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Η επιτυχία και η αγάπη με την οποία το κοινό αγκάλιασε τον «Αμερικάνο» οφείλεται σε τελική ανάλυση σ’ αυτό ακριβώς που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της παράστασης: την απλότητα και την αμεσότητα. Κι αυτή πηγάζει από το σεβασμό και τη βαθιά αγάπη για τον παπαδιαμαντικό λόγο. Ο θεατής εισπράττει αμέσως αυτή την αγάπη. Ό,τι είναι ο Παπαδιαμάντης είναι κι ο «Αμερικάνος» του: όχι άσκοπες φιοριτούρες και εντυπωσιακά εφφέ, αλλά δωρική απλότητα, αλήθεια ψυχής κι αγάπη για τον άνθρωπο. Ένα αριστουργηματικό ποίημα για την ξενιτιά και την αγάπη. Αυτό είναι το μόνο που βρίσκει και ο επαναπατρισθείς «Αμερικάνος», που όμως φαίνεται ότι είναι τελικά το πιο σπουδαίο: την αγάπη.
-Γιατί θεωρείτε ότι ο κόσμος έρχεται να δει το έργο ; Τι αποκομίζουν κατά τη γνώμη σας ;
Η εποχή μας επιζητά την αλήθεια και ο ειλικρινής λόγος του Σκιαθίτη κοσμοκαλόγερου επιδρά άμεσα στο κάθε θεατή. Η μουσικότητα του κειμένου φτάνει κατευθείαν στην ψυχή. Τόσο κατά τη διάρκεια μίας παράστασης, όσο και από παράσταση σε παράσταση, ο "Αμερικάνος" κερδίζει τον κάθε θεατή, ξεπερνώντας τα καθιερωμένα στεγανά που έχουν να κάνουν με την ηλικία, το κοινωνικό περιβάλλον ή το μορφωτικό επίπεδο του καθενός. Η αμεσότητα του κειμένου αφ' ενός και της σκηνικής παρουσίασής του αφ' ετέρου, κεντρίζουν το ενδιαφέρον του θεατή μπάζοντάς τον σιγά σιγά, χωρίς να το αντιληφθεί, στην ιστορία. Ο ήρωας που αναζητά την αγάπη λίγο λίγο τους κερδίζει, τον συμπαθούν και τον συμπονούν-και ξαφνικά βρίσκονται να συμπάσχουν μαζί του. Και η λυτρωτική κορύφωση του τέλους, ο θρίαμβος της αγάπης -γαληνεύει και παρηγορεί την ψυχή.
-Πώς ανακαλύψατε τον Παπαδιαμάντη ; Σκέφτεστε να ανεβάσετε άλλο έργο του σύντομα ;
Σε δύσκολες στιγμές της ζωής μου διάβαζα και διαβάζω Παπαδιαμάντη και παίρνω θάρρος. Ήταν και είναι κάτι σαν προσευχή για μένα. Τον ανακάλυψα από 10 χρονών παιδί όταν έπεσε αυτό το υπέροχο διήγημα στα χέρια μου. Με συνεπήρε η μυστηριώδης ιστορία του. Με την ομάδα μου την "Ηθικόν Ακμαιότατον" ανεβάσαμε ένα ακόμα διήγημα -ίσως το πλέον εμβληματικό- το "Όνειρο στο Κύμα". Η παράσταση ήταν παραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών και επαναλήφθηκε στο θέατρο Ακροπόλ. Νοιώθω ότι αυτή η εποχή έχει βγάλει πραγματικά διαμάντια λογοτεχνίας. Ίσως ένα έργο του Βυζηινού ή του εθνικού μας ποιητή του Διονύσιου Σολωμού να είναι το επόμενο βήμα μας.
-Διακρίνω μια εμμονή στο ελληνικό έργο στην πορεία σας. Για ποιό λόγο ;
Νοιώθω ότι η απώλεια της εθνικής μας ταυτότητας σημαίνει και απώλεια της γλώσσας μας. Σωστά καταλάβατε. Έχω εμμονή με το ελληνικό έργο. Είναι μια μορφή προσωπικής αντίστασης στον ξεπεσμό που μας ταλανίζει δεκαετίες τώρα. Η γλώσσα μας είναι και η πατρίδα μας. Και είναι ιδιαιτέρως θεατρική και πλούσια, είναι ένας ολόκληρος κόσμος, ένα ταξίδι στο παρελθόν αλλά και στο παρόν μας. Αν ήμουν Άγγλος δεν θα αποτελούσε ίσως παραξενιά να ασχολιόμουν με τον Σαίξπηρ. Ευτυχώς υπάρχει και το αρχαίο δράμα από όπου γεννήθηκε το ίδιο το θέατρο.
- Ποιόν θα χαρακτηρίζατε ''Αμερικάνο'' της εποχής μας ;
Όλοι μας έχουμε καταντήσει ξένοι και μετανάστες στο ίδιο μας τον τόπο, μπλεγμένοι στα οικονομικά παιχνίδια των αδηφάγων τραπεζιτών που εξουσιάζουν κυβερνήσεις και συνειδήσεις. Είμαστε μόνοι, ξενιτεμένοι και απομονωμένοι μέσα στον ίδιο μας τον τόπο. Είμαστε όλοι μας "Αμερικάνοι" που ξεχάσαμε τη γλώσσα μας, που άφησαμε την πατρίδα μας παραδομένη σε Εφιάλτες που την πρόδωσαν και την προδίδουν κάθε μέρα.
Το σήμερα κατάντησε να θυμίζει τραγικά την εποχή του Παπαδιαμάντη. Τα ίδια άμεσα προβλήματα διαβίωσης, οι ίδιες επιτακτικές ανάγκες ταλανίζουν και σήμερα τους νέους όπως και τότε: ο εφιάλτης του ξενιτεμού δυστυχώς πλέον χτυπά και τις δικές μας πόρτες. Το όνειρο της ευμάρειας τέλειωσε πια και μας άφησε άοπλους μέσα σε μια αναπάντεχα ζοφερή πραγματικότητα. Όμως, παρ' όλα αυτά, ο ξενιτεμός του σημερινού ανθρώπου δεν είναι μόνο εξωτερικός και επιφανειακός. Στην ουσία ο καθένας μας ζει μια τραγικότερη, εσωτερική μοναξιά-που ίσως είναι και η σκληρότερη. Σε προσωπικό επίπεδο, ο καθένας για τους δικούς του λόγους-σαν απόρροια ίσως της προηγούμενης επίπλαστης "ευτυχίας", που κάποιοι έφτιαξαν για λογαριασμό μας-αλλά και σε συλλογικό, ακόμα και σε εθνικό επίπεδο, ζούμε την πιο σκληρή μοναξιά. Μακάρι να υπάρξει πραγματική αλληλεγγύη και αγάπη μεταξύ μας για να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε αυτή τη δύσκολη κατάσταση.
OnlyTheater, συνέντευξη στη Χρύσα Φωτοπούλου
(6/8/14)
Ο ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ -ΜΕΣΩ ΤΟΥ Θ. ΣΑΡΑΝΤΟΥ- ΔΙΝΕΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗ Χ. ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
"Ένα έργο σαν του Μακρυγιάννη είναι η συνείδηση ενός ολόκληρου λαού, μια πολύτιμη διαθήκη". Στις 13 Αυγούστου, ο Θανάσης Σαράντος θα ανεβάσει «Τα απομνημονεύματα του Στρατηγού Μακρυγιάννη», στα φετινά Μακρυγιάννεια, με αφορμή τη συμπλήρωση 150 ετών από το θάνατο του αγωνιστή της Επανάστασης του '21. Πρόκειται για ένα μονόλογο, σε ερμηνεία και σκηνοθεσία του ίδιου, εμπνευσμένο από τη σκέψη του Μακρυγιάννη.
Ο Θ.Σ, πριν αρχίσει γενικές δοκιμές στο Κροκύλειο Φωκίδος, στην γενέτειρα του Μακρυγιάννη, απάντησε στις ερωτήσεις μου με ιδιαίτερη έμπνευση. Τον ευχαριστώ.
"Τρώνε από μας και μένει και μαγιά". Η ιστορία επαναλαμβάνεται;
Άραγε μένει σήμερα καθόλου ανθρώπινη μαγιά; Τι θα έλεγε, ας πούμε, σήμερα ο Μακρυγιάννης για την Γάζα; Τι θα έλεγε για την ντροπή της ανθρώπινης ιστορίας που ακούει στο όνομα Ισραήλ που διαπράττει αυτά τα φρικώδη εγκλήματα πολέμου με την απόλυτη συνενοχή μιας υπνωτισμένης διεθνούς κοινότητας, χιλιομπλεγμένης σε πολιτικοοικονομικές φατρίες και λυκοφιλίες, με παραπλανημένους και θολωμένους πολίτες, με χαπακωμένους υπνωτισμένους από τα έξυπνα κινητά νέους.
Καιρό τώρα, επιλέγεις να εκφράζεσαι μέσα από το λόγο ανθρώπων που η ιστορία χαρακτήρισε διαχρονικούς.
Αναζητώ πάντα καθαρά κείμενα με έντονο θεατρικό στοιχείο. Με γοητεύει πραγματικά η δουλειά που κάνω να βασίζεται πρώτα από όλα στο λόγο. Δεν με απασχολεί πλέον καθόλου η ομορφιά της εικόνας που δεν συνάδει με τον λόγο. Ο καθαρός ήχος θα βγάλει σίγουρα εικόνα άρα και μνήμη και συναίσθημα. Άλλωστε η νόθα εποχή μας είναι γεμάτη από οπτικοακουστικές φούσκες που ενοχλούνται όπως ο διάολος με το λιβάνι από τα καλά κείμενα γιατί αυτά πάντα εμπεριέχουν την αλήθεια. Τι σημαίνει όμως αλήθεια; γιατί και αυτή η έννοια πάλι παρεξηγημένη είναι. Αλήθεια είναι και η πολιτική ματιά του συγγραφέα, άρα και η ρήξη μιας υπάρχουσας καθεστηκυίας κατάστασης που μας κάθεται στο σβέρκο εξαιτίας της δικής μας τεμπελιάς και οκνηρίας, και χρειάζεται και κανένα χαστούκι πρώτα από όλα στον εαυτό μας και ύστερα ένα θαρραλέο κοίταγμα στον καθρέφτη μας. Η αυτογνωσία όμως ξέρετε είναι άκρως επικίνδυνο πράγμα για το όποιο σύστημα . Έχουν φροντίσει λοιπόν να βαφτίσουν ως καλλιτεχνάρες κάτι αγράμματους άξεστους που έργο τους είναι να αλλάζουν τον αδόξαστο στους πραγματικούς καλλιτέχνες. Θα πάρουν ας πούμε ένα Λόρκα και θα τον κάνουν ψευδεπίγραφό τους αφού δεν θα κρατήσουν παρά μόνο τον τίτλο. Δεν έχουν όμως το θάρρος να υπογράψουν με το όνομά τους και έτσι συνεχίζουν να πωλούν την χυδαία πραμάτεια τους και να διαφημίζουν ότι κάνουν ας πούμε Αισχύλο με τη συνδρομή του γνωστού συρφετού που τρέχει σαν το σμάρι από μέλισσες, ενίοτε και σφήκες (βλέπε κάτι παρατρεχάμενες θεατρολόγες, κάτι δυσκοίλιους κοσμικογράφους που τολμούν στην εύκολη εποχή που ζούμε να γράφουν και θεατρικές κριτικές: νομίζουν ότι υπηρετούν πέρα από τη σαχλαμάρα τους και το λεγόμενο "σύστημα" της κάθε διαταραγμένης οικονομικής ελίτ). Δεν ξέρω τώρα, αν απάντησα στην ερώτηση περί διαχρονικότητας, αλλά γιατί να μην ασχοληθώ με το γνήσιο λόγο του Μακρυγιάννη τον οποίο ο Σεφέρης χαρακτηρίζει ως τον καλύτερο Έλληνα πεζογράφο μετά τον Παπαδιαμάντη;
Τι κρατάς έντονα από την σκέψη του Μακρυγιάννη;
Το θάρρος της σκέψης του που δεν μένει στα λόγια. Επίσης το ότι δεν τον απασχολούσε το πλιάτσικο ούτε η υστεροφημία του, τον απασχολούσε το "εμείς" και όχι το "εγώ". Ζούσε και με τα λίγα και είχε και ένα ωραίο κήπο στα στερνά του. Κρατώ μια αφήγησή του για τις αρχαιότητες που δείχνει τι Έλληνας ήταν:
«Είχα δυο αγάλματα περίφημα, μια γυναίκα κι ένα βασιλόπουλο, ατόφια -φαίνονταν οι φλέβες, τόση εντέλειαν είχαν. Όταν χάλασαν τον Πόρο, τά 'χαν πάρει κάτι στρατιώτες, και στ’Άργος θα τα πουλούσαν κάτι Ευρωπαίων• χίλια τάλαρα γύρευαν [...]. Πήρα τους στρατιώτες, τους μίλησα:
-Αυτά, και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε, να μην το καταδεχτείτε να βγουν από την πατρίδα μας. Γι’αυτά πολεμήσαμε».
Ο ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ -ΜΕΣΩ ΤΟΥ Θ. ΣΑΡΑΝΤΟΥ- ΔΙΝΕΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗ Χ. ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
"Ένα έργο σαν του Μακρυγιάννη είναι η συνείδηση ενός ολόκληρου λαού, μια πολύτιμη διαθήκη". Στις 13 Αυγούστου, ο Θανάσης Σαράντος θα ανεβάσει «Τα απομνημονεύματα του Στρατηγού Μακρυγιάννη», στα φετινά Μακρυγιάννεια, με αφορμή τη συμπλήρωση 150 ετών από το θάνατο του αγωνιστή της Επανάστασης του '21. Πρόκειται για ένα μονόλογο, σε ερμηνεία και σκηνοθεσία του ίδιου, εμπνευσμένο από τη σκέψη του Μακρυγιάννη.
Ο Θ.Σ, πριν αρχίσει γενικές δοκιμές στο Κροκύλειο Φωκίδος, στην γενέτειρα του Μακρυγιάννη, απάντησε στις ερωτήσεις μου με ιδιαίτερη έμπνευση. Τον ευχαριστώ.
"Τρώνε από μας και μένει και μαγιά". Η ιστορία επαναλαμβάνεται;
Άραγε μένει σήμερα καθόλου ανθρώπινη μαγιά; Τι θα έλεγε, ας πούμε, σήμερα ο Μακρυγιάννης για την Γάζα; Τι θα έλεγε για την ντροπή της ανθρώπινης ιστορίας που ακούει στο όνομα Ισραήλ που διαπράττει αυτά τα φρικώδη εγκλήματα πολέμου με την απόλυτη συνενοχή μιας υπνωτισμένης διεθνούς κοινότητας, χιλιομπλεγμένης σε πολιτικοοικονομικές φατρίες και λυκοφιλίες, με παραπλανημένους και θολωμένους πολίτες, με χαπακωμένους υπνωτισμένους από τα έξυπνα κινητά νέους.
Καιρό τώρα, επιλέγεις να εκφράζεσαι μέσα από το λόγο ανθρώπων που η ιστορία χαρακτήρισε διαχρονικούς.
Αναζητώ πάντα καθαρά κείμενα με έντονο θεατρικό στοιχείο. Με γοητεύει πραγματικά η δουλειά που κάνω να βασίζεται πρώτα από όλα στο λόγο. Δεν με απασχολεί πλέον καθόλου η ομορφιά της εικόνας που δεν συνάδει με τον λόγο. Ο καθαρός ήχος θα βγάλει σίγουρα εικόνα άρα και μνήμη και συναίσθημα. Άλλωστε η νόθα εποχή μας είναι γεμάτη από οπτικοακουστικές φούσκες που ενοχλούνται όπως ο διάολος με το λιβάνι από τα καλά κείμενα γιατί αυτά πάντα εμπεριέχουν την αλήθεια. Τι σημαίνει όμως αλήθεια; γιατί και αυτή η έννοια πάλι παρεξηγημένη είναι. Αλήθεια είναι και η πολιτική ματιά του συγγραφέα, άρα και η ρήξη μιας υπάρχουσας καθεστηκυίας κατάστασης που μας κάθεται στο σβέρκο εξαιτίας της δικής μας τεμπελιάς και οκνηρίας, και χρειάζεται και κανένα χαστούκι πρώτα από όλα στον εαυτό μας και ύστερα ένα θαρραλέο κοίταγμα στον καθρέφτη μας. Η αυτογνωσία όμως ξέρετε είναι άκρως επικίνδυνο πράγμα για το όποιο σύστημα . Έχουν φροντίσει λοιπόν να βαφτίσουν ως καλλιτεχνάρες κάτι αγράμματους άξεστους που έργο τους είναι να αλλάζουν τον αδόξαστο στους πραγματικούς καλλιτέχνες. Θα πάρουν ας πούμε ένα Λόρκα και θα τον κάνουν ψευδεπίγραφό τους αφού δεν θα κρατήσουν παρά μόνο τον τίτλο. Δεν έχουν όμως το θάρρος να υπογράψουν με το όνομά τους και έτσι συνεχίζουν να πωλούν την χυδαία πραμάτεια τους και να διαφημίζουν ότι κάνουν ας πούμε Αισχύλο με τη συνδρομή του γνωστού συρφετού που τρέχει σαν το σμάρι από μέλισσες, ενίοτε και σφήκες (βλέπε κάτι παρατρεχάμενες θεατρολόγες, κάτι δυσκοίλιους κοσμικογράφους που τολμούν στην εύκολη εποχή που ζούμε να γράφουν και θεατρικές κριτικές: νομίζουν ότι υπηρετούν πέρα από τη σαχλαμάρα τους και το λεγόμενο "σύστημα" της κάθε διαταραγμένης οικονομικής ελίτ). Δεν ξέρω τώρα, αν απάντησα στην ερώτηση περί διαχρονικότητας, αλλά γιατί να μην ασχοληθώ με το γνήσιο λόγο του Μακρυγιάννη τον οποίο ο Σεφέρης χαρακτηρίζει ως τον καλύτερο Έλληνα πεζογράφο μετά τον Παπαδιαμάντη;
Τι κρατάς έντονα από την σκέψη του Μακρυγιάννη;
Το θάρρος της σκέψης του που δεν μένει στα λόγια. Επίσης το ότι δεν τον απασχολούσε το πλιάτσικο ούτε η υστεροφημία του, τον απασχολούσε το "εμείς" και όχι το "εγώ". Ζούσε και με τα λίγα και είχε και ένα ωραίο κήπο στα στερνά του. Κρατώ μια αφήγησή του για τις αρχαιότητες που δείχνει τι Έλληνας ήταν:
«Είχα δυο αγάλματα περίφημα, μια γυναίκα κι ένα βασιλόπουλο, ατόφια -φαίνονταν οι φλέβες, τόση εντέλειαν είχαν. Όταν χάλασαν τον Πόρο, τά 'χαν πάρει κάτι στρατιώτες, και στ’Άργος θα τα πουλούσαν κάτι Ευρωπαίων• χίλια τάλαρα γύρευαν [...]. Πήρα τους στρατιώτες, τους μίλησα:
-Αυτά, και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε, να μην το καταδεχτείτε να βγουν από την πατρίδα μας. Γι’αυτά πολεμήσαμε».
Η Αυγή, συνέντευξη στη Μάνια Ζούση
(12/8/14)
Μάθημα ιστορίας σε ένα αλώνι με έναν ταμπουρά
Συνέντευξη στη Μάνια Ζούση
Μέσα σε έναν χωμάτινο κύκλο, περίκλειστο από πέτρες, που σηματοδοτεί το φτωχό αλωνάκι ετούτης της πατρίδας, το οποίο θα στηθεί στην αυλή του Δημοτικού Σχολείου Κροκυλείου Φωκίδος, γενέτειρα του Στρατηγού Μακρυγιάννη, ζωντανεύει αύριο το βράδυ, 150 χρόνια από τον θάνατό του, ο εμβληματικός, ακατέργαστος και ταραχώδης λόγος των "Απομνημονευμάτων" του, συνοδεία ενός ταμπουρά, μιας λύρας και κρουστών. Εμπνευστής και ερμηνευτής ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Θανάσης Σαράντος που εξηγεί στην "Αυγή" την αποκοτιά και την τόλμη του: "Με ενδιέφερε ο πολιτικός λόγος του Μακρυγιάννη. Αυτός ο αγράμματος, που έμαθε γραφή μεγάλος, για να εξιστορήσει τα κατορθώματα του λαού αλλά και την αλήθεια για τις παθογένειες της ελληνικής πολιτικής ζωής. Που κατέδειξε με τον τραχύ και πρωτογενή λόγο του πως όλα ξεκινάνε από την ίδια ρίζα. Που μιλάει ακόμα και για τα ξένα δάνεια. Που γίνεται καταπέλτης για την αδικία που υφίστανται οι παλιοί αγωνιστές από το νέο κράτος της βαυαροκρατούμενης Ελλάδας. Και μιλάει για τους Εκλαμπρότατους και τους Εξοχώτατους που κατατρέχουν τους αγωνιστές και τους λένε να πάνε να διακονέψουν.
Πρόκειται για τους ίδιους ξένους που έσπειραν τη διχόνοια όπως και σήμερα. Σηκώνει ανάστημα για το γενικό και όχι το ατομικό συμφέρον, με τον επικό επίλογο 'είμαστε στο εμείς και όχι στο εγώ'. Ο λόγος του Μακρυγιάννη έχει ενωτικό χαρακτήρα, μιλά για το τι είναι η πατρίδα όχι με εθνικοπατριωτικό ύφος, αλλά με ταπεινότητα και αλήθεια που πονά, 'είμαστε άνθρωποι που έχουμε και εμείς δικαίωμα να ζήσουμε, με ίσους όρους, ο κάθε απλός πολίτης κόντρα στους ισχυρούς και τους βολεμένους'.
Ο Μακρυγιάννης σήκωσε ανάστημα για να μη μένουν οι άνθρωποι σιωπηλοί και για να μπορούν να σκέφτονται. Αυτή την ψεύτικη εποχή που διανύουμε έχουμε ανάγκη να ακούσουμε αυτό το πολύτιμο κείμενο. Η μουσική παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην αφήγηση. Ακούγεται ταμπουράς που έπαιζε και ο ίδιος ο Μακρυγιάννης, λύρα και κρουστά. Αυτό το τραχύ, αφτιασίδωτο κείμενο, είναι ένα μάθημα ιστορίας από έναν ερημίτη που, καταδιωγμένος από τους κυβερνώντες, γινόταν περίγελο των παιδιών που τον πετροβολούσαν. Με μια γλώσσα πανέμορφη και δύσκολη, γεμάτη από τούρκικες και αρβανίτικες εκφράσεις που δείχνουν τη βαθιά αγάπη στην πατρίδα του. Με ενθουσιασμό στην αρχή, με πείσμα, με θυμό και πόνο ψυχής στη συνέχεια, καθώς έβλεπε συντρόφους του να παρασύρονται στην άλογη βιαιότητα, την αρπαγή και στο πλιάτσικο. Με οργή κατόπιν, απέναντι στους νέους κατακτητές που ήρθαν απρόσκλητοι κυβερνήτες, με μένος απέναντι στους δουλοπρεπείς Έλληνες, που ξεπουλάνε όσα κέρδισαν με αίμα οι παλιοί αγωνιστές. Με πίκρα τέλος, ζώντας την άκρα αχαριστία, καθώς τα μόνα παράσημα που θα του απονείμει η αγαπημένη του πατρίδα θα είναι μια καταδίκη 'εις θάνατον' και μερικές αγιάτρευτες πληγές που θα τον στείλουν σιγά - σιγά στον τάφο στα 67 του χρόνια".
INFO
"Απομνημονεύματα Στρατηγού Μακρυγιάννη"
Τετάρτη 13 Αυγούστου Δημοτικό Σχολείο Κροκυλείου Φωκίδος
Σκηνοθεσία - ερμηνεία - φωτισμοί: Θανάσης Σαράντος
Μουσικοί επί σκηνής: Τζιχάν Τούρκογλου (ταμπουράς, κρητική λύρα), Ιωάννης Μουτσάκης (κρουστά)
Με την Υποστήριξη του Δήμου Δωρίδας, του Συλλόγου Ιστορικών Μελετών Ιερού Αγώνα εις Στερεά Ελλάδα, του Συλλόγου Κροκυλιωτών «Ο Μακρυγιάννης», της Γενναδείου Βιβλιοθήκης και Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών.
Η παράσταση θα ανέβει τους επόμενους μήνες στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης
http://www.avgi.gr/article/3661853/mathima-istorias-se-ena-aloni-me-enan-tampoura
Μάθημα ιστορίας σε ένα αλώνι με έναν ταμπουρά
Συνέντευξη στη Μάνια Ζούση
Μέσα σε έναν χωμάτινο κύκλο, περίκλειστο από πέτρες, που σηματοδοτεί το φτωχό αλωνάκι ετούτης της πατρίδας, το οποίο θα στηθεί στην αυλή του Δημοτικού Σχολείου Κροκυλείου Φωκίδος, γενέτειρα του Στρατηγού Μακρυγιάννη, ζωντανεύει αύριο το βράδυ, 150 χρόνια από τον θάνατό του, ο εμβληματικός, ακατέργαστος και ταραχώδης λόγος των "Απομνημονευμάτων" του, συνοδεία ενός ταμπουρά, μιας λύρας και κρουστών. Εμπνευστής και ερμηνευτής ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Θανάσης Σαράντος που εξηγεί στην "Αυγή" την αποκοτιά και την τόλμη του: "Με ενδιέφερε ο πολιτικός λόγος του Μακρυγιάννη. Αυτός ο αγράμματος, που έμαθε γραφή μεγάλος, για να εξιστορήσει τα κατορθώματα του λαού αλλά και την αλήθεια για τις παθογένειες της ελληνικής πολιτικής ζωής. Που κατέδειξε με τον τραχύ και πρωτογενή λόγο του πως όλα ξεκινάνε από την ίδια ρίζα. Που μιλάει ακόμα και για τα ξένα δάνεια. Που γίνεται καταπέλτης για την αδικία που υφίστανται οι παλιοί αγωνιστές από το νέο κράτος της βαυαροκρατούμενης Ελλάδας. Και μιλάει για τους Εκλαμπρότατους και τους Εξοχώτατους που κατατρέχουν τους αγωνιστές και τους λένε να πάνε να διακονέψουν.
Πρόκειται για τους ίδιους ξένους που έσπειραν τη διχόνοια όπως και σήμερα. Σηκώνει ανάστημα για το γενικό και όχι το ατομικό συμφέρον, με τον επικό επίλογο 'είμαστε στο εμείς και όχι στο εγώ'. Ο λόγος του Μακρυγιάννη έχει ενωτικό χαρακτήρα, μιλά για το τι είναι η πατρίδα όχι με εθνικοπατριωτικό ύφος, αλλά με ταπεινότητα και αλήθεια που πονά, 'είμαστε άνθρωποι που έχουμε και εμείς δικαίωμα να ζήσουμε, με ίσους όρους, ο κάθε απλός πολίτης κόντρα στους ισχυρούς και τους βολεμένους'.
Ο Μακρυγιάννης σήκωσε ανάστημα για να μη μένουν οι άνθρωποι σιωπηλοί και για να μπορούν να σκέφτονται. Αυτή την ψεύτικη εποχή που διανύουμε έχουμε ανάγκη να ακούσουμε αυτό το πολύτιμο κείμενο. Η μουσική παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην αφήγηση. Ακούγεται ταμπουράς που έπαιζε και ο ίδιος ο Μακρυγιάννης, λύρα και κρουστά. Αυτό το τραχύ, αφτιασίδωτο κείμενο, είναι ένα μάθημα ιστορίας από έναν ερημίτη που, καταδιωγμένος από τους κυβερνώντες, γινόταν περίγελο των παιδιών που τον πετροβολούσαν. Με μια γλώσσα πανέμορφη και δύσκολη, γεμάτη από τούρκικες και αρβανίτικες εκφράσεις που δείχνουν τη βαθιά αγάπη στην πατρίδα του. Με ενθουσιασμό στην αρχή, με πείσμα, με θυμό και πόνο ψυχής στη συνέχεια, καθώς έβλεπε συντρόφους του να παρασύρονται στην άλογη βιαιότητα, την αρπαγή και στο πλιάτσικο. Με οργή κατόπιν, απέναντι στους νέους κατακτητές που ήρθαν απρόσκλητοι κυβερνήτες, με μένος απέναντι στους δουλοπρεπείς Έλληνες, που ξεπουλάνε όσα κέρδισαν με αίμα οι παλιοί αγωνιστές. Με πίκρα τέλος, ζώντας την άκρα αχαριστία, καθώς τα μόνα παράσημα που θα του απονείμει η αγαπημένη του πατρίδα θα είναι μια καταδίκη 'εις θάνατον' και μερικές αγιάτρευτες πληγές που θα τον στείλουν σιγά - σιγά στον τάφο στα 67 του χρόνια".
INFO
"Απομνημονεύματα Στρατηγού Μακρυγιάννη"
Τετάρτη 13 Αυγούστου Δημοτικό Σχολείο Κροκυλείου Φωκίδος
Σκηνοθεσία - ερμηνεία - φωτισμοί: Θανάσης Σαράντος
Μουσικοί επί σκηνής: Τζιχάν Τούρκογλου (ταμπουράς, κρητική λύρα), Ιωάννης Μουτσάκης (κρουστά)
Με την Υποστήριξη του Δήμου Δωρίδας, του Συλλόγου Ιστορικών Μελετών Ιερού Αγώνα εις Στερεά Ελλάδα, του Συλλόγου Κροκυλιωτών «Ο Μακρυγιάννης», της Γενναδείου Βιβλιοθήκης και Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών.
Η παράσταση θα ανέβει τους επόμενους μήνες στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης
http://www.avgi.gr/article/3661853/mathima-istorias-se-ena-aloni-me-enan-tampoura
patrasnews
(5/4/16)
1. Πως γεννήθηκε η παράσταση «Τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη» και σε τι είναι επικεντρωμένη;
Η παράσταση «Στρατηγού Μακρυγιάννη Απομνημονεύματα» γεννήθηκε μέσα σε ένα χωμάτινο αλωνάκι, τον Αύγουστο του ’14. Αφορμή η συμπλήρωση 150 χρόνων από το θάνατο του Μακρυγιάννη. Τόπος, η γενέθλια γη του ήρωα: το Κροκύλειο Φωκίδος. Εκεί, συνοδεία λύρας και ταμπουρά, ακούστηκε ο λόγος του Μακρυγιάννη, για πρώτη φορά σε θεατρική μορφή και απόδοση.
Τα «Απομνημονεύματα» είναι η συγκλονιστική αλήθεια της ζωής του ίδιου του ήρωα, που θα θελήσει να την ιστορήσει πάνω στο χαρτί. Η άδολη και βαθιά αγάπη του για την πατρίδα, η οργή και η πίκρα του για όσους την ξανασκλαβώνουν με νέα δεσμά:
«Ἀπὸ ὅλα αὐτά, καϊμένη πατρίδα, δὲν θὰ σωθοῦνε τὰ δεινά σου, ὅτι σιδερώνουν τὴν ἀρετὴ ἐκεῖνοι ὁποῦ σὲ κυβερνοῦσαν καὶ σὲ κυβερνοῦν, καὶ τώρα κατατρέχουν τὸ δίκαιον καὶ τὴν ἀλήθειαν καὶ μὲ ψέματα θέλουν καὶ μὲ σπιγούνους νὰ σὲ λευτερώσουνε, μήτε τώρα εἶσαι καλά, μήτε διὰ τὰ μέλλοντά σου, μὲ τοὺς ἀνθρώπους ὁποῦ σὲ τριγυρίζουν, πολιτικούς καὶ σπιγούνους».
2. Ποια είναι μηνύματα από αυτή την παράσταση για τον έλληνα θεατή της σύγχρονης Ελλάδας;
Ο Μακρυγιάννης, με τα ελάχιστα κολλυβογράμματα που ξέρει, νιώθει επιτακτική την ανάγκη να μεταδώσει αυτό το ζωντανό κομμάτι της Ιστορίας – αφού Ιστορία είναι ο ίδιος – στις γενιές που έρχονται. Ζωντανό και χειροπιαστό σαν τις ανθρώπινες μορφές των αρχαίων αγαλμάτων που ξεθάβουν οι στρατιώτες του:
«Εἶχα δυὸ ἀγάλματα, περίφημα, μιὰ γυναίκα κι᾿ ἕνα βασιλόπουλο, ἀτόφια – φαίνονταν οἱ φλέβες· τόση ἐντέλειαν εἶχαν. Ὅταν χάλασαν τὸν Πόρον, τά ῾χαν πάρη κάτι στρατιῶτες καὶ εἰς τ᾿ Ἄργος θὰ τὰ πουλοῦσαν κάτι Εὐρωπαίων· χίλια τάλλαρα γύρευαν.
Πέρναγα κ’ εγώ από εκεί· πῆρα τοὺς στρατιῶτες, τοὺς μίλησα· «Αὐτὰ καὶ δέκα χιλιάδες τάλλαρα νὰ σᾶς δώσουνε, νὰ μὴν τὸ καταδεχτῆτε νὰ βγοῦν ἀπὸ τὴν πατρίδα μας. Δι᾿ αὐτὰ πολεμήσαμεν».
3. «Τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη», μια λιτή παράσταση, εστιασμένη στην ουσία της θεατρικής τέχνης, μακριά από «κλισέ» και εντυπωσιασμούς, κατάφερε να αγκαλιαστεί από το κοινό. Αποτελεί για σένα, προσωπική δικαίωση;
4. Αν ζούσε ο Μακρυγιάννης σήμερα, τι πιστεύεις ότι θα έλεγε για την Ελλάδα του σήμερα;
Ο Μακρυγιάννης, δυστυχώς για την Ελλάδα του σήμερα, παραμένει επίκαιρος:
«Δυστυχισμένη Ελλάς, δυστυχισμένοι Έλληνες! Αναθεματισμένοι κυβερνήτες, οπού μας κυβέρνησαν αρχή ως τέλος!»
Όση τρυφερότητα έχει στο λόγο του όταν απευθύνεται στην αγαπημένη του πατρίδα, τα όσια και τα ιερά του, τόση οργή και αγανάκτηση εξαπολύει στους νέους τυράννους, που διαδέχονται τον Τούρκο κατακτητή: αφ’ ενός στους Ευρωπαίους «προστάτες» της μόλις προ ολίγου επαναστατημένης Ελλάδας, αλλά ακόμα περισσότερο στους Έλληνες εντολοδόχους τους, που δεν τους ενδιαφέρει το καλό της Ελλάδας, αλλά μόνο το προσωπικό όφελος – ακριβώς δηλαδή ό, τι γίνεται και σήμερα:
«Όποτε σας λένε οι ξένοι σας φίλοι ντύνεστε το πουκάμισο της αρετής, κλαίτε την πατρίδα και τους αγωνιστάς καθώς κλαίγει η φώκια τον πνιμένον είναι τα δάκρυά της καυτερά, σαπίζει τον πνιμένον και κάθεται και τον τρώγει…».
Ωστόσο βλέπει με αγαθό μάτι τον νεαρό και άβουλο Βαυαρό βασιλιά του νέου ελληνικού κράτους, που είναι ουσιαστικά υποχείριο της τριανδρίας. Του υπενθυμίζει ότι πρώτο του μέλημα θα πρέπει να είναι, όχι οι τιμές και η καλοπέραση, αλλά η δυστυχία του λαού και η αδικία: η αποκατάσταση της πληγωμένης υπόληψης του Έλληνα αγωνιστή και πολίτη. Ό, τι και θα έλεγε σε έναν αντίστοιχο σημερινό πολιτικό, που θα αντιμετώπιζε με ατολμία τις ξένες επεμβάσεις:
«Αυτός ο τόπος, η πατρίδα μας, οπού βασιλεύεις, ήταν πρώτα ρουμάνι, ότ’ είχε γίνει βάλτος τόσα χρόνια, κι’ έκαμεν πολλά άγρια δέντρα και παλιοχόρταρα, κι’ ένα μέρος από μας τους ντόπιους κι’ από τα έξω μέρη πολλοί αγαθοί άνθρωποι πήραν τα τζαπιά, τα τζεκούρια, τα φτυάρια κι’ έκοψαν όλες αυτές τις ακαθαρσίες και δούλεψαν αυτόν τον τόπο και δίνει τώρα σοδήματα, καρπούς και φρούτα αξιόλογα. Εκείνοι οπού αγωνίστηκαν, από μέσα κι’ απ' όξω, λίγοι ήταν και χάθηκαν οι περισσότεροι, κι’ όσοι μείναν πολλοί από αυτούς γκεζερούν ξυπόλυτοι και γυμνοί μέσα στα σοκάκια αυτηνής της πατρίδας τους…»
5. Εχεις ξαναπαρουσιάσει δουλειά σου στην Πάτρα – έχουμε δει και τον «Αμερικάνο» - και πρόσφατα συνεργάστηκες και με το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας στη «Ζωή του Γαλιλαίου» σε σκηνοθεσία Κώστα Καζάκου. Ποια είναι η εμπειρία σου από την πόλη και τι εντύπωση έχεις αποκομίσει για το θεατρόφιλο κοινό της;
1. Πως γεννήθηκε η παράσταση «Τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη» και σε τι είναι επικεντρωμένη;
Η παράσταση «Στρατηγού Μακρυγιάννη Απομνημονεύματα» γεννήθηκε μέσα σε ένα χωμάτινο αλωνάκι, τον Αύγουστο του ’14. Αφορμή η συμπλήρωση 150 χρόνων από το θάνατο του Μακρυγιάννη. Τόπος, η γενέθλια γη του ήρωα: το Κροκύλειο Φωκίδος. Εκεί, συνοδεία λύρας και ταμπουρά, ακούστηκε ο λόγος του Μακρυγιάννη, για πρώτη φορά σε θεατρική μορφή και απόδοση.
Τα «Απομνημονεύματα» είναι η συγκλονιστική αλήθεια της ζωής του ίδιου του ήρωα, που θα θελήσει να την ιστορήσει πάνω στο χαρτί. Η άδολη και βαθιά αγάπη του για την πατρίδα, η οργή και η πίκρα του για όσους την ξανασκλαβώνουν με νέα δεσμά:
«Ἀπὸ ὅλα αὐτά, καϊμένη πατρίδα, δὲν θὰ σωθοῦνε τὰ δεινά σου, ὅτι σιδερώνουν τὴν ἀρετὴ ἐκεῖνοι ὁποῦ σὲ κυβερνοῦσαν καὶ σὲ κυβερνοῦν, καὶ τώρα κατατρέχουν τὸ δίκαιον καὶ τὴν ἀλήθειαν καὶ μὲ ψέματα θέλουν καὶ μὲ σπιγούνους νὰ σὲ λευτερώσουνε, μήτε τώρα εἶσαι καλά, μήτε διὰ τὰ μέλλοντά σου, μὲ τοὺς ἀνθρώπους ὁποῦ σὲ τριγυρίζουν, πολιτικούς καὶ σπιγούνους».
2. Ποια είναι μηνύματα από αυτή την παράσταση για τον έλληνα θεατή της σύγχρονης Ελλάδας;
Ο Μακρυγιάννης, με τα ελάχιστα κολλυβογράμματα που ξέρει, νιώθει επιτακτική την ανάγκη να μεταδώσει αυτό το ζωντανό κομμάτι της Ιστορίας – αφού Ιστορία είναι ο ίδιος – στις γενιές που έρχονται. Ζωντανό και χειροπιαστό σαν τις ανθρώπινες μορφές των αρχαίων αγαλμάτων που ξεθάβουν οι στρατιώτες του:
«Εἶχα δυὸ ἀγάλματα, περίφημα, μιὰ γυναίκα κι᾿ ἕνα βασιλόπουλο, ἀτόφια – φαίνονταν οἱ φλέβες· τόση ἐντέλειαν εἶχαν. Ὅταν χάλασαν τὸν Πόρον, τά ῾χαν πάρη κάτι στρατιῶτες καὶ εἰς τ᾿ Ἄργος θὰ τὰ πουλοῦσαν κάτι Εὐρωπαίων· χίλια τάλλαρα γύρευαν.
Πέρναγα κ’ εγώ από εκεί· πῆρα τοὺς στρατιῶτες, τοὺς μίλησα· «Αὐτὰ καὶ δέκα χιλιάδες τάλλαρα νὰ σᾶς δώσουνε, νὰ μὴν τὸ καταδεχτῆτε νὰ βγοῦν ἀπὸ τὴν πατρίδα μας. Δι᾿ αὐτὰ πολεμήσαμεν».
3. «Τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη», μια λιτή παράσταση, εστιασμένη στην ουσία της θεατρικής τέχνης, μακριά από «κλισέ» και εντυπωσιασμούς, κατάφερε να αγκαλιαστεί από το κοινό. Αποτελεί για σένα, προσωπική δικαίωση;
4. Αν ζούσε ο Μακρυγιάννης σήμερα, τι πιστεύεις ότι θα έλεγε για την Ελλάδα του σήμερα;
Ο Μακρυγιάννης, δυστυχώς για την Ελλάδα του σήμερα, παραμένει επίκαιρος:
«Δυστυχισμένη Ελλάς, δυστυχισμένοι Έλληνες! Αναθεματισμένοι κυβερνήτες, οπού μας κυβέρνησαν αρχή ως τέλος!»
Όση τρυφερότητα έχει στο λόγο του όταν απευθύνεται στην αγαπημένη του πατρίδα, τα όσια και τα ιερά του, τόση οργή και αγανάκτηση εξαπολύει στους νέους τυράννους, που διαδέχονται τον Τούρκο κατακτητή: αφ’ ενός στους Ευρωπαίους «προστάτες» της μόλις προ ολίγου επαναστατημένης Ελλάδας, αλλά ακόμα περισσότερο στους Έλληνες εντολοδόχους τους, που δεν τους ενδιαφέρει το καλό της Ελλάδας, αλλά μόνο το προσωπικό όφελος – ακριβώς δηλαδή ό, τι γίνεται και σήμερα:
«Όποτε σας λένε οι ξένοι σας φίλοι ντύνεστε το πουκάμισο της αρετής, κλαίτε την πατρίδα και τους αγωνιστάς καθώς κλαίγει η φώκια τον πνιμένον είναι τα δάκρυά της καυτερά, σαπίζει τον πνιμένον και κάθεται και τον τρώγει…».
Ωστόσο βλέπει με αγαθό μάτι τον νεαρό και άβουλο Βαυαρό βασιλιά του νέου ελληνικού κράτους, που είναι ουσιαστικά υποχείριο της τριανδρίας. Του υπενθυμίζει ότι πρώτο του μέλημα θα πρέπει να είναι, όχι οι τιμές και η καλοπέραση, αλλά η δυστυχία του λαού και η αδικία: η αποκατάσταση της πληγωμένης υπόληψης του Έλληνα αγωνιστή και πολίτη. Ό, τι και θα έλεγε σε έναν αντίστοιχο σημερινό πολιτικό, που θα αντιμετώπιζε με ατολμία τις ξένες επεμβάσεις:
«Αυτός ο τόπος, η πατρίδα μας, οπού βασιλεύεις, ήταν πρώτα ρουμάνι, ότ’ είχε γίνει βάλτος τόσα χρόνια, κι’ έκαμεν πολλά άγρια δέντρα και παλιοχόρταρα, κι’ ένα μέρος από μας τους ντόπιους κι’ από τα έξω μέρη πολλοί αγαθοί άνθρωποι πήραν τα τζαπιά, τα τζεκούρια, τα φτυάρια κι’ έκοψαν όλες αυτές τις ακαθαρσίες και δούλεψαν αυτόν τον τόπο και δίνει τώρα σοδήματα, καρπούς και φρούτα αξιόλογα. Εκείνοι οπού αγωνίστηκαν, από μέσα κι’ απ' όξω, λίγοι ήταν και χάθηκαν οι περισσότεροι, κι’ όσοι μείναν πολλοί από αυτούς γκεζερούν ξυπόλυτοι και γυμνοί μέσα στα σοκάκια αυτηνής της πατρίδας τους…»
5. Εχεις ξαναπαρουσιάσει δουλειά σου στην Πάτρα – έχουμε δει και τον «Αμερικάνο» - και πρόσφατα συνεργάστηκες και με το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας στη «Ζωή του Γαλιλαίου» σε σκηνοθεσία Κώστα Καζάκου. Ποια είναι η εμπειρία σου από την πόλη και τι εντύπωση έχεις αποκομίσει για το θεατρόφιλο κοινό της;
Συνέντευξη στον Β. Παπαβασιλείου
26/9/16
Θανάσης Σαράντος
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης: Η αύρα της λεπτής πνοής που άφησε με τα γραπτά του έχει συντροφέψει γενιές και γενιές. Χρέος μας να τον μνημονεύσουμε στη μνημονιακή εποχή και ζοφερή «κατοχή» που ζούμε, αφού ο λόγος του παραμένει βάλσαμο. Μας παροτρύνει άλλωστε στο «Αξιον Εστί» ο νομπελίστας ποιητής μας Οδυσσέας Ελύτης: «Οπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί όπου και να θολώνει ο νους σας, μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη».
Βία: Η βία με την οποία ξεριζώνεται οτιδήποτε ελληνικό σήμερα και η ευθύνη που έχουμε όλοι μας ν´ ανατρέψουμε αυτήν την ολέθρια κατάσταση για τον τόπο μας και για εμάς.
Μένεις έκθαμβος όταν ο Παπαδιαμάντης περιγράφει το... ΔΝΤ της μεσαιωνικής εποχής και την κατακτητική πολιτική του. Οταν στηλιτεύει τους Ελληνες πολιτικούς για κομπίνες, λοβιτούρες, εξυπηρέτηση «δικών» τους, για επιδιωκόμενες εργολαβίες μεγάλων έργων. Δεν ξεχνάει να επικρίνει αιώνια ελαττώματα του Ελληνα, όπως ο ξενισμός και ο πιθηκισμός του. Ο πολιτικός λόγος του επίκαιρος όσο ποτέ για τους... εμπόρους των εθνών, για τους ανάλγητους κι ανεύθυνους πολιτικούς μας.
Α πό το άρθρο του «Οιωνός» στην εφημερίδα «Ακρόπολις» (1η Ιανουαρίου 1896):
«Εις οιωνός άριστος. Αλλά τις έβαλεν εις πράξιν την συμβουλήν του θειοτάτου αρχαίου ποιητού; Εκ της παρούσης ημών γενεάς τις ημύνθη περί πάτρης;
Ημήνθυσαν περί πάτρης οι άστοργοι πολιτικοί, οι εκ περιτροπής μητρυιοί του ταλαιπώρου ωρφανισμένου Γένους; Αμυνα περί πάτρης δεν είναι αι σπασμωδικαί, κακομελέτητοι και κακοσύντακτοι επιστρατείαι, ουδέ τα σκωριασμένης επιδεικτικότητος θωρηκτά. Αμυνα περί πάτρης θα ήτο η ευσυνείδητος λειτουργία των θεσμών, η εθνική αγωγή, η χρηστή διοίκησις, η καταπολέμησις του ξένου υλισμού και του πιθηκισμού, του διαφθείραντος το φρόνημα και εκφυλίσαντος σήμερον το έθνος, και η πρόληψις της χρεοκοπίας.
Τις ημύνθη περί πάτρης; Και τι πταίει η γλαυξ, η θρηνούσα επί ερειπίων; Πταίουν οι πλάσαντες τα ερείπια. Και τα ερείπια τα έπλασαν οι ανίκανοι κυβερνήται της Ελλάδος.
Γενναιοδωρία: Ο λόγος του Παπαδιαμάντη
«Ο Παπαδιαμάντης είναι ψυχή ποιητική. Μιλάει για το Θεό, για τον άνθρωπο και για τη φύση... Εχει ευσπλαχνία απέναντι στους ήρωές του, δυσκολεμένους, πονεμένους, αδικημένους, μοναχικούς. Ακόμη και στους πιο αρνητικούς φέρεται με συγκατάβαση, με κατανόηση, μ' αγάπη. Στα έργα του κυριαρχεί η κοινότητα... Αφήνει τα πράγματα από μόνα τους να μιλήσουν... Ο Παπαδιαμάντης λειτουργεί ψυχοθεραπευτικά. Διαβάζοντάς τον ο άλλος γαληνεύει, ηρεμεί, συνέρχεται», σημειώνει στο βιβλίο του «Παπαδιαμαντικοί λόγοι» ο ιερέας Ανανίας Κουστένης.
Δημιουργία: Δημιουργία δεν είναι μόνο ένα έργο τέχνης είναι το ήθος που δημιουργεί συνείδηση της υπόστασης μας στο λίγο διάστημα που ζούμε και αναπνέουμε σε αυτόν τον κόσμο.
Έλληνες πεζογράφοι: Έλληνες πεζογράφοι αλλά και ποιητές γεννήθηκαν από μια χούφτα χώμα αλλά πλούτησαν την οικουμένη σμιλεύοντας την τέχνη τους με την ομορφότερη λαλιά του κόσμου.
Ζωή: πολύτιμη ναι και οφείλουμε να την αδράξουμε λεπτό το λεπτό και να είμαστε πάντα σε εγρήγορση.
Ήρωας: είναι ο Έλληνας σήμερα με όλα τα κακά του αλλα και τα καλά του που βάλθηκαν να τον εξαφανίσουν αβυσσαλέα αλλά όπως έγραψε ο Μακρυγιάννης "όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε• τρώνε από εμάς και μένει και μαγιά"
Θανάσης Σαράντος: ας αφήσω κενό το Θ
Ιδανικά: πατρίδα, δημοκρατία, ισότητα, αλληλεγγύη
Κάθαρση: σπάνια στις μέρες μας αλλά όταν επιτελείται την νοιώθουν όλοι , ένας δίκαιος αγώνας του ενός γίνεται αμέσως και των πολλών αν είναι πράγματι αγώνας δίκαιος.
Λογική: ίσως από την λογική να προκύπτει και το «Ἓν οἶδα ὅτι οὐδὲν οἶδα» του Σωκράτη.
Μόρφωση: τεράστια η ανάγκη για ουσιαστική παιδεία σήμερα μήπως και απαλύνουμε τα τόςα δεινά μας, η έλλειψη της παιδείας αλλά και της παραπαιδείας μας έφεραν τούτες τις συμφορές , δείτε για παράδειγμα πως έμαθαν συστηματικά στους νέους μας την απαξίωση της πλούσιας γλώσσας μας με τη χρήση των λατινικών σε πληκτρολόγια πάσης χρήσεως.
Νατουραλισμός: με τόσο νατουραλισμό που κατακλύζουν τα τηλεοπτικά θεάματα της συμφοράς και που σερβιρίστηκαν επί δεκαετίες τώρα προέκυψε και το σουρεαλιστικό είδος άμυαλων διπόδων ή μάλλον ιδανικών καταναλωτικών μονάδων.
Ξενόφερτο είδος: η ξενομανία και ο αμερικανοπιθηκισμός κατακλύζουν πλέον παγκοσμίως όλον τον πλανήτη, οτιδήποτε έχει να κάνει με παράδοση και έθιμο ξεριζώνεται για να καλλιεργηθεί ένα μεταλλαγμένο πρότυπο ακοινώνητης ζωής που βολεύει μια ελίτ από σκιές ανθρώπων. Είναι αυτή η ελίτ που επενδύει στον φόβο των ανθρώπων αλλά είναι και ανιστόρητη συν τοις άλλοις. Η ανθρωπότητα θα προχωρήσει.
Ο Αμερικάνος: Σχεδόν ξένος στον τόπο του επιχειρεί την επιστροφή του στην Ιθάκη του μετά από μια οδύσσεια ξενιτιάς. Το διήγημα είναι μια αλληγορία για την φτιαχτή "κρίση" που μας φορτώσαν, ο Παπαδιαμάντης δίνει ένα γερό χαστούκι σ' όλους εκείνους τους άφρονες που αποτολμούν να μηδενίσουν τις ηθικές αξίες στη ζωή του ανθρώπου. Ένας ύμνος στην αγάπη.
Πνεύμα: πιστεύω βαθιά ότι ο θεατής έχει ανάγκη ειδικά σε αυτή την δύσκολη εποχή να κοινωνήσει με μεγάλα κείμενα που θα τον γαληνέψουν και θα τον παρηγορήσουν. Είναι λιμάνια μετά από φουρτούνα.
Ρατσισμός: προκαλείται και αυτή η λαίλαπα από την έλλειψη παιδείας και έχει πολλά και ποικίλα επακόλουθα. Μήπως ρατσισμός δεν είναι και το να παίρνεις ένα κλασσικό ελληνικό κείμενο, να σοδομίζεις επάνω του με απύθμενο θράσος με πρόσχημα την όποια "νεωτερικότητα" και μετά αφού απομείνει λειψό και χωλιασμένο και το ξαναβαπτίζεις Αριστοφάνη ή Αισχύλο επειδή είναι ας πούμε ευπώλητα κείμενα ; Μήπως όλοι αυτοί οι εντεταλμένοι σε αυτούς τους ύποπτους καιρούς δεν είναι και ρατσιστές κατά μια έννοια της ελληνικής γραμματείας και του πολιτισμού μας ; Ή μήπως κατά καιρούς κάποιο "καθηγητάδες" εκ Σορβώνης δεν εκτοξεύουν ανυπόστατες θεωρίες για την ιστορία μας;
Στρατηγού Μακρυγιάννη Απομνημονεύματα: έμαθε κάτι κολυβογράμματα όπως έγραψε στα γεράματα για να αφήσει παρακαταθήκη για τους επόμενους την αγάπη του για την πατρίδα. Αξέχαστο το επεισόδιο μέσα στην επανάσταση που μιλά στους στρατιώτες που ετοιμάζονται να πουλήσουν δυο αρχαία αγάλματα σε κάτι κάτι ευρωπαίους " για αυτά πολεμήσαμε" , "για να μείνουν στην πατρίδα επάνω". Δέντρο χωρίς ρίζα εύκολα πέφτει όσο ψηλό και αν γίνει.
Ταπεινοφροσύνη: ένα αστραπιαίο αγνάντεμα στον ήλιο.
Υποταγή: ας υποταχτούμε πραγματικά στον εσωτερικό μας κόσμο, ας κοιταχτούμε ξανά και ξανά μέσα μας.
Φωνή: ας μιλήσει ο Κ. Π. Καβάφης
Ιδανικές φωνές κι αγαπημένες
εκείνων που πεθάναν, ή εκείνων που είναι
για μας χαμένοι σαν τους πεθαμένους.
Κάποτε μες στα όνειρά μας ομιλούνε•
κάποτε μες στην σκέψι τες ακούει το μυαλό.
Και με τον ήχο των για μια στιγμή επιστρέφουν
ήχοι από την πρώτη ποίησι της ζωής μας —
σα μουσική, την νύχτα, μακρυνή, που σβύνει.
Χειμερινά σχέδια: "Ποίος ήτο ο φονεύς του αδερφού μου" του Γεωργίου Βιζυηνού.
Ψευδαίσθηση: ο έρωτας, όσο διαρκεί.
Ωραίες στιγμές: πάντοτε η επαφή μου με τους θεατές.
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
12/10/16
1. Μιλήστε μας για την προσωπική σας συνάντηση με τον Παπαδιαμάντη και το έργο του...
Η πρώτη μου ενασχόληση με το έργο του ξεκινά από τα παιδικά μου ακόμα χρόνια όταν έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλίο με τα Χριστουγεννιάτικα Διηγήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη όπου και πρωτοδιάβασα τον «Αμερικάνο». Με γοήτευσε αμέσως η γραφή του και το μυστήριο που περιέβαλε τον κόσμο του λιγομίλητου ήρωα, του Τζων Στόθισον , του Γιάννη Μοθωνιού, καθώς περιδιαβαίνει τα σκοτεινά σοκάκια και την προβλήτα του λιμανιού, μια παγωμένη χριστουγεννιάτικη νύχτα,. Μπορούσα ν’ ακούσω τα αβέβαια βήματά του, να νοιώσω την πονεμένη του ψυχή και την αγάπη του για την πατρίδα που τόσο νοσταλγούσε. Πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να ξαναπέσει στα χέρια μου αυτό το μικρό αριστούργημα όταν επιχείρησα, το 2009, την θεατρική του μεταφορά με τον πιο λιτό τρόπο αφού άλλωστε δεν υπήρχαν ποτέ έτσι και αλλιώς οικονομικές δυνατότητες για την θεατρική μας ομάδα. Η μετάδοση της εξαίσιας και θεατρικής γλώσσας του Παπαδιαμάντη ήταν το μεγάλο στοίχημα που όπως φάνηκε και στην μετέπειτα επιτυχημένη πορεία της παράστασης κερδήθηκε, αφού η παράσταση ταξίδεψε σ’ όλη την Ελλάδα με πάνω από 30.000 θεατές επί επτά χρόνια.
2. Και ο “Αμερικάνος” επιλέχθηκε γιατί περιέχει σημερινά πάθη και καημούς που έχουν σχέση με την οικονομική και την ευρύτερη κρίση που μαστίζει την χώρα και τον κόσμο;
Με ενδιέφερε πάντα αυτή η παρηγορητική ματιά του Παπαδιαμάντη προς τους καταφρονεμένους και τους ταλαιπωρημένους της ζωής. Με αφορούσε όντας ο ίδιος ως μετανάστης για πρώτη φορά στην Αμερική στα δεκαεννιά μου όπου βίωσα έγνοιες και δυσκολίες μακριά από την Ελλάδα. Γνώριζα από πρώτο χέρι αυτό το συναίσθημα του ανθρώπου που αναγκάζεται να ξενιτευτεί για να επιβιώσει. Ο “Αμερικάνος” είναι ο απανταχού μετανάστης, ο πρόσφυγας που ζητά άσυλο, ο απόκληρος της κάθε κοινωνίας, της κάθε εποχής. Ίσως αυτό με ώθησε να ταυτιστώ κατά μια έννοια με τον ήρωα του «Αμερικάνου».
Ας φανταστούμε λίγο αυτόν τον άνθρωπο, τον Γιάννη τον Μοθωνιό, λείπει επί 25 χρόνια από τον τόπο του την Σκιάθο, τα πάντα έχουν αλλάξει, οι γονείς του πέθαναν, το σπίτι του έγινε ρημάδι, τη γλώσσα του την έχει σχεδόν ξεχάσει . Αυτό το αίσθημα του πόνου να επιστρέφεις στην πατρίδα σου και να μην σε περιμένει κανείς ήταν ίσως ο και ο μεγαλύτερος λόγος ν’ ασχοληθώ με τον συγγραφέα. Με την πρόσφατη κρίση το διήγημα είναι άκρως επίκαιρο με τόσους νέους Έλληνες που ξενιτεύονται όλα αυτά τα χρόνια. Ήταν το πρώτο μεταναστευτικό ρεύμα του 19ου αιώνα προς την Αμερική που ώθησε τον ταπεινό Σκιαθίτη συγγραφέα να γράψει αυτό το διήγημα το 1891 και που όμως συνεχίζεται ως και σήμερα. «Ο Αμερικάνος» παραμένει μια παραβολή για τον νόστο της πατρίδας του κάθε ανθρώπου και σε κάθε εποχή. Άλλωστε αυτός είναι και ο ρόλος στην παράστασης, διεκδικεί την ύπαρξή της στο παρόν, όσο οδυνηρό και αν είναι αυτό.
3. Πώς πιστεύετε πως ο Παπαδιαμάντης λύνει ή αντιμετωπίζει τις δύσκολες αυτές καταστάσεις και τα προβλήματα;
O κυρ-Αλέξανδρος είναι ιδιαίτερα καυστικός και οξύτατος σχολιαστής της πολιτικής κατάστασης της εποχής όταν του δινόταν η ευκαιρία μέσα από τα γραπτά του. Ο πολιτικός λόγος του είναι επίκαιρος όσο ποτέ για τους... εμπόρους των εθνών, για τους ανάλγητους κι ανεύθυνους πολιτικούς μας.
Παραθέτω μερικά αντιπροσωπευτικά αποσπάσματα του πολιτικότατου Παπαδιαμάντη:
«…Η γενεαλογία της πολιτικής είναι συνεχής και γνησία κατά τους προγόνους. Η αργία εγέννησε την πενίαν. Η πενία έτεκε την πείναν. Η πείνα παρήγαγε την όρεξιν. Η όρεξις εγέννησε την αυθαιρεσίαν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν...» ( Έμποροι των Εθνών)
«…Η πλουτοκρατία ήτο, είναι και θα είναι ο μόνιμος άρχων του κόσμου. Αύτη γεννά την αδικίαν, αύτη τρέφει την κακουργίαν, αύτη φθείρει σώματα και ψυχάς…» (Οι Χαλασοχώρηδες).
«Συλλογίζομαι πώς θα τα πληρώσουμε, τόσα εκατομμύρια που χρωστάει το Εθνος!» (Ολόγυρα στη λίμνη).
«...Τις ημύνθη περί πάτρης; Και τι πταίει η γλαυξ, η θρηνούσα επί ερειπίων; Πταίουν οι πλάσαντες τα ερείπια. Και τα ερείπια τα έπλασαν οι ανίκανοι κυβερνήται της Ελλάδος …» (Εφημερίς “Ακρόπολις”, 1 Ιαν. 1896)
4. Πώς συλλάβατε τη σκηνική παρουσίαση του έργου; Πώς ήταν στην αρχή του ανεβάσματος του έργου και πως λειτουργείται σήμερα;
Με ένα πιάνο, μια βαλίτσα, κάποιους φωτισμούς και 3 ασπρόμαυρες φωτογραφίες που προβάλλονται σε ένα τοίχο και φυσικά με το προσωπικό αλφάβητο της εξαίσιας παπαδιαμαντικής γραφής που πηγάζει από τον ανεξάντλητο πλούτο της ελληνικής γλώσσας. Μαζί μου το 2009 όπου ανέβηκε για πρώτη φορά ήταν επί σκηνής ο μουσικός μου συνεργάτης, ο συνθέτης Λάμπρος Πηγούνης, σ’ ένα θεατράκι των 40 θέσεων, στο Άλεκτον, κάπου στο Μεταξουργείο της Αθήνας. Εκεί δοκιμάσαμε να δώσουμε πνοή στον κόσμο του Σκιαθίτη συγγραφέα, στα βάσανα και τα πάθια των ηρώων του. Η αυθεντική μουσική της παράστασης θ’ αποδοθεί στο ΚΘΒΕ από τον Θεσσαλονικιό μουσικό Γιώργο Τζιαφέττα. Έχω την αίσθηση ότι δεν έχουν αλλάξει πολλά στη σκηνοθεσία από τότε. Νομίζω ότι υπάρχει περισσότερη κατανόηση στην απόδοση του παπαδιαμαντικού κειμένου που είναι πραγματικά πρόκληση για κάθε ερμηνευτή αφού ανακαλύπτω συνέχεια νέα στοιχεία ακόμα και μετά από τόσα χρόνια.
5. Ο Παπαδιαμάντη τηρουμένων πάντα των αναλογιών θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ένα τραγωδός; Πιστεύετε πώς η αρχαιοελληνική κάθαρση επιτυγχάνεται στη ψυχή του θεατή;
Ο λόγος του Παπαδιαμάντη είναι ιαματικός και θωπευτικός στην ψυχή του θεατή. Ο κοσμοκαλόγερος συγγραφέας στρέφει ευσπλαχνικά το βλέμμα του στους αδύναμους, στους μοναχικούς , στους απόκληρους. Μιλάει για το Θεό, για τον άνθρωπο και για τη φύση. «Με λίγες γραμμές ορίζει και τα κτίσματα και την ψυχή και τη φύση του Έλληνα», αναφέρει ο Ελύτης στο δοκίμιό του «Η μαγεία του Παπαδιαμάντη», τονίζοντας την καθαρότητα, τη λιτότητα, την ευγένεια, το ήθος της γραφής του, το φως της ψυχής του. Το ιδιαίτερο χιούμορ του υπάρχει πάντα αλλά σε μικρές λεπτομέρειες, σε λεπτές αποχρώσεις, σε αδιόρατες κινήσεις και περνά σαν ελαφρύ αεράκι πάνω και από τις πιο δραματικές σκηνές, προσφέροντας παραμυθία. Η τρυφερότητα του λόγου του και το μήνυμα της αγάπης αφήνει πάντα στον θεατή μια αίσθηση χαρμολύπης και αισιοδοξίας για την ζωή.
6. Και στον ηθοποιό; Δικαιούται να λάβει μέρος ως αντίδωρο στην “κάθαρση” αυτή; Πώς τελειώνετε, ψυχικά βέβαια, το έργο;
Φυσικά, διηγούμαι άλλωστε την ιστορία μαζί με τους θεατές. Είναι πράγματι λυτρωτικό στην τελευταία σκηνή όταν ξεδιαλύνεται ο μύθος και η ταυτότητα του ήρωα Αμερικάνου . Η κλιμάκωση της ιστορίας και της δραματικής κορύφωσης είναι πραγματικά σπαραχτική.
«…Ο ξενιτευμένος γαμβρός, ο από εικασαετίας απών (...) επανευρίσκει ηλικιωθείσαν, αλλ' ακμαίαν ακόμη την πιστήν του μνηστήν…»
Το ταξίδι του Αμερικάνου μπορεί να εννοηθεί και ως ταξίδι συμβολικό, προς τον εαυτό μας, προς τη βαθύτερη ουσία μας.
7. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και ο στρατηγός Μακρυγιάννης που συναντούνται; Γιατί και πώς πρέπει να τους συναντήσουμε εμείς στις μέρες μας;
Είναι οι δυο μεγάλοι τραγικοί του νεοελληνισμού αλλά και με Θεό μαζί. Και οι δύο κινούνται ευλαβώς μέσα στο μεγάλο σώμα της ρωμιοσύνης και παραμένουν επίκαιροι γιατί ο λόγος τους είναι λόγος υπεράσπισης μιας εθνικής ταυτότητας που, ανάλογα, συνεχίζει ν’ αμύνεται σθεναρά ενώ βάλλεται από παντού αφού καλείται να συγχωνευτεί σ’ ένα εσπεράντο και παγκοσμιοποιημένο «ευρωπαϊκό» πολιτισμό που αποθεώνει τα οικονομικά συμφέροντα των λίγων.
Για μένα η παρουσίασή τους είναι μια πράξη αντίστασης σε όσα δραματικά βιώνουμε τόσα χρόνια. Και τα δύο κείμενα διαποτίζονται από τον γνήσιο, αληθινό και πάνω από όλα τον ελληνικό λόγο που τόσο ανάγκη έχουμε ν’ ακούσουμε σήμερα. Και δύο γράφουν «γυμνή» την αλήθεια, και οι δύο συγγραφείς αντιτάσσονται στην ξενομανία και τον πιθηκισμό. Ο Μακρυγιάννης λέει κάπου στα Απομνημονεύματά του: “…γεμίσαμε πιανοφόρτια και κιθάρες και οι δανειστές ζητούν τα χρήματά τους…»
1. Μιλήστε μας για την προσωπική σας συνάντηση με τον Παπαδιαμάντη και το έργο του...
Η πρώτη μου ενασχόληση με το έργο του ξεκινά από τα παιδικά μου ακόμα χρόνια όταν έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλίο με τα Χριστουγεννιάτικα Διηγήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη όπου και πρωτοδιάβασα τον «Αμερικάνο». Με γοήτευσε αμέσως η γραφή του και το μυστήριο που περιέβαλε τον κόσμο του λιγομίλητου ήρωα, του Τζων Στόθισον , του Γιάννη Μοθωνιού, καθώς περιδιαβαίνει τα σκοτεινά σοκάκια και την προβλήτα του λιμανιού, μια παγωμένη χριστουγεννιάτικη νύχτα,. Μπορούσα ν’ ακούσω τα αβέβαια βήματά του, να νοιώσω την πονεμένη του ψυχή και την αγάπη του για την πατρίδα που τόσο νοσταλγούσε. Πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να ξαναπέσει στα χέρια μου αυτό το μικρό αριστούργημα όταν επιχείρησα, το 2009, την θεατρική του μεταφορά με τον πιο λιτό τρόπο αφού άλλωστε δεν υπήρχαν ποτέ έτσι και αλλιώς οικονομικές δυνατότητες για την θεατρική μας ομάδα. Η μετάδοση της εξαίσιας και θεατρικής γλώσσας του Παπαδιαμάντη ήταν το μεγάλο στοίχημα που όπως φάνηκε και στην μετέπειτα επιτυχημένη πορεία της παράστασης κερδήθηκε, αφού η παράσταση ταξίδεψε σ’ όλη την Ελλάδα με πάνω από 30.000 θεατές επί επτά χρόνια.
2. Και ο “Αμερικάνος” επιλέχθηκε γιατί περιέχει σημερινά πάθη και καημούς που έχουν σχέση με την οικονομική και την ευρύτερη κρίση που μαστίζει την χώρα και τον κόσμο;
Με ενδιέφερε πάντα αυτή η παρηγορητική ματιά του Παπαδιαμάντη προς τους καταφρονεμένους και τους ταλαιπωρημένους της ζωής. Με αφορούσε όντας ο ίδιος ως μετανάστης για πρώτη φορά στην Αμερική στα δεκαεννιά μου όπου βίωσα έγνοιες και δυσκολίες μακριά από την Ελλάδα. Γνώριζα από πρώτο χέρι αυτό το συναίσθημα του ανθρώπου που αναγκάζεται να ξενιτευτεί για να επιβιώσει. Ο “Αμερικάνος” είναι ο απανταχού μετανάστης, ο πρόσφυγας που ζητά άσυλο, ο απόκληρος της κάθε κοινωνίας, της κάθε εποχής. Ίσως αυτό με ώθησε να ταυτιστώ κατά μια έννοια με τον ήρωα του «Αμερικάνου».
Ας φανταστούμε λίγο αυτόν τον άνθρωπο, τον Γιάννη τον Μοθωνιό, λείπει επί 25 χρόνια από τον τόπο του την Σκιάθο, τα πάντα έχουν αλλάξει, οι γονείς του πέθαναν, το σπίτι του έγινε ρημάδι, τη γλώσσα του την έχει σχεδόν ξεχάσει . Αυτό το αίσθημα του πόνου να επιστρέφεις στην πατρίδα σου και να μην σε περιμένει κανείς ήταν ίσως ο και ο μεγαλύτερος λόγος ν’ ασχοληθώ με τον συγγραφέα. Με την πρόσφατη κρίση το διήγημα είναι άκρως επίκαιρο με τόσους νέους Έλληνες που ξενιτεύονται όλα αυτά τα χρόνια. Ήταν το πρώτο μεταναστευτικό ρεύμα του 19ου αιώνα προς την Αμερική που ώθησε τον ταπεινό Σκιαθίτη συγγραφέα να γράψει αυτό το διήγημα το 1891 και που όμως συνεχίζεται ως και σήμερα. «Ο Αμερικάνος» παραμένει μια παραβολή για τον νόστο της πατρίδας του κάθε ανθρώπου και σε κάθε εποχή. Άλλωστε αυτός είναι και ο ρόλος στην παράστασης, διεκδικεί την ύπαρξή της στο παρόν, όσο οδυνηρό και αν είναι αυτό.
3. Πώς πιστεύετε πως ο Παπαδιαμάντης λύνει ή αντιμετωπίζει τις δύσκολες αυτές καταστάσεις και τα προβλήματα;
O κυρ-Αλέξανδρος είναι ιδιαίτερα καυστικός και οξύτατος σχολιαστής της πολιτικής κατάστασης της εποχής όταν του δινόταν η ευκαιρία μέσα από τα γραπτά του. Ο πολιτικός λόγος του είναι επίκαιρος όσο ποτέ για τους... εμπόρους των εθνών, για τους ανάλγητους κι ανεύθυνους πολιτικούς μας.
Παραθέτω μερικά αντιπροσωπευτικά αποσπάσματα του πολιτικότατου Παπαδιαμάντη:
«…Η γενεαλογία της πολιτικής είναι συνεχής και γνησία κατά τους προγόνους. Η αργία εγέννησε την πενίαν. Η πενία έτεκε την πείναν. Η πείνα παρήγαγε την όρεξιν. Η όρεξις εγέννησε την αυθαιρεσίαν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν...» ( Έμποροι των Εθνών)
«…Η πλουτοκρατία ήτο, είναι και θα είναι ο μόνιμος άρχων του κόσμου. Αύτη γεννά την αδικίαν, αύτη τρέφει την κακουργίαν, αύτη φθείρει σώματα και ψυχάς…» (Οι Χαλασοχώρηδες).
«Συλλογίζομαι πώς θα τα πληρώσουμε, τόσα εκατομμύρια που χρωστάει το Εθνος!» (Ολόγυρα στη λίμνη).
«...Τις ημύνθη περί πάτρης; Και τι πταίει η γλαυξ, η θρηνούσα επί ερειπίων; Πταίουν οι πλάσαντες τα ερείπια. Και τα ερείπια τα έπλασαν οι ανίκανοι κυβερνήται της Ελλάδος …» (Εφημερίς “Ακρόπολις”, 1 Ιαν. 1896)
4. Πώς συλλάβατε τη σκηνική παρουσίαση του έργου; Πώς ήταν στην αρχή του ανεβάσματος του έργου και πως λειτουργείται σήμερα;
Με ένα πιάνο, μια βαλίτσα, κάποιους φωτισμούς και 3 ασπρόμαυρες φωτογραφίες που προβάλλονται σε ένα τοίχο και φυσικά με το προσωπικό αλφάβητο της εξαίσιας παπαδιαμαντικής γραφής που πηγάζει από τον ανεξάντλητο πλούτο της ελληνικής γλώσσας. Μαζί μου το 2009 όπου ανέβηκε για πρώτη φορά ήταν επί σκηνής ο μουσικός μου συνεργάτης, ο συνθέτης Λάμπρος Πηγούνης, σ’ ένα θεατράκι των 40 θέσεων, στο Άλεκτον, κάπου στο Μεταξουργείο της Αθήνας. Εκεί δοκιμάσαμε να δώσουμε πνοή στον κόσμο του Σκιαθίτη συγγραφέα, στα βάσανα και τα πάθια των ηρώων του. Η αυθεντική μουσική της παράστασης θ’ αποδοθεί στο ΚΘΒΕ από τον Θεσσαλονικιό μουσικό Γιώργο Τζιαφέττα. Έχω την αίσθηση ότι δεν έχουν αλλάξει πολλά στη σκηνοθεσία από τότε. Νομίζω ότι υπάρχει περισσότερη κατανόηση στην απόδοση του παπαδιαμαντικού κειμένου που είναι πραγματικά πρόκληση για κάθε ερμηνευτή αφού ανακαλύπτω συνέχεια νέα στοιχεία ακόμα και μετά από τόσα χρόνια.
5. Ο Παπαδιαμάντη τηρουμένων πάντα των αναλογιών θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ένα τραγωδός; Πιστεύετε πώς η αρχαιοελληνική κάθαρση επιτυγχάνεται στη ψυχή του θεατή;
Ο λόγος του Παπαδιαμάντη είναι ιαματικός και θωπευτικός στην ψυχή του θεατή. Ο κοσμοκαλόγερος συγγραφέας στρέφει ευσπλαχνικά το βλέμμα του στους αδύναμους, στους μοναχικούς , στους απόκληρους. Μιλάει για το Θεό, για τον άνθρωπο και για τη φύση. «Με λίγες γραμμές ορίζει και τα κτίσματα και την ψυχή και τη φύση του Έλληνα», αναφέρει ο Ελύτης στο δοκίμιό του «Η μαγεία του Παπαδιαμάντη», τονίζοντας την καθαρότητα, τη λιτότητα, την ευγένεια, το ήθος της γραφής του, το φως της ψυχής του. Το ιδιαίτερο χιούμορ του υπάρχει πάντα αλλά σε μικρές λεπτομέρειες, σε λεπτές αποχρώσεις, σε αδιόρατες κινήσεις και περνά σαν ελαφρύ αεράκι πάνω και από τις πιο δραματικές σκηνές, προσφέροντας παραμυθία. Η τρυφερότητα του λόγου του και το μήνυμα της αγάπης αφήνει πάντα στον θεατή μια αίσθηση χαρμολύπης και αισιοδοξίας για την ζωή.
6. Και στον ηθοποιό; Δικαιούται να λάβει μέρος ως αντίδωρο στην “κάθαρση” αυτή; Πώς τελειώνετε, ψυχικά βέβαια, το έργο;
Φυσικά, διηγούμαι άλλωστε την ιστορία μαζί με τους θεατές. Είναι πράγματι λυτρωτικό στην τελευταία σκηνή όταν ξεδιαλύνεται ο μύθος και η ταυτότητα του ήρωα Αμερικάνου . Η κλιμάκωση της ιστορίας και της δραματικής κορύφωσης είναι πραγματικά σπαραχτική.
«…Ο ξενιτευμένος γαμβρός, ο από εικασαετίας απών (...) επανευρίσκει ηλικιωθείσαν, αλλ' ακμαίαν ακόμη την πιστήν του μνηστήν…»
Το ταξίδι του Αμερικάνου μπορεί να εννοηθεί και ως ταξίδι συμβολικό, προς τον εαυτό μας, προς τη βαθύτερη ουσία μας.
7. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και ο στρατηγός Μακρυγιάννης που συναντούνται; Γιατί και πώς πρέπει να τους συναντήσουμε εμείς στις μέρες μας;
Είναι οι δυο μεγάλοι τραγικοί του νεοελληνισμού αλλά και με Θεό μαζί. Και οι δύο κινούνται ευλαβώς μέσα στο μεγάλο σώμα της ρωμιοσύνης και παραμένουν επίκαιροι γιατί ο λόγος τους είναι λόγος υπεράσπισης μιας εθνικής ταυτότητας που, ανάλογα, συνεχίζει ν’ αμύνεται σθεναρά ενώ βάλλεται από παντού αφού καλείται να συγχωνευτεί σ’ ένα εσπεράντο και παγκοσμιοποιημένο «ευρωπαϊκό» πολιτισμό που αποθεώνει τα οικονομικά συμφέροντα των λίγων.
Για μένα η παρουσίασή τους είναι μια πράξη αντίστασης σε όσα δραματικά βιώνουμε τόσα χρόνια. Και τα δύο κείμενα διαποτίζονται από τον γνήσιο, αληθινό και πάνω από όλα τον ελληνικό λόγο που τόσο ανάγκη έχουμε ν’ ακούσουμε σήμερα. Και δύο γράφουν «γυμνή» την αλήθεια, και οι δύο συγγραφείς αντιτάσσονται στην ξενομανία και τον πιθηκισμό. Ο Μακρυγιάννης λέει κάπου στα Απομνημονεύματά του: “…γεμίσαμε πιανοφόρτια και κιθάρες και οι δανειστές ζητούν τα χρήματά τους…»
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)